Georgios A. Leveniotis | Aristotle University of Thessaloniki (original) (raw)
BOOKS (Monographs) by Georgios A. Leveniotis
The book attempts to present –for the first time in the international bibliography– a detailed de... more The book attempts to present –for the first time in the international bibliography– a detailed description of the historical life of Abydos (Άβυδος) of Hellespont (Ελλήσποντος, Δαρδανέλλια); the latter was an important ancient and medieval Greek city, situated on the Asiatic shore of Dardanelles, at the once narrowest part of the local Straits (usually named "Stenon of Abydos") and in the surrounding area of the promontory of Nara (an Ottoman and modern Turkish naval base, where free access is prohibited). The monograph also detects the relations between Abydos and other known settlements in the wider region of northwestern Asia Minor (Troad, Hellespont, Mysia, Hellespontine Phrygia).
Αbydos was founded predominantly as a colony of Miletus (ca. 680-650 BC) and had a continuous historical life that lasted about 2.000 years (mid. 7th c. BC - early 14th c. AD). The prosperous ancient city minted various coins between 6th c. BC - 3rd c. AD. Its lively port was used for centuries as a key point for the passage from Europe to Asia and the cruise from the Mediterranean to the Black Sea (and vice versa) as well as a major customs station ("telonion Abydou" during the Roman imperial years, "demosion teloneion" or "kommerkion" or "dekateuterion Abydou" during the medieval period of the city). Byzantine Abydos was also an important administrative center, a military and naval base and an ecclesiastical seat (bishopric and later metropolis).
However, the long and turbulent history of Abydos and its region is virtually unknown in modern years, despite the fact that the city's reputation was particularly widespread during ancient and medieval times in the Mediterranean world. Moreover, for many reasons noted in the book, the settlement does not exist archaeologically in the last two centuries. In short, Abydos constitutes a very interesting case of a virtually lost city during the modern times.
For various reasons, also described in the book, the importance of Abydos had declined during the 13th c. AD and the city was finally abandoned by its population in the early 14th c. AD., mainly because of the Turkish threat in the area. From mid. 15th c. AD the new city of Çanakkale was established gradually (initially named as Kale-i Sultaniye) 5-6 km to the south of Abydos. The ruins of the abandoned urban area of the latter have been systematically pillaged -mainly for construction and other purposes- between the 14th - early 19th c. AD.
For the reconstruction of the long historical life of Abydos (mid. 7th c. BC - early 14th c. AD) and an in-depth analysis of its numerous and largely unknown institutions, the study relies though on the information providing by the written (ancient and medieval) texts but also on the scarce and dispersed epigraphic and the much richer numismatic (the city minted coins between 6th c. BC - 3rd c. AD) and sigillographic data and other archaeological findings regarding (or deriving from) the city. It also takes into account all the contemporary related publications.
[VANIAS publications, Thessaloniki 2017, 752 pages, ISBN: 978-960-288-342-6, text in Greek language with an English summary]
CONTENTS / ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: FOREWORD / ΠΡΟΛΟΓΟΣ … p. xi BIBLIOGRAPHY / ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ … p. xii... more CONTENTS / ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:
FOREWORD / ΠΡΟΛΟΓΟΣ … p. xi
BIBLIOGRAPHY / ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ … p. xiii
Ι. Αbbreviations / Βραχυγραφίες … p. xiii
ΙΙ. Sources / Πηγές … p. xxx
ΙΙΙ. Modern works / Mελέτες … p. xlviii
ΙΝTRODUCTION / ΕΙΣΑΓΩΓΗ (Αντικείμενο έρευνας, περιεχόμενα και στόχοι της μελέτης) … p. 1
PART ONE / ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ (Η περιοχή, τα υλικά ευρήματα και ο πρώιμος ιστορικός βίος της Αβύδου) … p. 9
Α1. Ο Ελλήσποντος και τo Στενὸν τῆς Ἀβύδου … p. 11
Α2. Ο φυσικός λιμένας της Αβύδου και οι οικονομικές συνθήκες της ευρύτερης περιοχής … p. 19
Α3. Ενδοαστικός και περιαστικός χώρος της Αβύδου (τοπογραφικά δεδομένα - υλικά ευρήματα - μαρτυρίες περί κτισμάτων και πληθυσμιακών μεγεθών) … p. 27
Α4. Νομισματοκοπείο και νομίσματα της Αβύδου (6ος αι. π.Χ. - 3ος αι. μ.Χ.) … p. 42
Α4α. Γενικές παρατηρήσεις για τα νομισματοκοπεία της βορειοδυτικής Μ. Ασίας και τα προβλήματα της σύγχρονης νομισματικής έρευνας … p. 42
Α4β. Το αβυδηνό νομισματοκοπείο από τον 6ο έως τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. … p. 47
Α4γ. Το αβυδηνό νομισματοκοπείο από τα τέλη του 4ου έως το 2ο αι. π.Χ. … p. 54
Α4δ. Το αβυδηνό νομισματοκοπείο από τον 1ο αι. π.Χ. έως τα μέσα του 3ου αι. μ.Χ. … p. 67
Α4ε. Εικονογραφία και επιγραφές των αβυδηνών νομισμάτων … p. 78
Α4στ. Η παύση λειτουργίας του αβυδηνού νομισματοκοπείου (μέσα 3ου αι. μ.Χ.) … p. 84
Α5. Η Άβυδος και η περιοχή της από τους ομηρικούς έως τους ελληνιστικούς χρόνους (12ος - 2ος αι. π.Χ.) … p. 88
Α5α. Η περιφέρεια της Αβύδου πριν από την ίδρυση της ομώνυμης ελληνικής πόλεως (υπομυκηναϊκή περίοδος - γεωμετρική εποχή, 12ος - 8ος αι. π.Χ.) … p. 88
Α5β. Η ίδρυση της Αβύδου (ca. 680-650 π.Χ.) … p. 96
Α5γ. Ονοματολογικά, ανθρωπωνύμια, σκωπτικά, μυθολογικά και συγγραφείς της αρχαίας Αβύδου … p. 103
Α5δ. Η Άβυδος κατά τους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους: ιστορία, πολίτευμα και αστικοί θεσμοί (7ος - 4ος αι. π.Χ.) … p. 119
Α5ε. Η Άβυδος κατά τους ελληνιστικούς χρόνους - Το Κοινὸν τῶν πόλεων Ἀθηνᾶς Ἰλιάδος (4ος - 2ος αι. π.Χ.) … p. 170
Α6. Η Άβυδος και η περιοχή της κατά την περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας (2ος αι. π.Χ. - 4ος αι. μ.Χ.) … p. 213
Α6α. Η δημιουργία της ἐπαρχίας Ἀσίας και η διοικητική της οργάνωση … p. 213
Α6β. Οικονομία - φορολογία στην Ἀσίαν: Η lex Sempronia de Asia και η ρωμαϊκή διείσδυση / Η lex portorii Asiae και το τελώνιον Ἀβύδου … p. 221
Α6γ. Η Άβυδος και το λοιπό αστικό δίκτυο της Ἀσίας … p. 239
Α6δ. Ο αστικός βίος κατά την ύστερη αρχαιότητα και η περίπτωση της Αβύδου (παρακμή, μετασχηματισμός ή συνέχεια;) … p. 277
Α6ε. Η διοίκησις Ἀσιανῆς και η ἐπαρχία Ἑλλησπόντου … p. 323
Α6στ. Η Άβυδος, τα ἐμπόρια και οι λοιποί οικισμοί του Ἑλλησπόντου κατά τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους … p. 331
PART TWO / ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ (Η γεωπολιτική και οικονομική σημασία της μεσαιωνικής Αβύδου, oι επικοινωνίες και οι οικισμοί της ευρύτερης περιοχής) … p. 349
Β1. Η στρατηγική και οικονομική σπουδαιότητα της Αβύδου και του Ελλησπόντου σύμφωνα με τις μαρτυρίες των βυζαντινών πηγών … p. 351
Β2. Το οδικό δίκτυο, οι θαλάσσιες επικοινωνίες, οι αποστάσεις και οι βυζαντινοί οικισμοί στην περιοχή της Αβύδου και των Στενών … p. 373
PART THREE / ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ (Η Άβυδος και ο Ελλήσποντος κατά τους 5ο - 10ο αι.) … p. 379
Γ1. Η Άβυδος ως σημείο ελέγχου των πλοίων και τελωνειακός σταθμός: προβλήματα και ερμηνείες (5ος - 6ος αι.) … p. 381
Γ1α. Το Έδικτον της Αβύδου (επιγραφή, είδος, μέρη, περιεχόμενο διατάγματος) και η annona civica … p. 381
Γ1β. Ο ἄρχων / κόμης Ἀβύδου στο δημόσιον τελωνεῖον / κομμέρκιον / δεκατευτήριον Ἀβύδου και στα Στενά - Χρονολόγηση / ερμηνεία του Εδίκτου της Αβύδου και η περίπτωση της annona militaris … p. 392
Γ1γ. H σημασία του δημοσίου τελωνείου Ἀβύδου και τα σύνορα της ειδικής φορολογικής και οικονομικής ζώνης της Κων/πόλεως … p. 408
Γ2. Η ἐπαρχία Ἑλλησπόντου επί Ιουστινιανού Α´ και ο παρεμβατικός ρόλος των ἐπισκόπων στην περιφερειακή κρατική διοίκηση … p. 411
Γ3. H στρατιωτική οργάνωση της Αβύδου και των Στενών από τον 6ο αι. και εξής (ἄρχων / κόμης, κένταρχος, χαρτουλάριος, Στενῖται, στρατιῶται) … p. 415
Γ4. Η οικονομική και διοικητική οργάνωση της Αβύδου και των Στενών κατά τους 7ο - 10ο αι. … p. 419
Γ4α. Οι νέες πολιτικές και οικονομικές συνθήκες και η περαιτέρω ενίσχυση της σημασίας της Αβύδου κατά τους 7ο - 8ο αι. … p. 419
Γ4β. Ἀποθῆκαι, κομμερκιάριοι και κομμέρκια στην περιοχή του Ελλησπόντου και στην Άβυδο … p. 422
Γ4γ. Αξιωματούχοι και υπάλληλοι στην Άβυδο κατά τους 8ο - 10ο αι. (ἄρχων / κόμης, παραφύλαξ / φύλαξ, στράτωρ, τουρμάρχης, luminarchus, κομμερκιάριος, φορολόγος, μετρητής, ἀβυδικός, ἀβυδιτικός, ἀβυδάριος, ὑπολόγιος, ἐπείκτης, βικάριος, ταβουλάριος, νοτάριος, ξυλοκάλαμος, γραφεύς) … p. 437
PART FOUR / ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ (Η Άβυδος και ο Ελλήσποντος κατά τους 11ο - 15ο αι.)… p. 45
Δ1. Διοικητικές μεταβολές και λοιπές εξελίξεις στα Στενά κατά τον 11ο αι.: o στρατηγὸς Ἀβύδου … p. 455
Δ2. Η διοικητική υπαγωγή της Αβύδου: «θέμα Αβύδου», Ὀψίκιον ή Αἰγαῖον; … p. 458
Δ2α. Το πρόβλημα: παράθεση και αξιολόγηση των αναφορών των πηγών και των σύγχρονων απόψεων … p. 458
Δ2β. Η προτεινόμενη λύση: η υπαγωγή του κόμητος / ἄρχοντος / παραφύλακος / στρατηγοῦ Ἀβύδου στον δρουγγάριον τοῦ πλοΐμου και της περιοχής της Αβύδου στο Ὀψίκιον … p. 468
