rule of law – ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (original) (raw)
Το κοινωνικό κράτος στα Συντακτικά Κείμενα του Άργους και της ευρύτερης περιοχής του κατά την περίοδο 1821-1832. Γεώργιος Δημ. Μάρδας, Λέκτορας Πανεπιστήμιου Μακεδονίας Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών. Πρακτικά Ά Συνεδρίου Αργειακών Σπουδών, «Το Άργος κατά τον 19ο αιώνα», 5-7 Νοεμβρίου 2004, Σύλλογος Αργείων «Ο Δαναός», Άργος, 2009.
Από την ψήφιση του Συντάγματος (01-01-1822), υπό της Πρώτης Γενικής Εθνικής Συνέλευσης, που συνήλθε στη Νέα Επίδαυρο (Πιάδα), μέχρι την επικύρωση της εκλογής του Όθωνα ως μονάρχη της Ελλάδας (27-07-1832) υπό της Τετάρτης κατά συνέχεια Γενικής Εθνικής Συνέλευσης, [Η εν Προνοία κατ’επανάληψιν Δ’ Εθνική των Ελλήνων Συνέλευσις] που συνήλθε στο Ναύπλιο (Πρόνοια), συνήλθαν έξι Γενικές Εθνικές Συνελεύσεις και εψηφίσθησαν τέσσαρα πολιτειακά κείμενα (πολιτεύματα ή συντάγματα). Οι πέντε από τις ως άνω έξι Συνελεύσεις άρχισαν τις εργασίες τους από το Άργος.
Η ιστορία της περιοχής του Άργους, ο πολιτισμός του, καθώς και η γεωγραφική του θέση έγιναν ο πόλος έλξης του επαναστατικού ελληνισμού για την πραγματοποίηση των Εθνικών Συνελεύσεων, που είχαν ως αποτέλεσμα την ολοκλήρωση τριών σημαντικών Συνταγμάτων, που αποτέλεσαν πηγές όσον αφορά στην κοινωνικο-οικονομική διάστασή τους για επόμενα ελληνικά και ξένα Συντάγματα.
Τα τρία αυτά επαναστατικά Συντάγματα της ευρύτερης περιοχής του Άργους, μαζί με το Σύνταγμα του Άστρους (13-04-1823), αποτελούν τα πρώτα πολιτειακά ελληνικά κείμενα της νεότερης ελληνικής ιστορίας, που προβλέπουν τη διασφάλιση των κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών και την ίδρυση του κοινωνικού κράτους δικαίου.
Α. Η έννοια και το περιεχόμενο του κοινωνικού κράτους
Η αρχή του κοινωνικού κράτους
Η αρχή του κοινωνικού κράτους μπορεί να αναγνωσθεί, έμμεσα, στο κείμενο του Συντάγματος του 1864 και ειδικότερα στη σχετική διάταξη, που αναγνωρίζει το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι. Αλλά και πριν από τη δημοσίευση του Συντάγματος αυτού, μπορεί να βρει κανείς στοιχεία και διατάξεις κοινωνικού χαρακτήρα σε διάφορα ελληνική πολιτειακά κείμενα. Η πρώτη ασφαλώς παρόμοια διάταξη είναι αυτή του Σχεδίου Συντάγματος του Ρήγα Βελεστινλή με τίτλο «Νέα Πολιτική Διοίκηση», γνωστού και ως «Πολίτευμα του Ρήγα». Το κείμενο αυτό, βέβαια, ήταν βαθειά επηρεασμένο από τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης. Χαρακτηριστική δε διάταξη του εν λόγω Σχεδίου, αναφορικά με τα κοινωνικά δικαιώματα, είναι αυτή του άρθρου 21: «αι δημόσιαι αναδρομαί και ανταμοιβαί είναι ιερόν χρέος της πατρίδος …».
Γενικότερα, το κράτος δικαίου είναι έννοια ιστορικο-πολιτική και δεν σημαίνει «κράτος δικαίου», αλλά παράβαση και περιορισμό, κυρίως, της εκτελεστικής λειτουργίας.
Το κράτος δικαίου, με την παραπάνω έννοια, θεωρείται εκείνο το σύστημα στο οποίο οι φορείς της κρατικής εξουσίας περιορίζονται από το νόμο, ως προς τις σχέσεις τους με τους διοικούμενους, των οποίων, κατ’ αυτό τον τρόπο, διασφαλίζεται αποτελεσματικώς τόσο η νομική θέση τους όσο και η ελευθερία τους. 1
Αρρήκτως συνδεδεμένη με την έννοια του κράτους δικαίου είναι και η αρχή της νομικής ισότητας. 2 Βασικό στοιχείο της νομικής ισότητας, της οποίας το καλύπτον αυτήν υπερσύνολο θεωρείται η κοινωνική ισότητα, είναι η αρχή της ισότητας ενώπιον του νόμου. Η μορφή αυτή της νομικής ισότητας ονομάζεται και ισότητα δικαιωμάτων. Υπάρχει όμως και η μορφή της ισότητας του νόμου, που καλείται και ισονομία ή ισότητα δικαίου. 3
Ludwig Michael von Schwanthaler. Η Εθνική Συνέλευση στην Επίδαυρο. Απεικονίζεται η στιγμή της ορκωμοσίας των πληρεξουσίων μπροστά στο «Προσωρινόν πολίτευμα της Ελλάδος» (1η Ιανουαρίου 1822). Τοιχογραφίες του Μεγάρου της Βουλής, αίθουσα των Υπασπιστών, βόρειος τοίχος.
Η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου
Κατά το δέκατο ένατο αιώνα, η αμφισβήτηση της οριοθέτησης του νομικού και κοινωνικού περιεχομένου της ελευθερίας και της ισότητας οδήγησε στο συμπέρασμα, ότι η ουσιαστική άσκηση των δύο αυτών ατομικών δικαιωμάτων, προϋποθέτει την ύπαρξη του κοινωνικού κράτους δικαίου. Στη δικαιϊκή αυτή κρατική μορφή, το κράτος δεν είναι πλέον νυκτοφύλακας του φιλελευθερισμού, αλλά περιλαμβάνει ευρύ πεδίο δραστηριοτήτων με σκοπό να καταστήσει ουσιαστική την ισότιμη συμμετοχή όλων των πολιτών στην κοινωνική και οικονομική πολιτική.
Συνακολούθως, το νέο κοινωνικό κράτος ολοκληρώνεται με την αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου, που εστιάζεται στην πολιτική ισότητα των διοικουμένων, μέσω της επιδίωξης της κοινωνικής ισότητας. Σε τελευταία ανάλυση, η ως άνω αρχή κάνει αποδεκτή την ενότητα κράτους και κοινωνίας και αφήνει περιθώρια για μία όσο το δυνατόν μεγαλύτερη και ευρύτερη κοινωνικοποίηση της κρατικής εξουσίας. 4
Η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου αποκτά το πλήρες νοηματικό της περιεχόμενο, κατ’ αρχήν, μέσω της αλληλοτροφοδότησής της με τη δημοκρατική αρχή, αλλά και μέσω της εξομάλυνσης της σύγκρουσής της με τη δικαιοκρατική αρχή.
Έτσι, η αρχή του κοινωνικού κράτους λειτουργεί ως θεμέλιο για τη συναγωγή «κοινωνικών δικαιωμάτων», που δεν κατοχυρώνονται ρητά στο κείμενο του Συντάγματος. Όμως, ταυτοχρόνως, συμβάλλει και στην απόκρουση της παραδοσιακής προσέγγισης των κοινωνικών δικαιωμάτων ως ατελών ή λιποβαρών κανόνων.
Κατά την παραδοσιακή συσταλτική και εθνοκεντρική θέωρηση της Κοινωνικής Αρχή, είναι δεδομένη η αντίληψη, ότι η αρχή του κοινωνικού κράτους έχει ως αποκλειστικό αντικείμενο τις κρατικές παρεμβάσεις, που αποσκοπούν στην αναδιανομή του παραγόμενου κοινωνικού προϊόντος και την άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, μέσω παροχών σε είδος, σε χρήμα ή σε υπηρεσίες. Αυτή η προσέγγιση προσδίδει στην Αρχή του Κοινωνικού Κράτους μία εξαιρετικώς ισχνή κανονιστική σημασία και ένα περιοριστικό πεδίο αξιοποίησης στο πλαίσιο των σύγχρονων μεταβολών του πολιτειακού φαινομένου. 5
Κοινωνικά δικαιώματα και κοινωνικό κράτος δικαίου
Ο νομικός μοχλός λειτουργίας και ισορροπίας του κοινωνικού κράτους δικαίου είναι τα κοινωνικά δικαιώματα. Ως κοινωνικά δικαιώματα εννοούμε εκείνα με τα οποία αναγνωρίζονται στα άτομα ορισμένες εξουσίες, με σκοπό την απαλλαγή τους από την κοινωνική και οικονομική απαξίωση και την εξασφάλιση της ευημερίας τους. Παρατηρούμε, ότι τα κοινωνικά δικαιώματα συναρτώνται με το Κοινωνικό Κράτος Δικαίου. Πράγματι η θέσπιση και η υλοποίηση των κοινωνικών δικαιωμάτων συνδέεται με τη βασική αρχή της ισότητας, καθόσον αποβλέπει στην αποκατάσταση της διαταραχθείσας κοινωνικής ισότητας (ή ισότητας των ευκαιριών δράσης και απολαυών) των πολιτών. 6
Στις θεσμοθετημένες συνταγματικές διατάξεις υπάρχει πλήρης και εξαντλητική σύνδεση των κοινωνικών δικαιωμάτων με τις θετικοποιημένες συνταγματικές αξίες, όπως είναι η ανθρώπινη αξία, η δημοκρατική αρχή, η ισότητα και η κοινωνική αλληλεγγύη.