Δ3. Η εμφάνιση των Τούρκων και οι επιπτώσεις της για την περιοχή της Αβύδου (τέλη 11ου - 12ος αι.) … p. 474
Δ3α. Ο κατεπάνω (ή δοὺξ) Ἀβύδου … p. 474
Δ3β. Η βενετική παρουσία στην Άβυδο … p. 478
Δ3γ. Η Εκκλησία της Αβύδου: από την ἐπισκοπήν στη μητρόπολιν … p. 48
Δ3δ. Η στρατιωτική ενίσχυση της περιοχής της Αβύδου και οι Τούρκοι … p. 486
Δ4. H περιοχή της Αβύδου κατά τους 13ο - 15ο αι.: το λυκόφως της βυζαντινής κυριαρχίας στα Στενά και οι πρώιμοι οθωμανικοί χρόνοι … p. 497
Δ4α. Φράγκοι, Βενετοί, Γενουάτες και Βυζαντινοί στον Ελλήσποντο κατά το 13ο αι. - Η ανάδειξη της Λαμψάκου εις βάρος της Αβύδου … p. 497
Δ4β. Η τουρκική κατάκτηση της βορειοδυτικής Μ. Ασίας (αρχές 14ου αι.) … p. 509
Δ4γ. Η ερήμωση της Αβύδου και της ευρύτερης περιοχής της (ca. 1304-1310/18) και το θρακικό οικωνύμιο Ἀβυδηνοί (ca. 1326/27) … p. 514
Δ4δ. Οι Οθωμανοί στη βορειοδυτική Μ. Ασία και στον Ελλήσποντο (μέσα 14ου αι.) … p. 522
Δ4ε. Νέες συνθήκες στον Ελλήσποντο και στην ευρύτερη περιοχή: Kale-i Sultaniye (νεότ. Çanakkale) αντί Αβύδου (τέλη 14ου - μέσα 15ου αι.) … p. 526
CONCLUSIONS / ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ … p. 534
SUMMARY … p. 570
APPENDIX I / ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I: Περί ἀποθηκῶν και βασιλικῶν κομμερκίων … p. 577
APPENDIX II / ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II: Περί κομμερκιαρίων … p. 592
INDEX / ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ … p. 603
MAP - PHOTOS / ΧΑΡΤΗΣ - ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ … p. 636
This extensive book (2 volumes, 134 pages of sources and modern bibliography, 716 pages of main t... more This extensive book (2 volumes, 134 pages of sources and modern bibliography, 716 pages of main text, prosopographical lists and index, 4046 references) -based on the research of my PhD thesis- examines in depth the administrative and military organization of the Anatolian / Asiatic regions of the Byzantine Empire (i.e. Eastern border and Central Asia Minor) during the 11th century AD.
Moreover, it describes in detail the political and military developments by region.
Finally, it attempts to trace and evaluate the most important causes that led to the collapse of Byzantine sovereignty in the above geographical areas after the mid. 11th century: internal political instability; overexposure of the new established Byzantine border to vast and inhomogeneous regions (Armenia, northern Mesopotamia, Cilicia, northern Syria); hostility of some of the local populations and their leadership to the local Byzantine authorities and (in general) to the imperial sovereignty and rule; Turkish military pressure across the whole imperial eastern border and the interior; difficulty in dealing with the new enemy for a variety of reasons (agility, multidimension etc.); new administrative and military organization (δουκάτα / doukates, κατεπανάτα / katepanates etc.) that had not yet fully established and properly consolidated, when if faced the deadly external threat; insufficient local leadership and fragmentation of command; personal interests and actions that led to confusion, segregation and dissolution; lack of sufficient military and economic resources; inadequate or bad diplomatic choices from the central and regional administration; decline of the old thematic system and the military organization in the interior of Asia Minor; consequent lack of defense in depth, poor regular and tactical organization, discouragement of imperial local armies and troops.
Extensive prosopographical catalogues of the political and military imperial officers, who served in the above areas during the 11th century AD, are also listed (based on the information provided primary by the known sigillographic evidence and other epigraphic material and -of course- the written sources).
[Centre for Byzantine Research. Byzantine Texts and Studies 43A-B, Thessaloniki 2007, ISBN: 978-960-7856-22-7, text in Greek language]
The monograph (text in Greek language) examines in depth the life, military career and especially... more The monograph (text in Greek language) examines in depth the life, military career and especially the uprising ("stasis") of the Norman (some claim Frank) mercenary commander of the Byzantine imperial army Ursel (or Roussel) de Bailleul, also known as "Ursellus de Ballione" (in Latin), "Roscelin" and "Roskelin". In medieval Greek narrative texts Ursel's name was attributed as "Ρουσέλιος" or "Ουρσέλιος" or "Ρωσέλης ο Φράγγος" and not as "Φραγγόπωλος" (= "Son of Frank"), as many modern researchers claim incorrectly. Besides Ursel's life and actions, the book also studies the internal political and military situation of the Byzantine Empire during the crucial period of the mid-11th century AD.
From what we know, Ursel served initially under the leaders of the Norman Hauteville family during their conquest campaigns in the Southern part of the Italian peninsula and in Sicily. According to Gaufredus Malaterra, he took part under the command of Roger de Hauteville in the battle of Cerami (Sicily, June 1063 AD) against the Saracens (i.e. Zirid Arabs), where he fought with bravery. Soon after that though, he chose to enlist in the ranks of the contemporary Byzantine army; for a time he served in the Balkan peninsula as an imperial mercenary officer. According to the inscription of his preserved seal, he held the Byzantine title of "vestes" (the reverse seal's invocation to Virgin Mary reads "Θεοτόκε βοήθει τω σω δούλω Ουρσελίω βέστη τω Φράγγω" / "Mother of God protect your servant vestes Ursel the Frank").
Some years later, Ursel took active part in the campaign, that led to the famous battle of Manzikert (26 August 1071 AD) between the Byzantine army, led by the emperor Romanos IV Diogenes, and the Seljuk army of sultan Alp Arslan; he did not fight in the battle itself though, as his cavalry force was obliged to withdraw from nearby Chliat and retreat to the West suffering casualties under strong enemy pressure. For his failure to reunite and reinforce the forces of Romanos, before the critical main clash of the two armies in Manzikert, Ursel was accused -rather incorrectly in our opinion- of cowardice and betrayal.
After the dethronement and the blinding of of Romanos IV (1072), Ursel continued to serve his successor, emperor Michael VII Doukas (1071-1078). He then decided though to betray the Byzantines (1073) and take advantage of the chaotic conditions that prevailed in Asia Minor (Anatolia) after the battle of Manzikert (intra-Byzantine conflicts, Turkish incursions, population fleeing etc.). Apparently, Ursel's main aim between 1073-1076 was the foundation of a personal hegemony within the limits of the same geographical region (perhaps a new small "Normandy", as the Hautevilles managed to create in Southern Italy). After defeating the Byzantines in the battle of Zombos bridge (in Sangarios river), he marched until the Asian suburbs of Constantinople, where he sacked Chrysopolis; he then even tried to impose his own candidate for the imperial throne (the captured Caesar John Doukas, uncle of Michael VII). In his efforts, Ursel was supported primarily by the Frankish and Norman knights and soldiers that the Byzantine government had already posted in Asia Minor, especially in the Armeniakon thema and the local city of Amaseia, where the Norman leader was apparently popular (primarily because of fear, according to Byzantine writers). The Byzantine government had to negotiate then with Turkish emirs (i.e. Artuch and Tutach), who had infiltrate with their forces in the area of Bithynia; Michael Doukas' regime also tried to secure the support of the "Great Seljuk" sultan Malik Shah, in order to suppress the movement of Ursel. The Turks managed to defeat the numerically inferior army of Ursel and captured the Norman leader; soon after that though the latter managed to escape. Ursel found then refuge, along with his family, in the Armeniakon, where he had additional trusted soldiers as local guards. Finally, the talented young general (and future emperor) Alexios I Komnenos achieved Ursel's arrest in Amaseia and took him as a captive to the Byzantine capital.
In our opinion, the rebellion and actions of Ursel has been of key importance for the collapse of imperial control in the interior of Asia Minor after 1073 and the establishment of incoming Turkish tribes within the area. It also prevented for three years (i.e. 1073-1076) the immediate communications of Constantinople with the vast Eastern border and neighboring areas of the Empire (extending from Cappadocia and Cilicia to Northern Syria, Northern Mesopotamia and Western Pontus); that situation led -more or less- to the loss of central imperial control over the local (Armenian and other) officers and forces and -consequently- of the above geographical area. In a sense, Ursel's movement heralded subsequent political and military developments (i.e. the arrival of the Western Crusaders and its implications) in the Middle East.