Το αγώγιμο των αξιώσεων είναι το μείζον πρόβλημα για την πλήρη εξομοίωση των κοινωνικών δικαιωμάτων προς τα ατομικά δικαιώματα, δηλαδή προβάλλεται, ερμηνευτικώς, ότι τα κοινωνικά δικαιώματα διαφοροποιούνται έντονα από την κατηγορία των ατομικών δικαιωμάτων, καθόσον τα πρώτα δεν έχουν νομική δεσμευτικότητα, ενώ τα δεύτερα εμφανίζουν το νομικό αυτό χαρακτηριστικό σε υψηλό βαθμό.
Ακόμη και όταν τα κοινωνικά δικαιώματα προβάλλουν ως εξαναγκαστοί κανόνες δικαίου, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν αγώγιμες αξιώσεις κατά του Δημοσίου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, αφού τόσο το κανονιστικό περιεχόμενό τους είναι ασταθές και αβέβαιο, όσο και ο προσδιορισμός τους εξαρτάται από τη δοθείσα εξειδίκευση του κοινού νομοθέτη. 7
Β. Προλεγόμενα αναφορικώς με τα ελληνικά πολιτειακά κείμενα και το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον, κατά την περίοδο 1821 – 1832
Η μελέτη και ανάλυση των συνταγματικών κειμένων μεταφράζεται σε αντίστοιχη εμβάθυνση της κρατικής εξουσίας. Είναι απαραίτητο δηλαδή να γνωρίζουμε την ιστορική πορεία της συγκρότησης και της άσκησης της κρατικής εξουσίας. Αυτό σημαίνει, ότι sine qua non προϋπόθεση για οποιαδήποτε σχετική έρευνα είναι η ύπαρξη κράτους.
Κατ’ αρχήν, η ύπαρξη του κράτους αρχίζει από της έκδοσης της σχετικής πράξης διεθνούς αναγνώρισης αυτού. Η ύπαρξη όμως του σύγχρονου ελληνικού κράτους πιστοποιείται από το γεγονός της δημιουργίας και επιβολής μίας νέας οργανωμένης εξουσίας με χαρακτηριστικά στοιχεία τον προσδιορισμένο εδαφικό χώρο της οθωμανικής αυτοκρατορίας, το αυτοδύναμο της εξουσίας και το ελληνικό στοιχείο του πληθυσμού. Συνακολούθως, η τεκμηριωμένη ερμηνεία των συνταγματικών θεσμών, της λειτουργίας τους και της εξελικτικής διαφοροποίησής τους, επιτυγχάνεται στο μέτρο, που η ιστορία των πολιτευμάτων συσχετίζεται με την εν γένει εθνική ιστορία και την κοινωνικοπολιτική εξέλιξη της χώρας.
Το Σύνταγμα δεν υιοθετεί μία αξιόλογη ουδέτερη τάξη, εφόσον οι αρχές, που τυποποιούνται σε αυτό, αντικατοπτρίζουν, όπως καταδεικνύεται από την πράξη, τις κυρίαρχες, κοινωνικώς, αντιλήψεις και συμβάλλουν στην αναπαραγωγή του κοινωνικού συστήματος. 8
Γ. Η κοινωνική, οικονομική και πολιτική κατάσταση της Ελλάδας κατά την προεπαναστατική και επαναστατική περίοδο. Οι πολιτειακές αντιλήψεις των Ελλήνων.
Πριν από το 1821, είχαν διαμορφωθεί τα τοπικά θεσμικά πρότυπα της τοπικής παράδοσης και του κοινωνικού δικαιϊκού συστήματος. Τα πρότυπα, αυτά, χωρίς αμφιβολία, δέχθηκαν την επίδραση της ξένης νομοθεσίας. Έτσι, τα τυπικά επαναστατικά πολιτεύματα προσαρμόσθησαν στις, κατά περιοχές, ελληνικές συνήθειες και ανάγκες και έλαβαν υπόψη τους το θεσμικό πλαίσιο, που ίσχυε κατά την προεπαναστατική περίοδο και που οπωσδήποτε είχε ολιγαρχικό χαρακτήρα.
Πορτραίτο του Ιωάννη Καποδίστρια, πριν το 1836, αποδίδεται στην Ελβετίδα ζωγράφο Amélie Munier-Romilly (1788 – 1875). Bibliothèque de Genève.
Είναι γεγονός, ότι καθ’ όλη τη διάρκεια των πολεμικών διενέξεων και ιδιαίτερα μετά τη δολοφονία των Ιωάννου Καποδίστρια (27-09-1831) και μέχρι την 14-04-1832, ότε και εκδόθηκε ψήφισμα της Γερουσίας για την τετάρτη κατά συνέχεια Εθνική των Ελλήνων Συνέλευση, στον ελληνικό χώρο επικρατούσε αναρχία, ληστείες στην ύπαιθρο και απειθαρχία των στρατιωτικών δυνάμεων προς την Κυβέρνηση.
Κατά τον Β. Φίλια, τα κυρίαρχα κοινωνικά τμήματα του ελληνισμού, που είχαν επικρατήσει στην προεπαναστατική εποχή, εξακολούθησαν και κατά τη διάρκεια της επανάσταση να ισχυροποιούν τη θέση τους σε νευραλγικούς τομείς, όπως ήταν η ναυτιλία και το εμπόριο.
Τους κοινωνικούς αυτούς συσχετισμούς θέλησε ο Κυβερνήτης Καποδίστριας να τους ανατρέψει, αφού προηγουμένως είχε προβεί σε μία πλήρη καταγραφή και αναλυτική διερεύνηση των αιτίων της κοινωνικής διαφορετικότητας και αυθαιρεσίας.
Η επιχειρηθείσα από τον Κυβερνήτη συγκρότηση ενιαίας διακυβέρνησης, δηλαδή συγκεντρωτικού κράτους, κατ’ αρχήν έδωσε τη δυνατότητα να ασκηθεί συντονισμένη νομοθετική κρατική πολιτική σε διάφορους τομείς (στρατιωτικό, οικονομικό, κοινωνικό). 9 Αλλά ήταν δύσκολο να υιοθετηθούν ουσιαστικές δομικές μεταβολές κοινωνικού χαρακτήρα. Και αυτό ήταν ιδιαίτερα επίπονο και περίπλοκο κατά τη δεύτερη περίοδο διακυβέρνησης του Καποδίστρια (1830 – 1831), κατά οποία η αντίδραση του κατεστημένου στα νέα πολιτικά οράματα ήταν οξεία και πολυσχιδής.
Και όπως καταγράφει ο Καθηγητής Νικόλαος Πανταζόπουλος, η αύξουσα δημοτικότητα του Καποδίστρια, η αποστροφή του προς τους Κοτσαμπάσηδες, τους οπλαρχηγούς και τους Φαναριώτες, καθώς και η προσπάθειά του να επιβάλει το Κράτος του Νόμου, συνετέλεσαν στη γέννηση μίας άγονης και εθνικώς επιζήμιας αντιπολίτευσης.
Πράγματι, στην επαναστατημένη Ελλάδα, η κοινωνική κατηγορία των προκρίτων, των αρχιερέων, των φιλικών, των οπλαρχηγών, των νεοφερμένων φαναριωτών και γενικότερα των Ελλήνων του εξωτερικού, στην προσπάθειά της να υπερασπίσει τη θέση της εν όψει της ανάγκης για πολιτειακή οργάνωση, ήλθε σε προστριβές, μερικές φορές με προσωπικό ή τοπικό χαρακτήρα, με τους υπερασπιστές του παλαιού κοινοτικού θεσμού, ο οποίος είχε συνηθίσει τους Έλληνες στην αντιμετώπιση των κοινών προβλημάτων τους με ένα σύστημα αντιπροσωπευτικό, στο οποίο είχαν δικαίωμα, κατά ένα τρόπο, να μετέχουν όλοι. 10
Δ. Συσχετίσεις και κριτική των ελληνικών επαναστατικών συνταγματικών κειμένων και των προτάσεων των γενικών εθνικών συνελεύσεων της Ελλάδας κατά την περίοδο 1821 – 1832. Νομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά τους.
Είναι αυτονόητο, ότι, αμέσως μετά την ελληνική επανάσταση του 1821, άρχισε να επιδεινώνεται το ήδη κλονισμένο νομικό καθεστώς. Αυτή η νομική αβεβαιότητα, από τους πρώτους μήνες της επανάστασης, προκάλεσε την ανάγκη ρύθμισης του δημιουργηθέντος νομικού χάους. Τη διεκπεραίωση του επίπονου και πολυσχιδούς αυτού έργου την επωμίσθησαν δέκα έξι επαναστατικές συνελεύσεις και προσωρινές ή τακτικές Κυβερνήσεις.
Τα πολιτειακά κείμενα (πολιτεύματα), που συντάχθηκαν κατά τους πρώτους μήνες της ελληνικής Επανάστασης και ως την άφιξη του Ι. Καποδίστρια, ήταν οι Τοπικοί Οργανισμοί, με χαρακτήρα τοπικό και τα Γενικά Πολιτεύματα, που είχαν ευρύτερο χαρακτήρα, καθόσον αφορούσαν στην όλη επαναστατημένη και επαναστατικώς ελεύθερη πλέον χώρα. 11
Πολιτεύματα τοπικής ισχύος
Πριν ιδρυθεί, όμως, το νεότερο επαναστατικό ελληνικό κράτος και πριν από την ψήφιση του πρώτου γενικής ισχύος πολιτεύματος του αγωνιζόμενου έθνους, είχαμε τα εξής πολιτειακού χαρακτήρα κείμενα:
- Τρία Συντάγματα των Ιονίων Νήσων με ολιγαρχική υφή. Ήταν αυτά των ετών 1800, 1803 και 1817. Το Σύνταγμα του 1803, μάλιστα, είχε εμφανώς επηρεασθεί από την αστική φιλελεύθερη ιδεολογία της Γαλλικής Επανάστασης.
- Το «Στρατοπολιτικό Σύστημα» της Σάμου του έτους 1821.
- Η Διακήρυξη της Μεσσηνιακής Γερουσίας στην Καλαμάτα, η σύσταση της οποίας έγινε την 25-03-1821. Η Διακήρυξη αυτή απευθύνθηκε προς τις τότε ευρωπαϊκές Αυλές και θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε ως την πρώτη προσπάθεια στοιχειώδους κρατικής οργάνωσης των απελευθερωμένων ελληνικών περιοχών. 12 Πάντως στη Τοπική Συνέλευση, που ενέκρινε την ως άνω Διακήρυξη, επικρατούσαν φεουδαρχικές αντιλήψεις και ταυτοχρόνως ένας άκρατος τοπικισμός.
- Η Πράξις της Συνελεύσεως, η οποία συνήλθε στη Μονή Καλτελών την 26-05-1821.Ο νέος πολιτικός Οργανισμός ήταν προϊόν ολιγαρχικής αυθαιρεσίας και, κυρίως, εξέφραζε την ιδεολογία και τα συμφέροντα των προεστών. 13
- Ο Γενικός Οργανισμός της Πελοποννήσου, ο οποίος συντάχθηκε στην Επίδαυρο τον Ιούλιο του 1821 και ψηφίσθηκε τον Αύγουστο του ίδιου έτους από τη Σύνοδο της Ζαράκωβας.
- Ο Οργανισμός της Γερουσίας της Δυτικής Ελλάδος, το οποίο εψήφισε η Συνέλευσις της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος την 09-11-1821, που συνήλθε στο Μεσολόγγι. Στη Συνέλευση αυτή συμμετείχαν τριάντα τρεις αντιπρόσωποι υπό την προεδρία του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου. Ο εν λόγω Οργανισμός ήταν η βάση της περαιτέρω οργάνωσης της «προσωρινής Διοικήσεως».
- Η Νομική Διάταξις της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος. Πρόκειται, ίσως, για το πιο σημαντικό, από πλευράς πληρότητας, τοπικό πολίτευμα, το οποίο ψηφίσθηκε την 15-11-1821 στα Σάλωνα (σημερινή Άμφισσα) από τη Συνέλευση εβδομήντα αντιπροσώπων.
- Ο Οργανισμός της Πελοποννησιακής Γερουσίας, που υπογράφηκε στο Άργος και ψηφίσθηκε στη Νέα Επίδαυρο την 27-12-1821 από Συνέλευση είκοσι τεσσάρων προκρίτων, υπό την προεδρία του Δημητρίου Υψηλάντη. 14 Ο τελευταίος μάλιστα, όταν ήλθε στα Βέρβενα, μετά τη ψήφιση του Γενικού Οργανισμού της Πελοποννήσου (Αύγουστος 1821), εισηγήθηκε να θεσπισθεί νέος Γενικός Οργανισμός, ο οποίος θα αποτελούσε τον καταστατικό χάρτη της Πελοποννήσου.
Θα μπορούσαμε να κατατάξουμε στα εξεταζόμενα τοπικά πολιτεύματα και το Προσωρινό Πολίτευμα της Νήσου Κρήτης, που ψηφίσθηκε στους Αρμένους της Κρήτης και από τη Συνέλευση των Αρμένων, την 20-05-1822, δηλαδή λίγους μήνες μετά τη δημοσίευση του Προσωρινού Πολιτεύματος της Ελλάδος την 01-01-1822.
Εκείνο που χαρακτηρίζει τα τοπικής ισχύος πολιτεύματα, με στενή ή ευρύτερη έννοια, είναι το γεγονός ότι εψηφίσθησαν από αντίστοιχες τοπικές Συνελεύσεις, των οποίων η σύνθεση αναφερόταν στους προεστούς, τους ανώτερους κληρικούς και τους οπλαρχηγούς. Ο αποκεντρωτισμός και η τοπική διοίκηση, με φιλελεύθερη βάση, ήταν στοιχεία, που φανέρωναν των τοπικό και προσωρινό χαρακτήρα των προτεινόμενων πολιτευμάτων, αλλά, ταυτοχρόνως, η μελλοντική θεσμική κατοχύρωση της Κεντρικής Διοίκησης ήταν η συνισταμένη όλων των ως άνω συντακτικών κειμένων.
Τελικώς, οι Τοπικοί Οργανισμοί της Πελοποννήσου, της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας και Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, διατηρήθησαν σε ισχύ μέχρι τον Απρίλιο του 1823, ημερομηνία κατά την οποία η Β΄ Εθνική Συνέλευση, η οποία είχε συνέλθει στο Άστρος την 29-03-1823, τους κατήργησε, για να υποκατασταθούν από τη γενική περιφερειακή οργάνωση του ενιαίου κράτους.
Β. Γενικά πολιτεύματα καθολικής ισχύος και οι σχετικές συνελεύσεις και διακηρύξεις τους κατά την περίοδο 1821- 1832.
Το σύνταγμα της Επιδαύρου της 01-01-1822
Την 01-12-1821, όπως γράφουμε παραπάνω, συγκλήθηκε η νέα Εθνική Συνέλευση είκοσι τεσσάρων πελοποννησίων πληρεξουσίων στο Άργος. Η Συνέλευση αυτή άρχισε τις εργασίες της την 14-12-1821.
Επειδή όμως ήδη απελευθερώθηκε η Πελοπόννησος, τα νησιά του Αιγαίου, που ήταν πλησίον αυτής, καθώς και η Νότια Στερεά Ελλάδα, αλλά και εκ του γεγονότος ότι προκλήθηκε σχίσμα μεταξύ των νησιωτών και μωραϊτών, και ως εκ τούτου τα πνεύματα στο Άργος να είναι οξυμένα, έγινε δεκτή η πρόταση ώστε η νέα Συνέλευση να συγκληθεί, την 20-12-1821, στη Νέα Επίδαυρο (Πιάδα), πλησίον της Παλαιάς Επιδαύρου, με κύριο σκοπό την ψήφιση ενιαίου Πανελληνίου Οργανισμού. Οι εργασίες της Πρώτης Εθνικής Συνέλευσης άρχισαν την 22-12-1821. Τα μέλη της Συνέλευσης ήταν πενήντα εννέα παραστάτες (πληρεξούσιοι) των τριών ως άνω απελευθερωμένων περιοχών. Βεβαίως, οι συμμετέχοντες παραστάτες δεν εξελέγησαν αμέσως από το λαό βάσει εκλογικού νόμου· είχαν όμως ορισθεί σύμφωνα με ένα ενιαίο σύστημα από τοπικές Συνελεύσεις ή τοπικούς προκρίτους.
Η Πρώτη Εθνική Συνέλευση ανέθεσε σε δωδεκαμελή Επιτροπή τη σύνταξη κειμένου για τον «διοργανισμόν της Εθνικής Βουλής». Πράγματι, η εν λόγω Επιτροπή, την 01-01-1822, υπέβαλε το κείμενο του «Προσωρινού Πολιτεύματος της Ελλάδος», δηλαδή το Σύνταγμα της Επιδαύρου. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος θα γράψει αργότερα, την 29-08-1822, προς τον Δημήτριο Υψηλάντη: «Ως Έλλην πολίτης έχω τη γνώμη, ότι το πολίτευμα τούτο έχει και καλά και κακά».