PAPERS (Articles) by Georgios A. Leveniotis
Βυζαντινά. Επιστημονικό όργανο Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών Αριστοτελείου Πανεπιστημίου 40 (2023) 4... more Βυζαντινά. Επιστημονικό όργανο Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών Αριστοτελείου Πανεπιστημίου 40 (2023) 47-122
The object of study of this paper is the technical term "kommerkion" (in Greek or Medieval Latin / Italian: σύνηθες νενομισμένο μεγάλο καὶ καθολικὸν κομμέρκιον, κομέρκιον, κωμέρκιν, κομ[μ]έρκιν, κουμ[μ]έρκιον, κουμμέρκι[ν], κομ[μ]έρκιος [φόρος], chomerchio del mercato, comerclum maris, dirictus commercii vel dohane, com[m]erchio, com[m]ercium, commerchium, com[m]ergium, chomerchio grande, com[m]ergio, commerkio, comerclo [magno], comercle, com[m]erclum, comertium, comeritium, cabella comerchii, ius commerkii, ius comergij), during the Middle Ages (including the Byzantine Empire, the regions of (Greek) Latin Romania after the Fourth Crusade [1204] and the early Ottoman Empire). Within Byzantium the term "kommerkion" indicated (also) the state customs stations, although here is studied in its more common meanings, primarily in the sense of a commercial / customs duty in the circulation of exported and imported goods (usually "ad valorem" = according to their value) but also as a predetermined percentage charge (i.e. monetary or –less often– in kind) in purchases and sales of various products. The amount of the tax (mentioned in the sources from the 8th c. onwards) constituted usually 10% of the value of the trading goods; this means that "kommerkion" was practically equivalent to the collection of the so-called "dekate" imposed by Justinian I on the new state customs during the mid-6th c. However, the tax privileges that gradually began to be granted from the Byzantine emperors to the Italian maritime republics from the end of the 10th c. onwards –and to other recipients as well– practically meant that the height of the "kommerkion" varied during the last Byzantine centuries. For example, in the various continental and island regions of the Latin occupied Greece, "kommerkion", usually ranged somewhere between 2-6% ad valorem of cargoes. Contrary to the common belief, the revenue from the collection of the "kommerkion" was important to the Byzantine treasury; this means that its broad reductions and other similar privileges granted to third parties had important economic and political implications for the interests of the Empire.
Αντικείμενο μελέτης του συγκεκριμένου άρθρου αποτελεί το λεγόμενο "κομμέρκιον", πρωτίστως με την έννοια του εμπορικού-τελωνειακού δασμού στη διακίνηση εξαγόμενων και εισαγόμενων αγαθών, συνήθως "ad valorem" (= επί της αξίας αυτών), αλλά και ως προκαθορισμένη ποσοστιαία επιβάρυνση (χρηματική ή σπανιότερα σε είδος) στις αγοραπωλησίες διαφόρων προϊόντων κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους (συμπεριλαμβανομένων, εκτός του Βυζαντίου, των περιφερειών της ελλαδικής -ηπειρωτικής και νησιωτικής- λατινικής Ρωμανίας και της πρώιμης Οθωμανικής αυτοκρατορίας).
Byzantina Symmeikta 34 (2024) 351-389. This paper stems from a broader and more comprehensive... more Byzantina Symmeikta 34 (2024) 351-389.
This paper stems from a broader and more comprehensive study currenly under preparation. It focuses mainly on the Greek and Latin historiographical tradition (or more precisely traditions), the other information (chronological, geographical, material remains, etc.) as well as the main research problems regarding the initial stages of the "Gothic war" between the years 377-382. As such, the article examines the entry of the Thervingi Goths into Roman Thrace (most likely in late spring or summer of 376), as well as their subsequent local uprising and the Battle of Marcianoupolis that immediately followed (probably in early [winter] of 377).
Το παρόν άρθρο αποτελεί ουσιαστικά προπομπό μιας ευρύτερης και πιο διεξοδικής μελέτης (υπό προετοιμασία). Επισημαίνει και σχολιάζει την ελληνική και λατινική ιστοριογραφική παράδοση (ή ακριβέστερα παραδόσεις), τις λοιπές πληροφορίες (χρονολογικές, γεωγραφικές, υλικά κατάλοιπα κ.λπ.) καθώς και τα κυριότερα ερευνητικά προβλήματα σχετικά με τα αρχικά στάδια του «γοτθικού» πολέμου μεταξύ των ετών 377-382. Ως εκ τούτων, εξετάζει την είσοδο των Γότθων Thervingi στη ρωμαϊκή Θράκη (πιθανότατα στα τέλη της άνοιξης ή το καλοκαίρι του 376), καθώς και τη μετέπειτα εξέγερσή τους και τη μάχη της Μαρκιανούπολης που αμέσως ακολούθησε (μάλλον στις αρχές [χειμώνα] του 377). Μολονότι αυτή η τελευταία σύγκρουση δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο εξειδικευμένης μελέτης μέχρι τώρα, διαθέτει –κατά τη γνώμη μας– αξιοσημείωτη ιστορική σημασία για διάφορους λόγους: αφενός, ήταν η πρώτη μεγάλη ένοπλη σύγκρουση που κέρδισαν άτακτοι Γότθοι πολεμιστές εναντίον του τακτικού ρωμαϊκού στρατού έπειτα από πολλές δεκαετίες· αφετέρου, οδήγησε στην καταστροφή των βυζαντινών δυνάμεων της Θράκης από τους Γότθους Thervingi. Τέλος, αποτέλεσε το προοίμιο του λεγόμενου «αξιοθρήνητου πολέμου», δηλαδή της περιβόητης μάχης της Αδριανούπολης (9 Αυγούστου 378), με τις εκτεταμένες επιπτώσεις της για την ακεραιότητα και τη μοίρα της ύστερης Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας
Journal of Oriental and African Studies 33 (2024) 131-156. This paper basically summarizes som... more Journal of Oriental and African Studies 33 (2024) 131-156.
This paper basically summarizes some early key findings of a wider specialized research in progress on the Byzantine "Opsikion (or Opsician) Theme" (Gr. Θέμα Ὀψικίου) and NW Asia Minor in general during the 11th c. The latter will focus –as much as is viable– on the analysis of the local geographical, population, demographic, economic, administrative, political and military data as well as on the reconstruction of the existing residential, productive, social, intellectual / spiritual, ecclesiastical and monastic networks of contacts and interdependencies. At the same time, it shall aim on the examination of some critical changes that occurred in many of the above fields during the same period of time, on the causes of their manifestation and their internal relationship as well as on the historical effects of all of these in the specific geographical area. In short, our research will support that the residential network and the demographic base of the Opsikion Theme were prosperous and strong during the 11th c. These conditions are demonstrated in various ways through the testimonies of the numerous local toponyms (i.e. names of various existing settlements) as well as the density of the rural and civic monastic foundations, church networks and administra- tions, and the wide range of various human contacts and the extensive social and economic mobility, etc. During the same period, Opsikion had essentially turned into an agricultural (production and supply) hinterland of Constantinople; it constituted a wide field of investment / economic action as well as of social and influence of the then (young) distinguished men of the latter, such as Michael Psellos. The methods of penetration of these powerful figures into the region were varied (imperial donations, private purchases, institutions such as the so-called "charisteke", "pakteusis proasteiou" etc.). The control and exploitation of local primary production (mainly products from agriculture, animal husbandry, fishing and forestry) as well as the tertiary sector (basically the benefits from trade, transport, communications and product storage) have already become from the 10th and even more so in the 11th c., intensively, systematically and highly profitable. The broader supervision of Opsikion was now taken over by the local appointed "krites" (i.e. judge), whose responsibilities far exceeded the field of justice. Much of the local population had been reduced to "paroikoi" (i.e. serfs) and other dependent people. The latter worked or leased lands belonging to powerful landlords and local "despotes" (i.e. patrons to whom they often resorted for protection), to local Churches or monasteries, and to the crown or the State. Αs such, the recruitment base and military power of the Opsikion had been drastically undermined. The latter developments though led to the temporary loss of the wider region for the Byzantine empire, when the invading Turks first appeared locally (i.e. capture of Nicaea, the administrative seat of Opsikion, by Süleyman Kutlumuş in 1081).
Το άρθρο ουσιαστικά συνοψίζει ορισμένα πρώιμα βασικά πορίσματα μιας ευρύτερης εξειδικευμένης έρευνας εν εξελίξει σχετικά με το βυζαντινό "θέμα Ὀψικίου" και γενικότερα τη βορειοδυτική Μικρά Ασία κατά τον 11ο αι. Η τελευταία σκοπεύει με την ολοκλήρωσή της να αναλύσει κατά το δυνατόν τα τοπικά γεωγραφικά, πληθυσμιακά, δημογραφικά, οικονομικά, διοικητικά, πολιτικά και στρατιωτικά δεδομένα καθώς και να ανασυνθέσει τα τότε υπάρχοντα οικιστικά, παραγωγικά, κοινωνικά, πνευματικά, εκκλησιαστικά και μοναστικά δίκτυα επαφών και αλληλεξαρτήσεων. Παράλληλα, θα επικεντρωθεί στην εξέταση ορισμένων κρίσιμων μεταβολών που σημειώθηκαν σε πολλά εκ των ανωτέρω πεδίων κατά την ίδια χρονική περίοδο, στα αίτια εκδήλωσης και στην εσωτερική τους σχέση καθώς και στις ιστορικές επιπτώσεις όλων αυτών στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. Εν ολίγοις, η έρευνά μας θα υποστηρίξει ότι το οικιστικό δίκτυο και η δημογραφική βάση του Οψικίου ήταν ακμαίες και ισχυρές κατά τον 11ο αι. Οι συνθήκες αυτές καταδεικνύονται ποικιλοτρόπως από τις μαρτυρίες των πολυάριθμων τοπικών τοπωνυμίων (υφιστάμενων ποικίλων οικισμών) καθώς και της πυκνότητας των υφιστάμενων μοναστικών καθιδρυμάτων, εκκλησιαστικών διοικήσεων, ανθρώπινων επαφών, κινητικότητας κλπ. Το Οψίκιον είχε ουσιαστικά μετατραπεί εκείνη την περίοδο σε αγροτική (παραγωγική και ανεφοδιαστική) ενδοχώρα καθώς και σε πεδίο επενδυτικής / οικονομικής δράσης και κοινωνικής και επιρροής των τότε (νέων) διακεκριμένων ανδρών της τελευταίας, όπως ήταν λ.χ. ο Μιχαήλ Ψελλός. Οι μέθοδοι διείσδυσης των τελευταίων στην περιοχή ήταν ποικίλες (αυτοκρατορικές δωρεές, ιδιωτικές αγορές, θεσμοί "χαριστικῆς" (δωρεάς), "πακτεύσεως προαστείων" κ.ά.). O έλεγχος και η εκμετάλλευση της κατά τόπους πρωτογενούς παραγωγής (κυρίως των προϊόντων εκ της γεωργίας, κτηνοτροφίας, αλιείας και δασοπονίας) αλλά και του τριτογενούς τομέα (βασικά τα οφέλη εκ του εμπορίου, των μεταφορών, των επικοινωνιών και της αποθήκευσης προϊόντων) κατέστησαν, ήδη από το 10ο και ακόμη περισσότερο τον 11ο αι., εντατικά, συστηματικά και ιδιαίτερα προσοδοφόρα. Την ευρύτερη εποπτεία του Οψικίου είχε πλέον αναλάβει ο ΄κριτής΄ του ΄θέματος΄, οι αρμοδιότητες του οποίου υπερέβαιναν κατά πολύ τον τομέα της απονομής δικαιοσύνης. Μεγάλο μέρος του τοπικού πληθυσμού είχε μετατραπεί σε "παροίκους" και λοιπούς εξαρτημένους ανθρώπους. Οι τελευταίοι εργάζονταν ή επινοικίαζαν γαίες που ανήκαν σε ισχυρούς ιδιοκτήτες και τοπικούς "δεσπότας" (πάτρωνες στους οποίους κατέφευγαν συχνά για προστασία), σε τοπικές Εκκλησίες ή μονές και στο στέμμα ή το κράτος. Η στρατολογική βάση και η στρατιωτική ισχύς του "θέματος Ὀψικίου" είχαν υπονομευθεί, εξελίξεις που οδήγησαν στην προσωρινή απώλεια της ευρύτερης περιοχής για την αυτοκρατορία, όταν εμφανίστηκαν τοπικά οι Τούρκοι (κατάληψη Νίκαιας, διοικητικής έδρας του Οψικίου, από τον Σουλεϊμάν Κουτλουμούς το 1081).