Την ίδια συμβολική ημερομηνία 01-01-1822, η Συνέλευση προέβαινε σε πανηγυρική Διακήρυξη της Εθνικής Ανεξαρτησίας, που δημοσιεύθηκε την 15-01-1822. Στην εν λόγω Διακήρυξη προβάλλεται ως σκοπός την Επανάστασης, που ήταν όχι μόνον, απλώς, η εθνική αποκατάσταση, αλλά και η εξασφάλιση των φυσικών δικαίων του ανθρώπου, ενώ παραλλήλως δικαιολογείται και αυτή η ίδια η επανάσταση. Ο πόθος των ελλήνων, για διοίκηση με νόμους δικαίου, για κατάργηση της δουλείας, για ισονομία πολιτών και για ίδρυση μίας ενιαίας έννομης και εθνικής Διοίκησης, ήταν έντονα εύγλωττος στις γραμμές του κειμένου της Διακήρυξης.
Νικόλαος Ν. Σαρίπολος, «Η πρώτη Εθνοσυνέλευσις και το πολίτευμα της Επιδαύρου του 1822», Αθήνα 1907. Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων.
Το συνταγματικό κείμενο του Πολιτεύματος της Ελλάδος και ειδικότερα των δύο πρώτων τμημάτων αυτού έχει οπωσδήποτε επιδράσεις, αν όχι απομιμήσεις, τόσο από τις ιδέες της γαλλικής επανάστασης του 1789, όπως αυτές διατυπώνονται στη Γαλλική επαναστατική διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη, (άρθρα 1,6,13 και 17), καθώς και στα γαλλικά συντάγματα του 1793 και 1795, όσο και από το πνεύμα του Συντάγματος της 17-09-1787 των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Το «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος» θεωρείται και αντιαπολιταρχικό και φιλελεύθερο. Γενικώς, όμως, στη διατύπωση των 110 άρθρων του θα μπορούσε κανείς να διακρίνει μία προσεκτική συντηρητική γραφή για θέματα με αμφίσημο νόημα και αυτό για να μην έλθει σε άμεση σύγκρουση και συνακολούθως να μη προκαλέσει δυσφορία στις μεγάλες Αυλές των τότε «Προστάτιδων» δυνάμεων. 15
Η ισότητα νόμου ή ισονομία εμφανίζεται στο άρθρο 2 (παράγρ. β΄): «όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισιν Έλληνες και απολαμβάνουσιν άνευ τινός διαφοράς όλων των πολιτικών δικαιωμάτων». Βεβαίως, τη δυνατότητα της απόλαυσης των πολιτικών δικαιωμάτων, χωρίς διάκριση, την έχουν μόνον αυτοί που πιστεύουν «εις Χριστόν».
Στα επόμενα άρθρα 3 (παραγρ. γ΄) και 4 (παραγρ. δ΄) διατυπώνεται η αρχή της ισότητας ενώπιον του Νόμου ή αλλοιώς της ισότητας δικαιωμάτων.
Συγκεκριμένα στο άρθρο 3 (παραγρ. γ΄) αναγράφεται: «όλοι οι Έλληνες εσίν όμοιοι ενώπιον των Νόμων άνευ τινός εξαιρέσεως ή βαθμού ή κλάσεως ή αξιώματος», ενώ στο άρθρο 4 (παραγρ. δ΄) επιτάσσεται: «όσοι έξωθεν ελθόντες κατοικήσωσιν ή παροικήσωσιν εις την Επικράτειαν της Ελλάδος, εισίν όμοιοι με τους αυτόχθονες κατοίκους ενώπιον των Νόμων».
Οι διατάξεις και των δύο αυτών άρθρων είναι πρωτοποριακές με χαρακτηριστικό στοιχείο την κοινωνική ευαισθησία. Ειδικότερα, το άρθρο 4 (παραγρ. δ΄), εισάγει μια πρωτόγνωρη και υποδειγματική δημοκρατική αρχή, που αφορά στην ισότητα των δικαιωμάτων. Απέναντι στο Νόμο είναι «όμοιοι» όλοι οι κάτοικοι ή πάροικοι στην Ελληνική Επικράτεια, χωρίς κριτήρια κοινωνικής διαφορετικότητας και μάλιστα ρατσισμού.
Το «ιερό χρέος», όπως εννοείται στο άρθρο 21 της Νέας Πολιτικής Διοίκησης του Ρήγα Βελεστινλή, επηρέασε, αρχικώς, το Σύνταγμα της Επιδαύρου [άρθρα 107 (παραγρ. ρ ζ΄) και 109 (παραγρ. ρ θ΄)] και αργότερα το Σύνταγμα του Άστρους [ (άρθρα 86 (παραγρ. π 5) και 90 (παραγρ. 3)], καθώς και το Σύνταγμα της Τροιζηνίας (άρθρα 147 και 148).
Έτσι, στο άρθρο 107 (παραγρ. ρζ΄) του Συντάγματος της Επιδαύρου ορίζεται: «Η Διοίκησις χρεωστεί παντοιοτροπίας να περιθάλψει τας χήρας και τα ορφανά των φαινομένων εις τον υπέρ Πατρίδος πόλεμον».
Επίσης, στο άρθρο 109 (παραγρ. ρθ΄) του ίδιου Συντάγματος αναφέρεται: «Οφείλει η Διοίκησις, μετά την αποκατάστασιν των Ελληνικών πραγμάτων να αντιβραβεύσει όλους όσοι συνεισέφερον, και συνεισφέρουσιν άχρι τέλους ες θεραπείαν των χρηματικών χρειών της Ελλάδος, και να ανταμείψη τους προφανώς υπέρ αυτής δυστυχήσαντας».
Στο ίδιο πνεύμα και με την ίδια φραστική διατύπωση επαναλαμβάνονται οι σχετικές διατάξεις και στα επόμενα Συντάγματα του Άστρους (1823) και της Τροιζήνας (1827).
Μάλιστα η διάταξη του άρθρου 109 / ρθ΄ του Συντάγματος της Επιδαύρου επαναλαμβάνεται σχεδόν η ίδια στο άρθρο 90 του Συντάγματος του Άστρους.
Εξάλλου, είναι γνωστή η αρχή στην οικονομική επιστήμη της διανομής του παραγομένου εισοδήματος 16 σε μία χώρα, κατά την οποία το ποσοστό της συμμετοχής του εργαζομένου και κατ’ επέκταση κάθε μονίμου κατοίκου εξαρτάται από διάφορα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται με ένα θεσμικό πλαίσιο, που αντανακλά περαιτέρω την ιδεολογία, τη φιλοσοφία, τις κοινωνικές αντιλήψεις, τις θρησκευτικές δοξασίες και πολιτικές επιλογές των κυβερνώντων και γενικότερα της άρχουσας και ισχυρότερης κοινωνικής κατηγορίας.
Στην κατεύθυνση αυτή της δικαίας κατανομής του εισοδήματος, θετικώς και για πρώτη φορά, το Σύνταγμα της Επιδαύρου ορίζει στο άρθρο 8 (παραγρ. η΄): «Όλαι αι εισπράξεις πρέπει να διανέμωνται δικαίως εις όλας τα τάξεις και κλάσεις των κατοίκων, καθ’ όλην των έκτασιν της Ελληνικής Επικρατείας· καμμία δε είσπραξις δεν γίνεται άνευ προεκδοθέντος Νόμου».
Βεβαίως και στα επαναστατικά Συντάγματα του Άστρους [άρθρο 7 (παραγρ. ζ΄)] και της Τροιζήνας (άρθρο 10) γίνονται αναφορές στη διανομή του εγχώριου προϊόντος.
Στο μεν Σύνταγμα του Άστρους [άρθρο 7 (παραγρ. ζ΄)] οι «εισπράξεις» πρέπει να διανέμονται δικαίως και αναλόγως εις όλους τους κατοίκους της Επικρατείας …..». Ενώ στο Σύνταγμα της Τροιζήνας (άρθρο 10) διαβάζουμε: «Αι εισπράξεις διανέμνονται εις όλους τους κατοίκους της επικρατείας δικαίως και αναλόγως της περιουσίας εκάστου ….».
Το «πρέπει» στη δικαία διανομή του εισοδήματος, που διατυπώνεται στα Συντάγματα της Επιδαύρου και του Άστρους, εκφράζει τη μετριοπαθή και συντηρητική εικόνα των κοινωνικών δικαιωμάτων και επέκεινα της κατάστασης του κοινωνικού κράτους.
Αντιθέτως, η άμεση και επιτακτική σχετική διατύπωση στο Σύνταγμα της Τροιζήνας υπογραμμίζει τη δημοκρατικότερη και κοινωνικότερη βούληση των συντακτών του Συντάγματος αυτού.