Domus Byzantinus : A Periodical of Medieval Greek History and Civilization / Βυζαντινός Δόμος. Πε... more Domus Byzantinus : A Periodical of Medieval Greek History and Civilization / Βυζαντινός Δόμος. Περιοδικό μεσαιωνικής ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού 31 (2023) 69-113
K. & M. Stamouli Publications / Εκδοτικός Οίκος Κ. & Μ. Σταμούλη
ISSN:1106-1901
This paper re-examines the generally known (and until now usually accepted without serious challenge) sparse information that can be found in Byzantine historiography as well as in modern bibliography regarding the empress ("augusta") and first wife of the Eastern Roman emperor Heraclius (610-641 CE), widely known as “Fabia - Eudocia”; however, it also takes into consideration the references to her that can be traced in some Hispano-African texts from the mid. 8th c. CE, in a catalogue of Εcumenical patriarch Nikephoros I (late 8th c. CE), in later handwritten versions of a Constantine Porphyrogenitus’ catalog from the early 11th c. preserved in codices of the 15th c. CE, in Iberian or Franco-Iberian chronicles from the 12th c. CE, as well as other relative information that can be obtained from papyri, hagiographies / lists of saints, and material findings (inscriptions, images, jewelry, coinage etc.).
Το άρθρο αποτελεί εκτενή προσωπογραφική μελέτη της ευρέως λεγόμενης «Φαβίας» ή ακριβέστερα Αιλίας Φλαβίας (λατ. Aelia Flavia), γνωστής και (δια του μετέπειτα ονόματός της) ως Ευδοκία (βίος: ca. 585/90 - 13 Αυγούστου 612). Η Αιλία Φλαβία υπήρξε βυζαντινή "αὐγούστα" ή "δεσπότις" / "δέσποινα Ῥωμαίων" (στους ύστερους βυζαντινούς χρόνους αναφέρεται εναλλακτικά και ως "βασίλισσα" ή "αὐτοκράτειρα"), ως πρώτη σύζυγος (5 Oκτωβρίου 610 - 13 Αυγούστου 612) του αυτοκράτορος Φλαβίου Ηρακλείου (610-641)· παράλληλα, ήταν μητέρα της πρωτογέννητης Επιφαν(ε)ίας - Ευδοκίας και του πρωτότοκου (εκ των υιών) και διαδόχου του τελευταίου, βραχύβιου αυτοκράτορος Ηρακλείου - Κωνσταντίνου Γ´ (641). Η μελέτη επανεξετάζει τις αρκετά γνωστές αναφορές που απαντούν στη βυζαντινή γραμματεία (όπου κατονομάζεται ανακριβώς ως "Φαβία") αλλά και στην παλαιότερη και νεότερη βιβλιογραφία για τη συγκεκριμένη ιστορική προσωπικότητα. Ωστόσο, λαμβάνει παράλληλα υπόψη τις αναφορές για την ίδια που απαντούν (μεταξύ άλλων) σε ισπανο-αφρικανικά κείμενα των μέσων του 8ου αι., σε κατάλογο του Οικουμενικού πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νικηφόρου Α´ από τα τέλη του 8ου αι., σε μεταγενέστερες χειρόγραφες παραδόσεις καταλόγου του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου του από τις αρχές του 11ου αι. (διασώζονται σε κώδικες του 15ου αι.), σε μεταγενέστερα ιβηρικά ή γαλλο-ιβηρικά χρονικά του 12ου αι.· επίσης, περαιτέρω πληροφορίες για το πρόσωπό της που μπορούν να αντληθούν από παπύρους, συναξάρια και ποικίλα υλικά ευρήματα (επιγραφές, εικόνες, κοσμήματα, ίσως νομίσματα κ.ά.). Το συγκεκριμένο υλικό συνήθως δεν συνυπολογιζόταν έως τώρα στην ειδική ή σχετική έρευνα για την ίδια.
Domus Byzantinus : A Periodical of Medieval Greek History and Civilization / Βυζαντινός Δόμος: περιοδικό μεσαιωνικής ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού 29 (2021) [Μελέτες στη μνήμη του Benjamin C. Hendrickx] 245-262, 2021
During the 11th c. CE the high-ranking civic officials (e.g. judges: "kritai" or "praitores") of ... more During the 11th c. CE the high-ranking civic officials (e.g. judges: "kritai" or "praitores") of the Opsician Theme (e.g. the administrative unit that covered most of northwest Byzantine Asia Minor / Anatolia) had completely overshadowed or even partially replaced the senior military officers (e.g. generals: "strategoi" and later "dukes"); the former exercised by then a variety of duties, in addition to their purely judicial powers. The holders of the office of "krites Opsikiou" usually descended from distinguished families of that time, although normally they were not associated with the traditionally powerful Roman clans of central and northern Asia Minor, who held large landholdings and direct access to provincial troops; on the contrary, they originated mainly from the governmental, bureaucratical and financial circles of the so-called (at that time) "politikon genos" of Constantinople. The Opsician judges were highly educated men and held prestige, special administrative and economic powers, wide intervention capacities and social influence in their areas and beyond, as well as access or direct contact with the Byzantine emperor himself. The latter treated them as his personal envoys in the region of their appointment, which was considered to hold particular importance for the economy of the Empire and the safety of its political and strategic core. The once prominent, glorified, imperial and God protected ("basilikon" and "theophylakton") Opsician Theme had declined as a strictly military unit during the 11th c. The wider area that covered administratively had been gradually transformed by then in an exclusively economic, fiscal and judicial district, which was characterized by a dense residential network and developed productive and other infrastructures. Mighty actors such as the state, the crown and members of the imperial families, prominent officials of the Byzantine capital (such as the "charistikarios", "despot[es]" of monasteries, villages and peasants and active local patron Michael Psellos), veteran militaries and local ecclesiastical seats and monasteries. The latter subject, however, will be the main research topic of a major forthcoming publication by the same author.
To λεγόμενο "θέμα Οψικίου" κάλυπτε διοικητικά και στρατιωτικά το μεγαλύτερο γεωγραφικό τμήμα της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας κατά τη μέση βυζαντινή περίοδο. Από τα τέλη του 10ου και κατά τον 11ο αι. ανώτατοι πολιτικοί αξιωματούχοι ("κριταί" ή "πραίτωρες") είχαν πλέον επισκιάσει εντελώς ή και μερικώς υποκαταστήσει τους "στρατηγούς" στην κορυφή της διοικητικής ιεραρχίας του συγκεκριμένου θέματος: οι ίδιοι ασκούσαν μάλιστα ποικίλα και πολλαπλά καθήκοντα, πέραν των αμιγώς δικαστικών αρμοδιοτήτων τους. Οι φορείς του συγκεκριμένου αξιώματος κατάγονταν συνήθως από διακεκριμένες οικογένειες της εποχής, χωρίς όμως να συνδέονται με τις παραδοσιακές ισχυρές φαμίλιες της κεντρικής και βόρειας Μικράς Ασίας με τις μεγάλες γαιοκτησίες και τις άμεσες προσβάσεις στα επαρχιακά στρατεύματα· τουναντίον, μάλλον προέρχονταν κυρίως από τους κύκλους του τότε λεγόμενου "πολιτικοῦ γένους" της βυζαντινής πρωτεύουσας. Διέθεταν υψηλή μόρφωση, κύρος, ευρείες παρεμβατικές δυνατότητες και ιδιαίτερη κοινωνική επιρροή καθώς και πρόσβαση ή επαφή με τον αυτοκράτορα. Ο τελευταίος τους αντιμετώπιζε ως προσωπικούς απεσταλμένους του στην περιφέρεια διορισμού τους, η οποία θεωρείτο ιδιαίτερης σπουδαιότητας. Το παλαιό και κάποτε προβεβλημένο, ένδοξο και βασιλικό "θέμα Ὀψικίου" είχε πια παρακμάσει ως αμιγώς στρατιωτικό σώμα. Η ευρύτερη περιοχή που κάλυπτε διοικητικά είχε πλέον μετατραπεί κατά την ίδια περίοδο σε μία αμιγώς οικονομική, φορολογική και δικαστική περιφέρεια, η οποία χαρακτηριζόταν από πυκνό οικιστικό δίκτυο και αναπτυγμένες παραγωγικές και λοιπές υποδομές· σε αυτήν δραστηριοποιούνταν και επένδυαν ποικιλοτρόπως ισχυροί παράγοντες όπως το κράτος, το στέμμα και μέλη των αυτοκρατορικών οικογενειών, διακεκριμένοι αξιωματούχοι της πρωτεύουσας (όπως ο "χαριστικάριος", "δεσπότης μονών" και χωρίων και δραστήριος τοπικός πάτρωνας Μιχαήλ Ψελλός), παλαίμαχοι στρατιωτικοί αλλά και οψικιανές εκκλησιαστικές έδρες και μονές. Το συγκεκριμένο θέμα πρόκειται ωστόσο να αποτελέσει κύριο ερευνητικό θέμα μείζονος προσεχούς δημοσίευσης του γράφοντος.
War in Eleventh Century Byzantium, eds. Georgios Theotokis, Marek Meško, Routledge (Taylor & Francis Group), ISBN 9780367192549, Abingdon, Oxon - New York 2020, pp. 37-65, 2020
The article explores in depth the military factors and events of the insurrection of 1057 in Byza... more The article explores in depth the military factors and events of the insurrection of 1057 in Byzantine Asia Minor and especially the bloody and decisive battle of Hades (August 20); these events led to the abdication of the Emperor Michael VI Bringas (or "Stratiotikos", "Elder") –a member of the central bureaucratic "politikon genos"– and the simultaneous rise of Isaakios Komnenos –a primary leader of the revolt and prominent member of the military aristocracy of Asia Minor ("stratiotikon genos")– to the imperial throne. The paper focuses mainly on the presentation, clarification and analysis of the origins, composition, numbers, equipment, preparation, mobilization and deployment of opponent forces, of the rival commanders, of the battlefield topography, and –finally– of the conduct, outcome and casualties of the battle of Hades. Moreover, it argues that apart from its heavy death toll, the latter had also further and deeper implications, especially in military terms and matters. Modern research evaluates indeed rightly the events of 1057 as a turning point in the political history of the Byzantine Empire during the 11th c. AD (i.e., predominance of the aristocracy in state governance etc.). In our opinion though, the rather neglected military repercussions of the conflict were arguably even more important: the casualties sustained by the Anatolian imperial units in 1057 crippled severely the military strength and the morale of the remaining Eastern field army; therefore, they were crucial to the penetration and establishment of various Turkish tribes into Asia Minor and the subsequent collapse of Byzantine sovereignty in this geographical area during the 1070s.
Το άρθρο μελετά σε βάθος τους στρατιωτικούς κυρίως παράγοντες του μικρασιατικού στασιαστικού κινήματος του 1057 και ειδικά την κρίσιμη μάχη του Άδη (20 Αυγούστου του ιδίου έτους). Η τελευταία σύγκρουση οδήγησε στην εκθρόνιση του Βυζαντινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Στ΄ Βρίγγα (ή «Στρατιωτικού» ή «Γέροντος»), εκπρόσωπο του λεγόμενου "πολιτικού γένους" που ασκούσε εκείνη την περίοδο την κρατική διακυβέρνηση, και στην παράλληλη άνοδο του Ισαακίου (Α΄) Κομνηνού, βασικού ηγήτορα της εξέγερσης και επικεφαλής της μικρασιατικής «στρατιωτικής πληθύος», στον αυτοκρατορικό θρόνο. H μελέτη εστιάζει κυρίως στην παρουσίαση και ανάλυση της προέλευσης, της σύνθεσης, των αριθμών, του εξοπλισμού, της προετοιμασίας, της κινητοποίησης και της ανάπτυξης των αντίπαλων δυνάμεων, των εκατέρωθεν διοικητών• επίσης, στοχεύει στον προσδιορισμό της ακριβούς θέσης και τοπογραφίας του πεδίου μάχης (στην περιοχή της βιθυνικής Νίκαιας) και φυσικά στη διεξαγωγή, το αποτέλεσμα και τις ανθρώπινες απώλειες της καθαυτό σύγκρουσης. Το άρθρο υποστηρίζει ωστόσο παράλληλα ότι, πέρα από το βαρύ φόρο αίματος, η μάχη ενείχε και επιπρόσθετες και βαθύτερες συνέπειες. Η σύγχρονη έρευνα αποτιμά βεβαίως ορθά τα γεγονότα του 1057 ως σημείο καμπής για την πολιτική ιστορία του Βυζαντίου κατά τον 11ο αι. και εξής (επικράτηση των αριστοκρατικών οικογενειών στην κρατική διακυβέρνηση κλπ.). Οι εξελίξεις, ο αντίκτυπος και οι επιπτώσεις του κινήματος σε καθαρά στρατιωτικό επίπεδο δεν είχαν ωστόσο μελετηθεί επαρκώς έως τώρα, αν και στην πραγματικότητα υπήρξαν κατά τη γνώμη μας ακόμη σπουδαιότερα των πολιτικών προεκτάσεων του τελευταίου: Οι απώλειες λ.χ. που υπέστησαν οι μικρασιατικές αυτοκρατορικές δυνάμεις κατά τα 1057 έπληξαν δραστικά τη στρατιωτική ισχύ και το ηθικό του εναπομείναντος ανατολικού στρατού κρούσης (εκστρατείας) του Βυζαντίου• κατά συνέπεια, υπήρξαν αποφασιστικής σημασίας για τις διεισδύσεις και τις εγκαταστάσεις διαφόρων τουρκικών φύλων και ομάδων στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας αλλά και για την επακόλουθη κατάρρευση της βυζαντινής κυριαρχίας στη συγκεκριμένη ζωτικής σημασίας περιοχή κατά τη δεκαετία του 1070.
Γ΄ Ἐπιστημονικὸ Συμπόσιο «Βυζαντινὴ Μακεδονία»: Θεολογία - Ἱστορία - Φιλολογία - Δίκαιο - Ἀρχαιολογία - Τέχνη, Θεσσαλονίκη 14-15 Μαΐου 2016 [Eταιρεία Μακεδονικών Σπουδών. Μακεδονική Βιβλιοθήκη 111], Θεσσαλονίκη, 2019
The paper argues that during the so-called “middle Byzantine period” populations of Slavic and ot... more The paper argues that during the so-called “middle Byzantine period” populations of Slavic and other ethnic origin settled in geographical areas located to the east of Thessaloniki. Moreover, it supports that we could place those settlements with even more precision in the lakes of the Mygdonian basin, in the eastern (mainly) areas of Chalkidiki and at the southern part of the Strymon valley.
In our view, the above installations took place in two distinct time frameworks: (a) The so-called «ἔθνος τοῦ Ῥυγχίνου» ή «Σκλάβοι τοῦ Ῥυγχίνου» («Rhynchinoi», an obvious exonym) along with some other population groups of Slavic or other / mixed racial origin that are generally referred but not specifically mentioned in the sources («λοιπὰ βάρβαρα γένη», «προσπαρακείμενα ἔθνη», «οἱ περὶ αὐτῶν», «πλησιόχωροι Σκλαβήνοι») remained permanently, after the early 620’s and before the mid 670’s, in the valley of the modern Richios river (hence the names «Rhynchinos», «Rhynchinoi»), near the excavated fort of Rentina, and in other surrounding and neighboring areas stretching (from west to east) from the Volvi lake to the village of Λητή / Lete (the so-called “Strymonites”, also an exonym, settled in the Strymon valley). (b) During the mid 10th c. AD, probably after 943 and before 959/60, a rather small population of “Βulgarian-Slavs” («Σκλάβων Βουλγάρων») farmers settled in the region of Hierissos.
The above installations can be traced in a variety of written reports, possibly in limited material findings from the aforementioned geographical areas, but mainly in the place names and anthroponyms of Slavic origin that occur mainly in medieval Athonite documents from the 9th c. AD and following. The descendants of the Slavs coexisted rather peacefully with native Greek-speaking populations and assimilated over time within the Byzantine state framework and the local economic and cultural (religious, linguistic etc.) environment.
Τhe testimony of linguistic evidence for the historical continuity and the wider implications of ... more Τhe testimony of linguistic evidence for the historical continuity and the wider implications of medieval Slavic settlements in the southern part of the Balkan peninsula is of extreme importance, considering also the scarcity of written sources for the so-called “Dark centuries of Byzantium” (7th - 9th c. AD). The linguistic residues of the Slavic presence in this area can be identified separately into (a) proper names (toponyms of settlements and places, hydronyms, ethnonyms, anthroponyms etc.) and (b) common noun loans (or common names) in Medieval and Modern Greek language. The paper includes an introductory part on toponymy and linguistic research regarding mainly the Greek areas (definition, origin and sources of medieval place names and anthroponyms of Slavic or “mixed” etymology). It also analyzes the factors and the necessary scientific methods and criteria for the analysis and use of the above material. Moreover, it contains an overview of the contribution of older and contemporary scholars regarding this subject. It highlights some new data from the research of toponyms. Finally, taking into account the testimony of the rather limited common noun loans of Slavic origin in Greek language, it summarizes the main historical conclusions resulting from the study of linguistic evidence of medieval Slavic installations in Greece.
This paper describes the last historical period (mid. - second half of 11th c. AD) of the so-call... more This paper describes the last historical period (mid. - second half of 11th c. AD) of the so-called Anatolic Theme, a Byzantine military and civilian district in central Asia Minor. The article also contains detailed prosopographical catalogues of the known officials of the Theme during the above time based on sigillographic and written testimonies.
The book attempts to present –for the first time in the international bibliography– a detailed de... more The book attempts to present –for the first time in the international bibliography– a detailed description of the historical life of Abydos (Άβυδος) of Hellespont (Ελλήσποντος, Δαρδανέλλια); the latter was an important ancient and medieval Greek city, situated on the Asiatic shore of Dardanelles, at the once narrowest part of the local Straits (usually named "Stenon of Abydos") and in the surrounding area of the promontory of Nara (an Ottoman and modern Turkish naval base, where free access is prohibited). The monograph also detects the relations between Abydos and other known settlements in the wider region of northwestern Asia Minor (Troad, Hellespont, Mysia, Hellespontine Phrygia).
Αbydos was founded predominantly as a colony of Miletus (ca. 680-650 BC) and had a continuous historical life that lasted about 2.000 years (mid. 7th c. BC - early 14th c. AD). The prosperous ancient city minted various coins between 6th c. BC - 3rd c. AD. Its lively port was used for centuries as a key point for the passage from Europe to Asia and the cruise from the Mediterranean to the Black Sea (and vice versa) as well as a major customs station ("telonion Abydou" during the Roman imperial years, "demosion teloneion" or "kommerkion" or "dekateuterion Abydou" during the medieval period of the city). Byzantine Abydos was also an important administrative center, a military and naval base and an ecclesiastical seat (bishopric and later metropolis).
However, the long and turbulent history of Abydos and its region is virtually unknown in modern years, despite the fact that the city's reputation was particularly widespread during ancient and medieval times in the Mediterranean world. Moreover, for many reasons noted in the book, the settlement does not exist archaeologically in the last two centuries. In short, Abydos constitutes a very interesting case of a virtually lost city during the modern times.
For various reasons, also described in the book, the importance of Abydos had declined during the 13th c. AD and the city was finally abandoned by its population in the early 14th c. AD., mainly because of the Turkish threat in the area. From mid. 15th c. AD the new city of Çanakkale was established gradually (initially named as Kale-i Sultaniye) 5-6 km to the south of Abydos. The ruins of the abandoned urban area of the latter have been systematically pillaged -mainly for construction and other purposes- between the 14th - early 19th c. AD.
For the reconstruction of the long historical life of Abydos (mid. 7th c. BC - early 14th c. AD) and an in-depth analysis of its numerous and largely unknown institutions, the study relies though on the information providing by the written (ancient and medieval) texts but also on the scarce and dispersed epigraphic and the much richer numismatic (the city minted coins between 6th c. BC - 3rd c. AD) and sigillographic data and other archaeological findings regarding (or deriving from) the city. It also takes into account all the contemporary related publications.