Αυτή η ετεροβαρής εικόνα των κοινωνικών δικαιωμάτων, που αναφέρονται στα τρία ως άνω πρώτα επαναστατικά Συντάγματα, με τη μορφή της ισότητας των δικαιωμάτων, μετατοπίζεται στο Ηγεμονικό Σύνταγμα του 1832 (και μηδέποτε όμως εφαρμοσθέν) στο δικαίωμα να «αποκτώσιν οι έλληνες πολίται μέρος των υλικών και ηθικών αγαθών ….», (άρθρο 28). 17
Πρόκειται όμως, εδώ (στο άρθρο 28), για ένα δικαίωμα με αβέβαιη έκβαση, ως προς την κτήση και απόλαυση των υλικών και ηθικών αγαθών, καθόσον δεν προκύπτει στη σχετική διάταξη η ευθύνη, άρα και η υποχρέωση του Κράτους για να διασφαλίσει το συνταγματικό δικαίωμα του πολίτη, ώστε να απαιτήσει, τουλάχιστον, μία δικαία κατανομή του πλούτου και μάλιστα σε εκείνες τις περιπτώσεις, που, λόγω αναξιοπαθείας, βρίσκεται σε δύσκολη κοινωνικο-οικονομική κατάσταση. 18
Στα επόμενα Συντάγματα της Ελλάδας (από το Σύνταγμα του 1844 και εντεύθεν) σχετικώς με τη δικαία κατανομή του εισοδήματος, σε συνδυασμό και την ισότητα δικαιωμάτων, όπως αυτά τα δικαιώματα διασφαλίζονται στις διατάξεις των άρθρων 3 (παραγρ. γ΄) και 8 (παραγρ. η΄) του Συντάγματος της Επιδαύρου, παρατηρείται πανομοιότυπη διατύπωση ή με κάποιες παραλλαγές, που αφορά αφενός στην ισότητα ενώπιον του Νόμου και αφετέρου στην αρχή της αναλογικότητας ως προς τη συνεισφορά στα δημόσια βάρη. 19
Εμμέσως, στις ως άνω διατάξεις γίνεται αποδεκτή η δικαία συμμετοχή στο εθνικό εισόδημα των ελλήνων πολιτών. Σε αυτό δε το σημείο, επαφίεται πλέον στην κοινωνική φιλοσοφία, την κοινωνική ευαισθησία, αλλά και τη δικαιοκρατική αντίληψη των κυβερνώντων να καθορίζουν το ύψος και τον τρόπο της συμμετοχής των πολιτών στα δημόσια βάρη και συνακολούθως να διαμορφώνουν την εικόνα ενός κοινωνικού κράτους.
Είναι γεγονός, ότι το κοινωνικό πνεύμα του Συντάγματος της Βαϊμάρης συναντάται και στο ελληνικό Σύνταγμα του 1975 – 1986 – 2001 (άρθρα 25 και 106). Μετά την πρόσφατη αναθεώρηση του τελευταίου ελληνικού Συντάγματος, που πραγματοποιήθηκε με το Ψήφισμα της 6ης Απριλίου του 2001 της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, τροποποιήθηκε, μεταξύ των άλλων και το άρθρο 25 και ιδιαίτερα η παράγραφος 1. Στο άρθρο αυτό, κατ’ αρχήν, εισάγεται ρητά η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου. Παραλλήλως δε ορίζεται, σαφώς, η υποχρέωση του κράτους για τη μετατροπή της θεωρητικής κοινωνικής πολιτικής σε πράξη υπέρ του πολίτη. 20
Περαιτέρω, σημαντική, επίσης, είναι διάταξη του άρθρου 6 (παραγρ. s΄) του Συντάγματος της Επιδαύρου : «όλοι οι Έλληνες, εις όλα τα αξιώματα και τιμάς, έχουσι το αυτό δικαίωμα· δοτήρ δε τούτων μόνη η αξιότης εκάστου». Στο σημείο αυτό του κειμένου εισάγεται το αξιολογικό κοινωνικό κριτήριο για την επιλογή των Ελλήνων για τιμές και αξιώματα, που οπωσδήποτε, τελικώς, η σωστή εφαρμογή του εν λόγω κριτηρίου συντελεί στην ισόρροπη κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας.
Το σύνταγμα της Τροιζήνος της 01-05-1827. Συσχέτιση και αναφορά στο σύνταγμα του Άστρους
Μετά την ψήφιση του Συντάγματος της Επιδαύρου, συνήλθε στο Άστρος Κυνουρίας (Αγιαννίτικα Καλύβια), από 29-03-1823 έως 18-04-1823, η Δεύτερη Εθνική Συνέλευση και η οποία αποφάσισε την αναθεώρηση του Συντάγματος.
Τελικώς, το δεύτερο επαναστατικό Σύνταγμα εψηφίσθη, την 13-04-1823, υπό το όνομα «Νόμος της Επιδαύρου», που είναι μια αναθεωρημένη μορφή του Προσωρινού Πολιτεύματος της Ελλάδος.
Στο διάστημα πριν και κατά τη διάρκεια των εργασιών της Συνέλευσης ο αγώνας για τον έλεγχο της εξουσίας εντείνεται σε επικίνδυνο βαθμό. Στο παιχνίδι της εξουσίας προσβλέπουν τώρα και οι καπεταναίοι, αφού οι τελευταίοι απέκτησαν μεγάλη δύναμη. Μεταξύ των οπλαρχηγών και των προεστών υπήρχε, επί πλέον, έντονη διαμάχη. Παρόλο το δυσμενές κοινωνικό περιβάλλον, το νέο Σύνταγμα είχε αρκετά θετικά στοιχεία.
Σε επίπεδο κοινωνικής διάστασης, το εν λόγω Σύνταγμα διαφέρει από το προηγούμενο Επαναστατικό Σύνταγμα της Επιδαύρου σε δύο σημαντικά σημεία:
α. Εμφανίζει αξιόλογη πρόοδο, καθόσον απαγόρευσε ρητώς τη δουλεία ως θεσμό.
β. Θετικώς επεξέτεινε την προστασία ορισμένων ατομικών δικαιωμάτων και υπέρ των αλλοδαπών, που βρίσκονται στην Ελλάδα. 21
Προκειμένου, τελικώς, να αξιολογήσουμε, χωρίς σημαντικά σφάλματα, το κείμενο του Συντάγματος του Άστρους, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη και το γεγονός, ότι στην περίοδο από το δεύτερο εξάμηνο του 1823 έως και το 1826, πριν δηλαδή από τη Σύγκλιση της Τρίτης Εθνικής Συνέλευσης στην Τροιζήνα (19-03-1827), υπήρξαν αφενός έντονες αντιζηλίες μεταξύ πολιτικών και στρατιωτικών και αφετέρου εμφύλια διαμάχη μεταξύ Βουλευτικού και Εκτελεστικού, η οποία, ως γνωστόν, απέληξε σε εμφύλια σύρραξη. 22
Πανούτσος Νοταράς. Επιζωγραφισμένη λιθογραφία, Adam Friedel, Λονδίνο – Παρίσι, 1827.
Έτσι, αφού εμφάνισε ύφεση η εμφύλια σύρραξη, μετά την πτώση του Μεσολογγίου, συνεκλήθη, την 06-04-1826, 23 στη Νέα Επίδαυρο η Τρίτη Εθνική Συνέλευση, με πρόεδρο τον Πανούτσο Νοταρά, της οποίας οι εργασίες συνεχίσθηκαν στην Τροιζήνα (Δαμαλά) την 19-03-1827. Μετά δε την αναστολή των εργασιών της Τρίτης Εθνικής Συνέλευσης στη Νέα Επίδαυρο, πάλι λόγω του εμφυλίου πολέμου, ασκήθηκαν πιέσεις των Άγγλων αξιωματούχων Τζώρτζ και Κόχραν στην ελληνική κυβέρνηση να συνέλθουν οι πληρεξούσιοι των Κομμάτων στην Τροιζήνα. 24
Την 26-04-1827 άρχισαν οι συζητήσεις για το Σύνταγμα και το οποίο, τελικώς, υποβλήθηκε για έγκριση και ψήφιση την 29-04-1827. Έτσι, την 01-05-1827, η Τρίτη Εθνική Συνέλευση εψήφισε το «Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος», αφού όρισε τριμελή «Αντικυβερνητική Επιτροπή» μέχρι την άφιξη του Κυβερνήτη Ιωάννου Καποδίστρια, τον οποίο είχε εκλέξει η ίδια η Συνέλευση με ψήφισμά της, την 03-04-1827, για επταετή θητεία. Αργότερα, την 08-01-1828, ο Ιωάννης Καποδίστριας φθάνει στο Ναύπλιο, για να μεταβεί, την 11-01-1828, στην Αίγινα, πρώτη πρωτεύουσα της ελεύθερης Ελλάδας. 25 Την 12-01-1828, η Αντικυβερνητική Επιτροπή παραδίδει ομαλώς στον Καποδίστρια την εξουσία. Το νέο επαναστατικό αυτό κείμενο αποτελείται από οκτώ κεφάλαια και ένα παράρτημα και αναπτύσσεται σε εκατόν πενήντα άρθρα.
Ο Καθηγητής Αριστόβουλος Μάνεσης γράφει, ότι το οριστικό Σύνταγμα της Τροιζήνας είναι το τελειότερο από όλα τα Συντάγματα της Επανάστασης, είναι αληθώς πρότυπο δημοκρατικού και φιλελεύθερου Συντάγματος και υπερβαίνει όλων των Ευρωπαϊκών Συνταγμάτων της εποχής του, ως προς την εφαρμογή των δημοκρατικών και φιλελεύθερων ιδεών. 26
Ειδικότερα, το Σύνταγμα της Τροιζήνας ήταν πληρέστερο από τα δύο προηγούμενα επαναστατικά Συντάγματα της Επιδαύρου και του Άστρους. Σε ικανοποιητικό βαθμό ανταποκρινόταν στις αρχές του αντιπροσωπευτικού συστήματος, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί κατά την τουρκοκρατία. Το Σύνταγμα αυτό ήταν αυστηρό και προοδευτικό, χωρίς να χρησιμοποιήσει αλλοδαπό συνταγματικό κείμενο ως πρότυπο, που όμως πιστά να αντέγραψε ή να προσάρμοσε. Η επίδραση του συνταγματικού κειμένου της Τροιζήνας είναι εμφανής στην κατάρτιση του βελγικού Συντάγματος του 1831, αλλά και στην τότε γαλλική συνταγματική σκέψη (1830).
Η πληρότητα της διάταξης του άρθρου 5 του Συντάγματος της Τροιζήνας είναι χαρακτηριστικό επιχείρημα, μεταξύ των άλλων, για να καταταχθεί το κείμενο αυτό μεταξύ των πιο αξιόλογων συνταγμάτων της τότε Ευρώπης. Συγκεκριμένα, το άρθρο αυτό ορίζει : «Η κυριαρχία ενυπάρχει εις το Έθνος· πάσα εξουσία πηγάζει εξ αυτού και υπάρχει υπέρ αυτού». 27
Όμως, την 18-01-1828, με το ψήφισμα ΝΗ΄ της Βουλής αναστέλλεται, πραξικοπηματικός, η ισχύς των διατάξεων του Συντάγματος της Τροιζήνας. Επίσης, την ίδια ημερομηνία, προκηρύσσεται η σύγκλιση νέας Εθνικής Συνέλευσης, καθορίζεται η «Προσωρινή Διοίκηση της Επικρατείας» και αυτοδιαλύεται η Βουλή. Στη συνέχεια, με το Α΄ Ψήφισμα του Κυβερνήτη, συγκροτείται εικοσιεπταμελές Γνωμοδοτικό Σώμα, το Πανελλήνιον και η νομοθετική εξουσία συγκεντρώνεται στα χέρια του Καποδίστρια, την οποία θα ασκούσε με τη βοήθεια του Πανελληνίου.
Σε προηγούμενο κεφάλαιο, αναλύθηκαν αρκετές κοινωνικού περιεχομένου, διατάξεις του Πολιτικού Συντάγματος της Τροιζήνας, σε συγκριτική συσχέτιση με παρόμοιες των υπολοίπων επαναστατικών συνταγμάτων αλλά και των επόμενων της περιόδου 1844 – 2001. Αναλυτικότερα και συμπληρωματικώς παραθέτουμε και τις επόμενες προτάσεις :
- Στο άρθρο 7 κατοχυρώνεται η ισότητα δικαιωμάτων : «Όλοι οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του Νόμου». Ειδικότερα, στη διάταξη του άρθρου 9, η ισότητα δικαιωμάτων επεκτείνεται και στο εν λόγω Σύνταγμα, σε κάθε αλλοδαπό, που θα έλθει και θα κατοικήσει στην Ελληνική Επικράτεια.
- Στο άρθρο 10 προβλέπεται δικαία διανομή του εθνικού εισοδήματος, ενώ στο άρθρο 20 κατοχυρώνεται το δικαίωμα των Ελλήνων να ιδρύουν καταστήματα φιλανθρωπίας και να εκλέγουν διδασκάλους για την εκπαίδευσή τους.
- Καταργείται, επίσης, η δουλεία στην Ελληνική Επικράτεια (άρθρο 21). Η διάταξη αυτή, βεβαίως, ήλθε με καθυστέρηση σαράντα οκτώ ετών από τότε, που προβλέφθηκε παρόμοια στη Γαλλία (άρθρο 1 της από 26-08-1789 Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη). Μέτρα επιτακτικά προβλέπει το άρθρο 147, σχετικά με την προνοιακή πολιτική της Κυβέρνησης, όσον αφορά στην εξεύρεση σταθερών πόρων ζωής για τις χήρες και τα ορφανά. Στη διάταξη αυτή, για πρώτη φορά στην ιστορία των επαναστατικών ελληνικών συνταγμάτων, προτείνεται σοβαρά μία σταθερή και ενεργητική μορφή κοινωνικής πολιτικής. Και μέχρι σήμερα οι ανάλογες προνοιακές πολιτικές είχαν και έχουν αποσπασματικό και παθητικό χαρακτήρα.
- Τέλος, στο άρθρο 148 του Συντάγματος του 1827, συμπληρώνεται η οφειλόμενη κοινωνική πολιτική της Κυβέρνησης για τους υπέρ της Ελλάδας προφανώς δυστηχήσαντες: «Η Κυβέρνηση χρεωστεί μετά την αποκατάστασιν των ελληνικών πραγμάτων να αντιβραβεύση ….. και να ανταμείψη τους προφανώς υπέρ αυτής δυστυχήσαντας». 28
Για την προαναφερθείσα αναστολή της ισχύος του Πολιτικού Συντάγματος της Τροιζήνας, με ψήφισμα της Βουλής, έγινε επίκληση των «δεινών της πατρίδος περιστάσεων». Βεβαίως, για τον Καθηγητή Αριστόβουλο Μάνεση, η αναστολή αυτή μεταφράζεται σε κατάλυση του Συντάγματος, δηλαδή σε πραξικόπημα. Με αυτό τον τρόπο, συνεχίζει ο Καθηγητής, ο Κυβερνήτης άσκησε την κρατική εξουσία ως δικτάτορας μέχρι της δολοφονίας του.
Από νομικής και κοινωνικής πλευράς επιβάλλεται να διερευνηθεί γιατί το προοδευτικό και πρωτοποριακό δημοκρατικό αυτό συνταγματικό κείμενο δεν ευοδώθηκε. Κατ’ αρχήν, πρακτικώς, η εφαρμογή του χρειαζόταν κατάλληλη υποδομή και η οποία δεν υπήρχε. Ειδικότερα, επί παραδείγματι, μπορεί να υποστηριχθεί το γεγονός, ότι η απονομή της δικαιοσύνης δεν μπορούσε να εφαρμοσθεί ικανοποιητικώς, τόσο γιατί δεν υπήρχαν επαρκή δικαστήρια ή αυτά που υπήρχαν δεν λειτουργούσαν κανονικά, όσο και γιατί δεν είχε θεσμοθετηθεί αρχή της ανεξαρτησίας των δικαστών.
Επίσης, γίνεται δεκτό στη θεωρητική ανάλυση, αλλά και στην ουσιαστική προσέγγιση του θέματος, ότι η ιεράρχηση των αναγκών των ελλήνων για δημοκρατία και ελευθερία ερχόταν σε δεύτερο, ίσως, επίπεδο, αφού κυριαρχούσε η αδήριτη υπέρ – ανάγκη για την ίδια την επιτυχία της Επανάστασης. Και η επιτυχία αυτή θα στηριζόταν αποκλειστικά σε μία ισχυρή Κεντρική Εξουσία, και η οποία δεν υπήρχε. Διότι μόνο αυτή θα συντελούσε στην εδραίωση της Επανάστασης και μόνο αυτή θα διασφάλιζε την εφαρμογή του Συντάγματος.
Το ηγεμονικό σύνταγμα της 15-03-1832
Την 11-07-1829 αρχίζει τις εργασίες της στο Άργος, η Τετάρτη Εθνική Συνέλευση και της οποίας οι εργασίες έληξαν την 06-08-1829. Με το Β΄ ψήφισμά της (22-07-1829), η Εθνική Συνέλευση επικύρωσε την από 18-01-1829 ως άνω Πράξη της Βουλής για αναστολή του Συντάγματος της Τροιζήνας και ταυτοχρόνως αντικατέστησε το Πανελλήνιο με τη Γερουσία και ανέθεσε στην Κυβέρνηση να συντάξει σχέδιο Συντάγματος. Αυτό βέβαια σημαίνει, ότι η Εθνική Συνέλευση έδωσε την έγκρισή της για την πολιτική του Καποδίστρια. Αλλά ο Κυβερνήτης δολοφονείται την 27-09-1831. Τη δολοφονία του Κυβερνήτη ακολούθησε μία ταραχώδης περίοδος εμφυλίου πολέμου και αναρχίας, που τελείωσε με την άφιξη στην Ελλάδα του Όθωνα (την 18-01-1833 έφθασε ο Όθων στην Ελλάδα, ενώ την 25-01-1833 αποβιβάσθηκε στο Ναύπλιο).
Αυγουστίνος Καποδίστριας
Την 05-12-1831, μέσα στο παραπάνω κοινωνικο-πολιτικό κλίμα, αρχίζει τις εργασίες της στο Άργος, η Πέμπτη Εθνική Συνέλευση, ενώ ο Αυγουστίνος Καποδίστριας αναλαμβάνει «Πρόεδρος της Ελληνικής Κυβέρνησης». Λόγω όμως των ταραχών, που άρχισαν να εμφανίζονται στο Άργος, η Συνέλευση συνέχισε τις εργασίες της πρώτα στο Ναύπλιο και μετά σε ένα προάστιο αυτού, που ονομαζόταν Πρόνοια.