[VANIAS publications, Thessaloniki 2017, 752 pages, ISBN: 978-960-288-342-6, text in Greek language with an English summary]
CONTENTS / ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: FOREWORD / ΠΡΟΛΟΓΟΣ … p. xi BIBLIOGRAPHY / ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ … p. xii... more CONTENTS / ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:
FOREWORD / ΠΡΟΛΟΓΟΣ … p. xi
BIBLIOGRAPHY / ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ … p. xiii
Ι. Αbbreviations / Βραχυγραφίες … p. xiii
ΙΙ. Sources / Πηγές … p. xxx
ΙΙΙ. Modern works / Mελέτες … p. xlviii
ΙΝTRODUCTION / ΕΙΣΑΓΩΓΗ (Αντικείμενο έρευνας, περιεχόμενα και στόχοι της μελέτης) … p. 1
PART ONE / ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ (Η περιοχή, τα υλικά ευρήματα και ο πρώιμος ιστορικός βίος της Αβύδου) … p. 9
Α1. Ο Ελλήσποντος και τo Στενὸν τῆς Ἀβύδου … p. 11
Α2. Ο φυσικός λιμένας της Αβύδου και οι οικονομικές συνθήκες της ευρύτερης περιοχής … p. 19
Α3. Ενδοαστικός και περιαστικός χώρος της Αβύδου (τοπογραφικά δεδομένα - υλικά ευρήματα - μαρτυρίες περί κτισμάτων και πληθυσμιακών μεγεθών) … p. 27
Α4. Νομισματοκοπείο και νομίσματα της Αβύδου (6ος αι. π.Χ. - 3ος αι. μ.Χ.) … p. 42
Α4α. Γενικές παρατηρήσεις για τα νομισματοκοπεία της βορειοδυτικής Μ. Ασίας και τα προβλήματα της σύγχρονης νομισματικής έρευνας … p. 42
Α4β. Το αβυδηνό νομισματοκοπείο από τον 6ο έως τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. … p. 47
Α4γ. Το αβυδηνό νομισματοκοπείο από τα τέλη του 4ου έως το 2ο αι. π.Χ. … p. 54
Α4δ. Το αβυδηνό νομισματοκοπείο από τον 1ο αι. π.Χ. έως τα μέσα του 3ου αι. μ.Χ. … p. 67
Α4ε. Εικονογραφία και επιγραφές των αβυδηνών νομισμάτων … p. 78
Α4στ. Η παύση λειτουργίας του αβυδηνού νομισματοκοπείου (μέσα 3ου αι. μ.Χ.) … p. 84
Α5. Η Άβυδος και η περιοχή της από τους ομηρικούς έως τους ελληνιστικούς χρόνους (12ος - 2ος αι. π.Χ.) … p. 88
Α5α. Η περιφέρεια της Αβύδου πριν από την ίδρυση της ομώνυμης ελληνικής πόλεως (υπομυκηναϊκή περίοδος - γεωμετρική εποχή, 12ος - 8ος αι. π.Χ.) … p. 88
Α5β. Η ίδρυση της Αβύδου (ca. 680-650 π.Χ.) … p. 96
Α5γ. Ονοματολογικά, ανθρωπωνύμια, σκωπτικά, μυθολογικά και συγγραφείς της αρχαίας Αβύδου … p. 103
Α5δ. Η Άβυδος κατά τους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους: ιστορία, πολίτευμα και αστικοί θεσμοί (7ος - 4ος αι. π.Χ.) … p. 119
Α5ε. Η Άβυδος κατά τους ελληνιστικούς χρόνους - Το Κοινὸν τῶν πόλεων Ἀθηνᾶς Ἰλιάδος (4ος - 2ος αι. π.Χ.) … p. 170
Α6. Η Άβυδος και η περιοχή της κατά την περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας (2ος αι. π.Χ. - 4ος αι. μ.Χ.) … p. 213
Α6α. Η δημιουργία της ἐπαρχίας Ἀσίας και η διοικητική της οργάνωση … p. 213
Α6β. Οικονομία - φορολογία στην Ἀσίαν: Η lex Sempronia de Asia και η ρωμαϊκή διείσδυση / Η lex portorii Asiae και το τελώνιον Ἀβύδου … p. 221
Α6γ. Η Άβυδος και το λοιπό αστικό δίκτυο της Ἀσίας … p. 239
Α6δ. Ο αστικός βίος κατά την ύστερη αρχαιότητα και η περίπτωση της Αβύδου (παρακμή, μετασχηματισμός ή συνέχεια;) … p. 277
Α6ε. Η διοίκησις Ἀσιανῆς και η ἐπαρχία Ἑλλησπόντου … p. 323
Α6στ. Η Άβυδος, τα ἐμπόρια και οι λοιποί οικισμοί του Ἑλλησπόντου κατά τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους … p. 331
PART TWO / ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ (Η γεωπολιτική και οικονομική σημασία της μεσαιωνικής Αβύδου, oι επικοινωνίες και οι οικισμοί της ευρύτερης περιοχής) … p. 349
Β1. Η στρατηγική και οικονομική σπουδαιότητα της Αβύδου και του Ελλησπόντου σύμφωνα με τις μαρτυρίες των βυζαντινών πηγών … p. 351
Β2. Το οδικό δίκτυο, οι θαλάσσιες επικοινωνίες, οι αποστάσεις και οι βυζαντινοί οικισμοί στην περιοχή της Αβύδου και των Στενών … p. 373
PART THREE / ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ (Η Άβυδος και ο Ελλήσποντος κατά τους 5ο - 10ο αι.) … p. 379
Γ1. Η Άβυδος ως σημείο ελέγχου των πλοίων και τελωνειακός σταθμός: προβλήματα και ερμηνείες (5ος - 6ος αι.) … p. 381
Γ1α. Το Έδικτον της Αβύδου (επιγραφή, είδος, μέρη, περιεχόμενο διατάγματος) και η annona civica … p. 381
Γ1β. Ο ἄρχων / κόμης Ἀβύδου στο δημόσιον τελωνεῖον / κομμέρκιον / δεκατευτήριον Ἀβύδου και στα Στενά - Χρονολόγηση / ερμηνεία του Εδίκτου της Αβύδου και η περίπτωση της annona militaris … p. 392
Γ1γ. H σημασία του δημοσίου τελωνείου Ἀβύδου και τα σύνορα της ειδικής φορολογικής και οικονομικής ζώνης της Κων/πόλεως … p. 408
Γ2. Η ἐπαρχία Ἑλλησπόντου επί Ιουστινιανού Α´ και ο παρεμβατικός ρόλος των ἐπισκόπων στην περιφερειακή κρατική διοίκηση … p. 411
Γ3. H στρατιωτική οργάνωση της Αβύδου και των Στενών από τον 6ο αι. και εξής (ἄρχων / κόμης, κένταρχος, χαρτουλάριος, Στενῖται, στρατιῶται) … p. 415
Γ4. Η οικονομική και διοικητική οργάνωση της Αβύδου και των Στενών κατά τους 7ο - 10ο αι. … p. 419
Γ4α. Οι νέες πολιτικές και οικονομικές συνθήκες και η περαιτέρω ενίσχυση της σημασίας της Αβύδου κατά τους 7ο - 8ο αι. … p. 419
Γ4β. Ἀποθῆκαι, κομμερκιάριοι και κομμέρκια στην περιοχή του Ελλησπόντου και στην Άβυδο … p. 422
Γ4γ. Αξιωματούχοι και υπάλληλοι στην Άβυδο κατά τους 8ο - 10ο αι. (ἄρχων / κόμης, παραφύλαξ / φύλαξ, στράτωρ, τουρμάρχης, luminarchus, κομμερκιάριος, φορολόγος, μετρητής, ἀβυδικός, ἀβυδιτικός, ἀβυδάριος, ὑπολόγιος, ἐπείκτης, βικάριος, ταβουλάριος, νοτάριος, ξυλοκάλαμος, γραφεύς) … p. 437
PART FOUR / ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ (Η Άβυδος και ο Ελλήσποντος κατά τους 11ο - 15ο αι.)… p. 45
Δ1. Διοικητικές μεταβολές και λοιπές εξελίξεις στα Στενά κατά τον 11ο αι.: o στρατηγὸς Ἀβύδου … p. 455
Δ2. Η διοικητική υπαγωγή της Αβύδου: «θέμα Αβύδου», Ὀψίκιον ή Αἰγαῖον; … p. 458
Δ2α. Το πρόβλημα: παράθεση και αξιολόγηση των αναφορών των πηγών και των σύγχρονων απόψεων … p. 458
Δ2β. Η προτεινόμενη λύση: η υπαγωγή του κόμητος / ἄρχοντος / παραφύλακος / στρατηγοῦ Ἀβύδου στον δρουγγάριον τοῦ πλοΐμου και της περιοχής της Αβύδου στο Ὀψίκιον … p. 468
Δ3. Η εμφάνιση των Τούρκων και οι επιπτώσεις της για την περιοχή της Αβύδου (τέλη 11ου - 12ος αι.) … p. 474
Δ3α. Ο κατεπάνω (ή δοὺξ) Ἀβύδου … p. 474
Δ3β. Η βενετική παρουσία στην Άβυδο … p. 478
Δ3γ. Η Εκκλησία της Αβύδου: από την ἐπισκοπήν στη μητρόπολιν … p. 48
Δ3δ. Η στρατιωτική ενίσχυση της περιοχής της Αβύδου και οι Τούρκοι … p. 486
Δ4. H περιοχή της Αβύδου κατά τους 13ο - 15ο αι.: το λυκόφως της βυζαντινής κυριαρχίας στα Στενά και οι πρώιμοι οθωμανικοί χρόνοι … p. 497
Δ4α. Φράγκοι, Βενετοί, Γενουάτες και Βυζαντινοί στον Ελλήσποντο κατά το 13ο αι. - Η ανάδειξη της Λαμψάκου εις βάρος της Αβύδου … p. 497
Δ4β. Η τουρκική κατάκτηση της βορειοδυτικής Μ. Ασίας (αρχές 14ου αι.) … p. 509
Δ4γ. Η ερήμωση της Αβύδου και της ευρύτερης περιοχής της (ca. 1304-1310/18) και το θρακικό οικωνύμιο Ἀβυδηνοί (ca. 1326/27) … p. 514
Δ4δ. Οι Οθωμανοί στη βορειοδυτική Μ. Ασία και στον Ελλήσποντο (μέσα 14ου αι.) … p. 522
Δ4ε. Νέες συνθήκες στον Ελλήσποντο και στην ευρύτερη περιοχή: Kale-i Sultaniye (νεότ. Çanakkale) αντί Αβύδου (τέλη 14ου - μέσα 15ου αι.) … p. 526
CONCLUSIONS / ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ … p. 534
SUMMARY … p. 570
APPENDIX I / ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I: Περί ἀποθηκῶν και βασιλικῶν κομμερκίων … p. 577
APPENDIX II / ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II: Περί κομμερκιαρίων … p. 592
INDEX / ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ … p. 603
MAP - PHOTOS / ΧΑΡΤΗΣ - ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ … p. 636
This extensive book (2 volumes, 134 pages of sources and modern bibliography, 716 pages of main t... more This extensive book (2 volumes, 134 pages of sources and modern bibliography, 716 pages of main text, prosopographical lists and index, 4046 references) -based on the research of my PhD thesis- examines in depth the administrative and military organization of the Anatolian / Asiatic regions of the Byzantine Empire (i.e. Eastern border and Central Asia Minor) during the 11th century AD.