Η Πέμπτη Εθνική Συνέλευση, αφού ανέθεσε τη «νομοτελεστική εξουσία» στον Αυγουστίνο Καποδίστρια, εψήφισε την 15-03-1832 το «Ηγεμονικόν» ή «Βασιλικόν» Σύνταγμα, το οποίο αποτελείτο από 294 άρθρα, επτά κεφάλαια, μία Προσθήκη και «Επισυναπτόμενα εις το Σύνταγμα». Ενώ το Σύνταγμα αυτό ουδέποτε ετέθη σε εφαρμογή, η Ε΄ Εθνική Συνέλευση αμφισβητήθηκε ως προς τη νομιμότητα της συγκρότησής της.
Εν τω μεταξύ, υπήρξαν δύο Κυβερνήσεις· μία στο Ναύπλιο και μία στην Περαχώρα. Ενώπιον αυτής της πολιτικής κατάστασης ο Αυγουστίνος Καποδίστριας αναγκάσθηκε να παραιτηθεί (28-03-1832). Έτσι, η Γερουσία εξέλεξε, τελικώς, επταμελή Επιτροπή, η οποία με τη σειρά της, συνεκάλεσε στο Άργος (28-03-1832) τη Τετάρτη κατά συνέχεια των Ελλήνων Συνέλευση. Η Συνέλευση 29 αυτή, μετέβη, την 14-07-1832, στο Ναύπλιο και κατόπιν στην Πρόνοια, για να κυρώσει με το από 27-07-1832, Δεύτερο Ψήφισμά της την εκλογή του Πρίγκηπος Όθωνος ως Μονάρχη του ελληνικού κράτους, του οποίου την εκλογή, βεβαίως, είχε αποφασίσει, την 07-05-1832, η συνελθούσα στο Λονδίνο Διάσκεψη των «προστάτιδων» μεγάλων Δυνάμεων. 30
Το Ηγεμονικό Σύνταγμα του 1832, επανέρχεται, πάλι, στο επίσημο δίκαιο, που είχαν αποδεχθεί οι προηγούμενες τρεις πρώτες επαναστατικές Συνελεύσεις, θεσπίζοντας, κατά κάποιο τρόπο την προσωρινότητα του ισχύοντος δικαίου έως ότου δημοσιευθούν οι προβλεπόμενοι από το άρθρο 118 του ίδιου Συντάγματος Κώδικες (Πολιτικού, Εγκληματικού και Δικαστικού).
Το Σύνταγμα αυτό προέβλεπε, στο άρθρο 53, κληρονομικό ανώτατο άρχοντα: «Η Ελληνική Επικράτεια είναι Ηγεμονία διαδοχική, Συνταγματική και Κοινοβουλευτική, ενεργουμένου του πολιτικού Κράτους αντιπροσωπευτικώς υπέρ του Έθνους υπό διαφόρων Αρχών».
Ενώ το Σύνταγμα της Τροιζήνας (1827) ήταν πρότυπο για τα Συντάγματα της Γαλλίας (1830) και του Βελγίου (1831), 31 το Ηγεμονικό Σύνταγμα, αντιστρόφως, είχε ως πρότυπα τα δύο αυτά αλλοδαπά Συντάγματα. Αυτό σημαίνει, βεβαίως, ότι πιθανόν το Ηγεμονικό Σύνταγμα να δέχθηκε, εμμέσως, ορισμένες επιδράσεις, μέσω των εν λόγω αλλοδαπών συνταγματικών κειμένων, από το Σύνταγμα της Τροιζήνας. Γίνεται, επίσης, μία προσπάθεια στο κείμενο του Συντάγματος του 1832 να συνδυασθεί, στο μέτρο που μπορεί αυτό να εννοηθεί, ως συμβατό, με πολιτικούς και κοινωνικούς όρους, το μοναρχικό πολίτευμα με τις αρχές της δημοκρατίας και του φιλελευθερισμού.
Στο επίπεδο των διατάξεων του Ηγεμονικού Συντάγματος, με κοινωνικό χαρακτήρα, που να ανήκουν στο γνωστικό χώρο του συστήματος του κοινωνικού κράτους και έστω υποτυπωδώς στο πεδίο των κοινωνικών δικαιωμάτων, θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε τα επόμενα:
Στο Κεφάλαιο Β΄ και στην παράγραφο 4, εντοπίζονται έξι άρθρα με έντονο το στοιχείο της κοινωνικής πολιτικής, εντάσσοντας, θεωρητικώς, το περιεχόμενό της στον ευρύτερο επιστημονικό τομέα της Εφαρμοσμένης Κοινωνιολογίας. 32 Στο άρθρο 27 διασφαλίζεται, ρητώς, η ισότητα δικαιωμάτων. Πρέπει, όμως, εδώ να υπογραμμισθεί, ότι δεν υπάρχει άλλη μνεία σε διάταξη του εν λόγω Συντάγματος, που να αναγνωρίζει ισότητα δικαιωμάτων και στους αλλοδαπούς, που κατοικούν στην Ελλάδα, όπως αυτό γίνεται στα προηγούμενα επαναστατικά συντάγματα.
Ενώ, επίσης, τα προηγούμενα Συντάγματα αναφέρονται σε μία δίκαιη κατανομή του εθνικού πλούτου, το εν λόγω Σύνταγμα (άρθρο 28), θεωρητικά μόνον αναγνωρίζει το δικαίωμα στους Έλληνες για απόκτηση αγαθών, χωρίς, φυσικά, να προσδιορίζεται η δυνατότητα, ο τρόπος και η υποχρεωτικότητα της πολιτείας για δίκαια συμμετοχή στη διανομή του εισοδήματος.
Στο άρθρο 29, διασφαλίζεται το αξιολογικό κριτήριο για τη κατάληψη δημόσιας επαγγελματικής θέσης, επαναλαμβάνοντας σχετική διάταξη των προηγούμενων επαναστατικών Συνταγμάτων. Ωσαύτως, και η αρχή της αναλογικότητας στα δημόσια βάρη προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 30.
Όμως το άρθρο 31 συμπληρώνει το πεδίο εφαρμογής της συμμετοχής των κατοίκων της Επικρατείας στις εισπράξεις των εθνικών δικαιωμάτων: «Αι εισπράξεις των εθνικών δικαιωμάτων τάσσονται εις όλους τους κατοίκους της Επικρατείας ομοιοτρόπως, γινόμεναι δικαίως».
Τέλος, με άρτια και αυστηρώς νομική διατύπωση αρθρώνεται η κοινωνιολογική βούληση του συντακτικού νομοθέτη, στο άρθρο 36, προκειμένου, να καταργήσει, τελείως, την έννοια της ανθρώπινης δουλείας: «Εις την Ελληνικήν Επικράτειαν ούτε πωλείται ούτε αγοράζεται άνθρωπος· αργυρώνυτος δε, ή δούλος παντός γένους και πάσης θρησκείας, άμα πατήσει την Ελληνικήν γην, είναι ελεύθερος και από τον δεσπότην αυτού ακαταζήτητος».
Υποσημειώσεις
1 Η ρύθμιση της αρχής του Κράτους Δικαίου, δεν περιορίζεται μόνον στην τυπική μορφή (τυπικό Κράτος Δικαίου), δηλαδή στη διασφάλιση ορισμένης διαδικασίας, αλλά και στην αναζήτηση εγγυήσεων ουσιαστικής δικαιοσύνης (ουσιαστικό Κράτος Δικαίου). Βλ. Αθανάσιο Δερβέναγα, Σύγχρονοι προβληματισμοί πάνω στο ελληνικό Σύνταγμα, εκδ. Π. Σάκκουλα, Αθήνα 1981, σελ. 46.
2 Γενικά περί ισότητας και ιδιαίτερα για την κοινωνική ισότητα βλέπε Μάρδας Γ.Δ., Η κοινωνική δικαιοσύνη στον Αριστοτέλη και τη νεότερη εποχή, στα Πρακτικά του έκτου πανελληνίου Συνεδρίου της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Χαλκιδικής «Ο Αριστοτέλης και η σύγχρονη εποχή», Ιερισσός 2001, σελ. 239 – 249.
3 Σήμερα, η αρχή της ισότητας καθιερώνεται με το άρθρο 4 §§ 1,2,4 και 7 του Συντάγματος 1975 – 1986 – 2001, όπου, μεταξύ των άλλων αναγράφεται: «Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του Νόμου».
4 Δερβέναγας Αθαν., ό.π., σελίδες 108 – 109.
5 Κονιάδης Ξ., Η ρητή συνταγματοποίηση της αρχής του Κοινωνικού Κράτους και η σημασία της εν όψει της εμβάθνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης, στο έργο «Μελέτες Κοινωνικού δικαίου και κοινωνικής πολιτικής», Ε.Ε.Κ.Α., εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2002, σελ. 193.
6 Κονιάδης Ξ., ο.π., σ. 195.
7 Κατρούγκαλος Γ., Η αγωγιμότητα των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων: μία ανασκόπηση των πρόσφατων διεθνών τάσεων, στο έργο «Μελέτες Κοινωνικού Δικαίου και Κοινωνικής Πολιτικής», εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2002, σελ. 155.
8 Αμίτσης Γ., Αρχές οργάνωσης και λειτουργίας του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2001, σελ. 57 – 62.