Moreover, it describes in detail the political and military developments by region.
Finally, it attempts to trace and evaluate the most important causes that led to the collapse of Byzantine sovereignty in the above geographical areas after the mid. 11th century: internal political instability; overexposure of the new established Byzantine border to vast and inhomogeneous regions (Armenia, northern Mesopotamia, Cilicia, northern Syria); hostility of some of the local populations and their leadership to the local Byzantine authorities and (in general) to the imperial sovereignty and rule; Turkish military pressure across the whole imperial eastern border and the interior; difficulty in dealing with the new enemy for a variety of reasons (agility, multidimension etc.); new administrative and military organization (δουκάτα / doukates, κατεπανάτα / katepanates etc.) that had not yet fully established and properly consolidated, when if faced the deadly external threat; insufficient local leadership and fragmentation of command; personal interests and actions that led to confusion, segregation and dissolution; lack of sufficient military and economic resources; inadequate or bad diplomatic choices from the central and regional administration; decline of the old thematic system and the military organization in the interior of Asia Minor; consequent lack of defense in depth, poor regular and tactical organization, discouragement of imperial local armies and troops.
Extensive prosopographical catalogues of the political and military imperial officers, who served in the above areas during the 11th century AD, are also listed (based on the information provided primary by the known sigillographic evidence and other epigraphic material and -of course- the written sources).
[Centre for Byzantine Research. Byzantine Texts and Studies 43A-B, Thessaloniki 2007, ISBN: 978-960-7856-22-7, text in Greek language]
The monograph (text in Greek language) examines in depth the life, military career and especially... more The monograph (text in Greek language) examines in depth the life, military career and especially the uprising ("stasis") of the Norman (some claim Frank) mercenary commander of the Byzantine imperial army Ursel (or Roussel) de Bailleul, also known as "Ursellus de Ballione" (in Latin), "Roscelin" and "Roskelin". In medieval Greek narrative texts Ursel's name was attributed as "Ρουσέλιος" or "Ουρσέλιος" or "Ρωσέλης ο Φράγγος" and not as "Φραγγόπωλος" (= "Son of Frank"), as many modern researchers claim incorrectly. Besides Ursel's life and actions, the book also studies the internal political and military situation of the Byzantine Empire during the crucial period of the mid-11th century AD.
From what we know, Ursel served initially under the leaders of the Norman Hauteville family during their conquest campaigns in the Southern part of the Italian peninsula and in Sicily. According to Gaufredus Malaterra, he took part under the command of Roger de Hauteville in the battle of Cerami (Sicily, June 1063 AD) against the Saracens (i.e. Zirid Arabs), where he fought with bravery. Soon after that though, he chose to enlist in the ranks of the contemporary Byzantine army; for a time he served in the Balkan peninsula as an imperial mercenary officer. According to the inscription of his preserved seal, he held the Byzantine title of "vestes" (the reverse seal's invocation to Virgin Mary reads "Θεοτόκε βοήθει τω σω δούλω Ουρσελίω βέστη τω Φράγγω" / "Mother of God protect your servant vestes Ursel the Frank").
Some years later, Ursel took active part in the campaign, that led to the famous battle of Manzikert (26 August 1071 AD) between the Byzantine army, led by the emperor Romanos IV Diogenes, and the Seljuk army of sultan Alp Arslan; he did not fight in the battle itself though, as his cavalry force was obliged to withdraw from nearby Chliat and retreat to the West suffering casualties under strong enemy pressure. For his failure to reunite and reinforce the forces of Romanos, before the critical main clash of the two armies in Manzikert, Ursel was accused -rather incorrectly in our opinion- of cowardice and betrayal.
After the dethronement and the blinding of of Romanos IV (1072), Ursel continued to serve his successor, emperor Michael VII Doukas (1071-1078). He then decided though to betray the Byzantines (1073) and take advantage of the chaotic conditions that prevailed in Asia Minor (Anatolia) after the battle of Manzikert (intra-Byzantine conflicts, Turkish incursions, population fleeing etc.). Apparently, Ursel's main aim between 1073-1076 was the foundation of a personal hegemony within the limits of the same geographical region (perhaps a new small "Normandy", as the Hautevilles managed to create in Southern Italy). After defeating the Byzantines in the battle of Zombos bridge (in Sangarios river), he marched until the Asian suburbs of Constantinople, where he sacked Chrysopolis; he then even tried to impose his own candidate for the imperial throne (the captured Caesar John Doukas, uncle of Michael VII). In his efforts, Ursel was supported primarily by the Frankish and Norman knights and soldiers that the Byzantine government had already posted in Asia Minor, especially in the Armeniakon thema and the local city of Amaseia, where the Norman leader was apparently popular (primarily because of fear, according to Byzantine writers). The Byzantine government had to negotiate then with Turkish emirs (i.e. Artuch and Tutach), who had infiltrate with their forces in the area of Bithynia; Michael Doukas' regime also tried to secure the support of the "Great Seljuk" sultan Malik Shah, in order to suppress the movement of Ursel. The Turks managed to defeat the numerically inferior army of Ursel and captured the Norman leader; soon after that though the latter managed to escape. Ursel found then refuge, along with his family, in the Armeniakon, where he had additional trusted soldiers as local guards. Finally, the talented young general (and future emperor) Alexios I Komnenos achieved Ursel's arrest in Amaseia and took him as a captive to the Byzantine capital.
In our opinion, the rebellion and actions of Ursel has been of key importance for the collapse of imperial control in the interior of Asia Minor after 1073 and the establishment of incoming Turkish tribes within the area. It also prevented for three years (i.e. 1073-1076) the immediate communications of Constantinople with the vast Eastern border and neighboring areas of the Empire (extending from Cappadocia and Cilicia to Northern Syria, Northern Mesopotamia and Western Pontus); that situation led -more or less- to the loss of central imperial control over the local (Armenian and other) officers and forces and -consequently- of the above geographical area. In a sense, Ursel's movement heralded subsequent political and military developments (i.e. the arrival of the Western Crusaders and its implications) in the Middle East.
Βυζαντινά. Επιστημονικό όργανο Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών Αριστοτελείου Πανεπιστημίου 40 (2023) 4... more Βυζαντινά. Επιστημονικό όργανο Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών Αριστοτελείου Πανεπιστημίου 40 (2023) 47-122
The object of study of this paper is the technical term "kommerkion" (in Greek or Medieval Latin / Italian: σύνηθες νενομισμένο μεγάλο καὶ καθολικὸν κομμέρκιον, κομέρκιον, κωμέρκιν, κομ[μ]έρκιν, κουμ[μ]έρκιον, κουμμέρκι[ν], κομ[μ]έρκιος [φόρος], chomerchio del mercato, comerclum maris, dirictus commercii vel dohane, com[m]erchio, com[m]ercium, commerchium, com[m]ergium, chomerchio grande, com[m]ergio, commerkio, comerclo [magno], comercle, com[m]erclum, comertium, comeritium, cabella comerchii, ius commerkii, ius comergij), during the Middle Ages (including the Byzantine Empire, the regions of (Greek) Latin Romania after the Fourth Crusade [1204] and the early Ottoman Empire). Within Byzantium the term "kommerkion" indicated (also) the state customs stations, although here is studied in its more common meanings, primarily in the sense of a commercial / customs duty in the circulation of exported and imported goods (usually "ad valorem" = according to their value) but also as a predetermined percentage charge (i.e. monetary or –less often– in kind) in purchases and sales of various products. The amount of the tax (mentioned in the sources from the 8th c. onwards) constituted usually 10% of the value of the trading goods; this means that "kommerkion" was practically equivalent to the collection of the so-called "dekate" imposed by Justinian I on the new state customs during the mid-6th c. However, the tax privileges that gradually began to be granted from the Byzantine emperors to the Italian maritime republics from the end of the 10th c. onwards –and to other recipients as well– practically meant that the height of the "kommerkion" varied during the last Byzantine centuries. For example, in the various continental and island regions of the Latin occupied Greece, "kommerkion", usually ranged somewhere between 2-6% ad valorem of cargoes. Contrary to the common belief, the revenue from the collection of the "kommerkion" was important to the Byzantine treasury; this means that its broad reductions and other similar privileges granted to third parties had important economic and political implications for the interests of the Empire.
Αντικείμενο μελέτης του συγκεκριμένου άρθρου αποτελεί το λεγόμενο "κομμέρκιον", πρωτίστως με την έννοια του εμπορικού-τελωνειακού δασμού στη διακίνηση εξαγόμενων και εισαγόμενων αγαθών, συνήθως "ad valorem" (= επί της αξίας αυτών), αλλά και ως προκαθορισμένη ποσοστιαία επιβάρυνση (χρηματική ή σπανιότερα σε είδος) στις αγοραπωλησίες διαφόρων προϊόντων κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους (συμπεριλαμβανομένων, εκτός του Βυζαντίου, των περιφερειών της ελλαδικής -ηπειρωτικής και νησιωτικής- λατινικής Ρωμανίας και της πρώιμης Οθωμανικής αυτοκρατορίας).
Byzantina Symmeikta 34 (2024) 351-389. This paper stems from a broader and more comprehensive... more Byzantina Symmeikta 34 (2024) 351-389.
This paper stems from a broader and more comprehensive study currenly under preparation. It focuses mainly on the Greek and Latin historiographical tradition (or more precisely traditions), the other information (chronological, geographical, material remains, etc.) as well as the main research problems regarding the initial stages of the "Gothic war" between the years 377-382. As such, the article examines the entry of the Thervingi Goths into Roman Thrace (most likely in late spring or summer of 376), as well as their subsequent local uprising and the Battle of Marcianoupolis that immediately followed (probably in early [winter] of 377).
Το παρόν άρθρο αποτελεί ουσιαστικά προπομπό μιας ευρύτερης και πιο διεξοδικής μελέτης (υπό προετοιμασία). Επισημαίνει και σχολιάζει την ελληνική και λατινική ιστοριογραφική παράδοση (ή ακριβέστερα παραδόσεις), τις λοιπές πληροφορίες (χρονολογικές, γεωγραφικές, υλικά κατάλοιπα κ.λπ.) καθώς και τα κυριότερα ερευνητικά προβλήματα σχετικά με τα αρχικά στάδια του «γοτθικού» πολέμου μεταξύ των ετών 377-382. Ως εκ τούτων, εξετάζει την είσοδο των Γότθων Thervingi στη ρωμαϊκή Θράκη (πιθανότατα στα τέλη της άνοιξης ή το καλοκαίρι του 376), καθώς και τη μετέπειτα εξέγερσή τους και τη μάχη της Μαρκιανούπολης που αμέσως ακολούθησε (μάλλον στις αρχές [χειμώνα] του 377). Μολονότι αυτή η τελευταία σύγκρουση δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο εξειδικευμένης μελέτης μέχρι τώρα, διαθέτει –κατά τη γνώμη μας– αξιοσημείωτη ιστορική σημασία για διάφορους λόγους: αφενός, ήταν η πρώτη μεγάλη ένοπλη σύγκρουση που κέρδισαν άτακτοι Γότθοι πολεμιστές εναντίον του τακτικού ρωμαϊκού στρατού έπειτα από πολλές δεκαετίες· αφετέρου, οδήγησε στην καταστροφή των βυζαντινών δυνάμεων της Θράκης από τους Γότθους Thervingi. Τέλος, αποτέλεσε το προοίμιο του λεγόμενου «αξιοθρήνητου πολέμου», δηλαδή της περιβόητης μάχης της Αδριανούπολης (9 Αυγούστου 378), με τις εκτεταμένες επιπτώσεις της για την ακεραιότητα και τη μοίρα της ύστερης Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας
Journal of Oriental and African Studies 33 (2024) 131-156. This paper basically summarizes som... more Journal of Oriental and African Studies 33 (2024) 131-156.
This paper basically summarizes some early key findings of a wider specialized research in progress on the Byzantine "Opsikion (or Opsician) Theme" (Gr. Θέμα Ὀψικίου) and NW Asia Minor in general during the 11th c. The latter will focus –as much as is viable– on the analysis of the local geographical, population, demographic, economic, administrative, political and military data as well as on the reconstruction of the existing residential, productive, social, intellectual / spiritual, ecclesiastical and monastic networks of contacts and interdependencies. At the same time, it shall aim on the examination of some critical changes that occurred in many of the above fields during the same period of time, on the causes of their manifestation and their internal relationship as well as on the historical effects of all of these in the specific geographical area. In short, our research will support that the residential network and the demographic base of the Opsikion Theme were prosperous and strong during the 11th c. These conditions are demonstrated in various ways through the testimonies of the numerous local toponyms (i.e. names of various existing settlements) as well as the density of the rural and civic monastic foundations, church networks and administra- tions, and the wide range of various human contacts and the extensive social and economic mobility, etc. During the same period, Opsikion had essentially turned into an agricultural (production and supply) hinterland of Constantinople; it constituted a wide field of investment / economic action as well as of social and influence of the then (young) distinguished men of the latter, such as Michael Psellos. The methods of penetration of these powerful figures into the region were varied (imperial donations, private purchases, institutions such as the so-called "charisteke", "pakteusis proasteiou" etc.). The control and exploitation of local primary production (mainly products from agriculture, animal husbandry, fishing and forestry) as well as the tertiary sector (basically the benefits from trade, transport, communications and product storage) have already become from the 10th and even more so in the 11th c., intensively, systematically and highly profitable. The broader supervision of Opsikion was now taken over by the local appointed "krites" (i.e. judge), whose responsibilities far exceeded the field of justice. Much of the local population had been reduced to "paroikoi" (i.e. serfs) and other dependent people. The latter worked or leased lands belonging to powerful landlords and local "despotes" (i.e. patrons to whom they often resorted for protection), to local Churches or monasteries, and to the crown or the State. Αs such, the recruitment base and military power of the Opsikion had been drastically undermined. The latter developments though led to the temporary loss of the wider region for the Byzantine empire, when the invading Turks first appeared locally (i.e. capture of Nicaea, the administrative seat of Opsikion, by Süleyman Kutlumuş in 1081).
Το άρθρο ουσιαστικά συνοψίζει ορισμένα πρώιμα βασικά πορίσματα μιας ευρύτερης εξειδικευμένης έρευνας εν εξελίξει σχετικά με το βυζαντινό "θέμα Ὀψικίου" και γενικότερα τη βορειοδυτική Μικρά Ασία κατά τον 11ο αι. Η τελευταία σκοπεύει με την ολοκλήρωσή της να αναλύσει κατά το δυνατόν τα τοπικά γεωγραφικά, πληθυσμιακά, δημογραφικά, οικονομικά, διοικητικά, πολιτικά και στρατιωτικά δεδομένα καθώς και να ανασυνθέσει τα τότε υπάρχοντα οικιστικά, παραγωγικά, κοινωνικά, πνευματικά, εκκλησιαστικά και μοναστικά δίκτυα επαφών και αλληλεξαρτήσεων. Παράλληλα, θα επικεντρωθεί στην εξέταση ορισμένων κρίσιμων μεταβολών που σημειώθηκαν σε πολλά εκ των ανωτέρω πεδίων κατά την ίδια χρονική περίοδο, στα αίτια εκδήλωσης και στην εσωτερική τους σχέση καθώς και στις ιστορικές επιπτώσεις όλων αυτών στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. Εν ολίγοις, η έρευνά μας θα υποστηρίξει ότι το οικιστικό δίκτυο και η δημογραφική βάση του Οψικίου ήταν ακμαίες και ισχυρές κατά τον 11ο αι. Οι συνθήκες αυτές καταδεικνύονται ποικιλοτρόπως από τις μαρτυρίες των πολυάριθμων τοπικών τοπωνυμίων (υφιστάμενων ποικίλων οικισμών) καθώς και της πυκνότητας των υφιστάμενων μοναστικών καθιδρυμάτων, εκκλησιαστικών διοικήσεων, ανθρώπινων επαφών, κινητικότητας κλπ. Το Οψίκιον είχε ουσιαστικά μετατραπεί εκείνη την περίοδο σε αγροτική (παραγωγική και ανεφοδιαστική) ενδοχώρα καθώς και σε πεδίο επενδυτικής / οικονομικής δράσης και κοινωνικής και επιρροής των τότε (νέων) διακεκριμένων ανδρών της τελευταίας, όπως ήταν λ.χ. ο Μιχαήλ Ψελλός. Οι μέθοδοι διείσδυσης των τελευταίων στην περιοχή ήταν ποικίλες (αυτοκρατορικές δωρεές, ιδιωτικές αγορές, θεσμοί "χαριστικῆς" (δωρεάς), "πακτεύσεως προαστείων" κ.ά.). O έλεγχος και η εκμετάλλευση της κατά τόπους πρωτογενούς παραγωγής (κυρίως των προϊόντων εκ της γεωργίας, κτηνοτροφίας, αλιείας και δασοπονίας) αλλά και του τριτογενούς τομέα (βασικά τα οφέλη εκ του εμπορίου, των μεταφορών, των επικοινωνιών και της αποθήκευσης προϊόντων) κατέστησαν, ήδη από το 10ο και ακόμη περισσότερο τον 11ο αι., εντατικά, συστηματικά και ιδιαίτερα προσοδοφόρα. Την ευρύτερη εποπτεία του Οψικίου είχε πλέον αναλάβει ο ΄κριτής΄ του ΄θέματος΄, οι αρμοδιότητες του οποίου υπερέβαιναν κατά πολύ τον τομέα της απονομής δικαιοσύνης. Μεγάλο μέρος του τοπικού πληθυσμού είχε μετατραπεί σε "παροίκους" και λοιπούς εξαρτημένους ανθρώπους. Οι τελευταίοι εργάζονταν ή επινοικίαζαν γαίες που ανήκαν σε ισχυρούς ιδιοκτήτες και τοπικούς "δεσπότας" (πάτρωνες στους οποίους κατέφευγαν συχνά για προστασία), σε τοπικές Εκκλησίες ή μονές και στο στέμμα ή το κράτος. Η στρατολογική βάση και η στρατιωτική ισχύς του "θέματος Ὀψικίου" είχαν υπονομευθεί, εξελίξεις που οδήγησαν στην προσωρινή απώλεια της ευρύτερης περιοχής για την αυτοκρατορία, όταν εμφανίστηκαν τοπικά οι Τούρκοι (κατάληψη Νίκαιας, διοικητικής έδρας του Οψικίου, από τον Σουλεϊμάν Κουτλουμούς το 1081).
Domus Byzantinus : A Periodical of Medieval Greek History and Civilization / Βυζαντινός Δόμος. Πε... more Domus Byzantinus : A Periodical of Medieval Greek History and Civilization / Βυζαντινός Δόμος. Περιοδικό μεσαιωνικής ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού 31 (2023) 69-113
K. & M. Stamouli Publications / Εκδοτικός Οίκος Κ. & Μ. Σταμούλη
ISSN:1106-1901
This paper re-examines the generally known (and until now usually accepted without serious challenge) sparse information that can be found in Byzantine historiography as well as in modern bibliography regarding the empress ("augusta") and first wife of the Eastern Roman emperor Heraclius (610-641 CE), widely known as “Fabia - Eudocia”; however, it also takes into consideration the references to her that can be traced in some Hispano-African texts from the mid. 8th c. CE, in a catalogue of Εcumenical patriarch Nikephoros I (late 8th c. CE), in later handwritten versions of a Constantine Porphyrogenitus’ catalog from the early 11th c. preserved in codices of the 15th c. CE, in Iberian or Franco-Iberian chronicles from the 12th c. CE, as well as other relative information that can be obtained from papyri, hagiographies / lists of saints, and material findings (inscriptions, images, jewelry, coinage etc.).
Το άρθρο αποτελεί εκτενή προσωπογραφική μελέτη της ευρέως λεγόμενης «Φαβίας» ή ακριβέστερα Αιλίας Φλαβίας (λατ. Aelia Flavia), γνωστής και (δια του μετέπειτα ονόματός της) ως Ευδοκία (βίος: ca. 585/90 - 13 Αυγούστου 612). Η Αιλία Φλαβία υπήρξε βυζαντινή "αὐγούστα" ή "δεσπότις" / "δέσποινα Ῥωμαίων" (στους ύστερους βυζαντινούς χρόνους αναφέρεται εναλλακτικά και ως "βασίλισσα" ή "αὐτοκράτειρα"), ως πρώτη σύζυγος (5 Oκτωβρίου 610 - 13 Αυγούστου 612) του αυτοκράτορος Φλαβίου Ηρακλείου (