9 Βεβαίως και προς το τέλος του καλοκαιριού του 1821, σχεδόν όλος ο επαναστατημένος ελληνισμός προσέβλεπε με πίστη και αγωνία στη συγκρότηση ενιαίας κρατικής εξουσίας.
10 Βώρος Φ. Κ. και άλλοι, Θέματα νεότερης και σύγχρονης ιστορίας από τις πηγές, εκδ. Ο.Ε.Δ.Β., Αθήνα 1994, σελ. 87. Η εκλογή των αρχόντων (δημογερόντων ή διοικητών κοινοτήτων) γινόταν άμεσα ή έμμεσα μεταξύ αυτών που ανήκαν στην ανώτερη τάξη. Ενώ λοιπόν το δικαίωμα να εκλέγεσθαι δεν αφορούσε όλους τους κατοίκους, το δικαίωμα του εκλέγειν ανήκε σε όλους.
11 Πανταζόπουλος Ν., Από της «λογίας» παραδόσεως εις τον Αστικό Κώδικα, εκδόσεις Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1965, σελ. 89 και 128.
12 Μάνεσης Αριστ., Συνταγματικόν Δίκαιον (παραδόσεις), Θεσσαλονίκη, σελ. 142.
13 Κορδάτος Ι., Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας, εκδόσεις 20ος αιώνας, Αθήνα 1957, σελ. 364.
14 Την 01-12-1821, συγκαλείται στο Άργος νέα Συνέλευση είκοσι τεσσάρων Πελοποννησίων πληρεξουσίων. Η Συνέλευση αυτή αποφασίζει τη σύσταση νέας τοπικής Αρχής της Πελοποννήσου, δηλαδή της Πελοποννησιακής Γερουσίας. Ο Οργανισμός αυτής της Αρχής θα επικυρωθεί, τον ίδιο μήνα (27-12-1827), στη Νέα Επίδαυρο.
15 Οι δυνάμεις αυτές ήταν συνέχεια της Ιεράς Συμμαχίας, που ιδρύθηκε την 26-09-1815, αμέσως μετά το Συνέδριο της Βιέννης (από 01-10-1814 έως 09-06-1815), όπου έλαβαν μέρος οι μεγάλες Δυνάμεις, που εσήκωσαν το βάρος των Ναπολεοντίων Πολέμων, καθώς και τα κράτη που εδεινοπάθησαν.
16 Σπένζος Σ.Π., Παραδόσεις εφαρμοσμένης πολιτικής οικονομίας, εκδόσεις Σ.Σ.Ε., έκδοση Γ΄, αναθεωρημένη 1985, ανατύπωση 1992, Αθήνα, σελ. 13 – 41.
17 Θωμόπουλος Ε.Γ., Περί των κοινωνικών δικαιωμάτων του ανθρώπου, Αθήναι 1973, σελ. 4 – 29.
18 Είναι σημαντικό να σημειωθεί, ότι το Ε΄ ψήφισμα της Επαναστατικής Εθνοσυνέλευσης του 1843 παρέπεμπε στις ως άνω διατάξεις των Συνταγμάτων της Επιδαύρου και του Άστρους ορίζοντας «ως πρώτιστον χρέος να ευρεθή σταθερός πόρος ζωής εις τας χήρας και τα ορφανά των υπέρ πατρίδος πεσόντων στρατιωτών».
19 Σχετικά βλέπε τα Συντάγματα: 1844 (άρθρο 3 § 1), 1864 (άρθρο 3 § 1), 1911 (άρθρο 3, εδαφ. 1), 1925 (άρθρο 5 § 1), 1927 (άρθρο 6 § 1), 1952 (άρθρο 3 § 1) και 1975 – 1986 – 2001 (άρθρο 4 §§ 1 και 5).
20 Αν και η εφαρμογή της αρχής του κοινωνικού κράτους εντοπίζεται χρονικά σε πολύ παλαιά χρόνια (επί βασιλείας Χαμουραμπί στη Βαβυλωνία), θεσμικά αναγνωρίζεται διεθνώς μόνον στα τελευταία χρόνια. Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα μόνον στα Συντάγματα των ετών 1827, 1844 (εμμέσως) και 1927 γίνεται διατύπωση παρόμοιων κοινωνικών διατάξεων, ενώ στο ενισχύει σήμερα Σύνταγμα αναγνωρίζονται, πλέον, κοινωνικά δικαιώματα.
21 Μάνεσης Αριστοβ., ό.π., σελ. 151.
22 Η εμφύλια διαμάχη έληξε στα τέλη του 1824, με αποτέλεσμα το μεν Σύνταγμα του Άστρους να μην εφαρμοσθεί, η δε παρέμβαση των ξένων «προστάτιδων Δυνάμεων» να γίνεται πιο συστηματική στην πολιτική ζωή της Ελλάδας. Η ακολουθήσασα δε εμφύλια σύρραξη κάμφθηκε με την κατάληψη του Μεσολογγίου (16-04-1826) από τους Τουρκοαιγυπτίους. Στο διάστημα δε αυτό των εντάσεων (1825 – 1826), οι πολιτικές δυνάμεις, δημιούργησαν τρία κόμματα: το γαλλικό (Κώνης). Τα κόμματα αυτά θα κυριαρχούν στο πολιτικό γίγνεσθαι της Ελλάδας από τα πρώτα βήματα του ελεύθερου πολιτικού κράτους έως τον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853 – 1856).
23 Προηγουμένως όμως, την 25-09-1825, η Κυβέρνηση είχε εκδώσει προκήρυξη για να συνέλθουν οι εκπρόσωποι, τα Χριστούγεννα, στο Άργος. Όμως, αργότερα, ορίσθηκαν τα Μέγαρα για τη Συνέλευση και τελικώς οι αντιπρόσωποι άρχισαν να συρρέουν στην Πιάδα (Νέα Επίδαυρο).
24 Τρικούπης Σπ., Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, εκδ. Γιοβάνη, Τ.Δ΄., Αθήνα 1968, σελ. 114 – 129. Η παρέμβαση αυτή, κατά τον συγγραφέα, είχε ως έρεισμα την προσπάθεια των άγγλων για αποκατάσταση της διασαλευθείσας ομόνοιας μεταξύ των Ελλήνων.
25 Για το διάστημα από 11-07-1829 έως 06-08-1829 ορίζεται το Άργος ως πρωτεύουσα της Ελλάδας, ενώ τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, το Ναύπλιο γίνεται η πρωτεύουσα της χώρας.
26 Μάνεσης Αριστ., ό.π., σελ. 151.
27 Παρόμοια σε πληρότητα διάταξη, για τα ελληνικά συνταγματικά δεδομένα, εμφανίζεται μετά εκατό έτη, στο Σύνταγμα του 1927 και συγκεκριμένα στο άρθρο 2, που ορίζει : «Το Ελληνικόν Κράτος είναι Δημοκρατία. Άπασαι οι εξουσίαι πηγάζουν από το Έθνος, υπάρχουν υπέρ αυτού και ασκούνται καθ’ ον τρόπον ορίζει το Σύνταγμα». Δηλαδή, η νέα διάταξη που εισαγάγει το Σύνταγμα του 1927, είναι αυτή που αναφέρεται στον τρόπο άσκησης της εξουσίας.
28 Μαυριά Κ. και Παντελή Α., Συνταγματικά κείμενα – Ελληνικά και ξένα, εκδ. Α.Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 1990, σελ. 54.
29 Η Συνέλευση, επίσης, θέλησε να καταρτίσει «μοναρχικό» Σύνταγμα για τη «διασφάλιση των δικαιωμάτων και του θρόνου του λαού». Όμως την 10-08-1832 η Συνέλευση διαλύθηκε βιαίως από στρατιώτες και ιδιώτες.
30 Η Σύμβαση του Λονδίνου της 07-05-1832 όριζε, ότι η Ελλάδα θα είναι κράτος Μοναρχικό και ανεξάρτητο, με Μονάρχη τον Όθωνα, δευτερότοκο γιο του Βασιλέα της Βαυαρίας Λουδοβίκου. Αργότερα, την 30-08-1832 υπογράφεται στο Λονδίνο Πρωτόκολλο, με το οποίο οριστικοποιούνται τα σύνορα της Ελλάδας και ταυτόχρονα απορρίπτονται τα αιτήματα των Κρητικών και των Σαμίων για ένωση με την Ελλάδα.
31 Σαφώς επηρεασμένες είναι, μεταξύ των άλλων, οι διατάξεις των άρθρων 6, 13, 17 και 25.
32 Βεβαίως, αρκετές διατάξεις από τα άρθρα αυτά έχουν αναλυθεί σε προγενέστερο κεφάλαιο, που αναφέρεται στη συγκριτική διερεύνηση των τριών επαναστατικών Συνταγμάτων.
Γεώργιος Δημ. Μάρδας
Λέκτορας Πανεπιστήμιου Μακεδονίας
Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών
Πρακτικά Ά Συνεδρίου Αργειακών Σπουδών, «Το Άργος κατά τον 19ο αιώνα», 5-7 Νοεμβρίου 2004, Σύλλογος Αργείων «Ο Δαναός», Άργος, 2009.
Σχετικά θέματα: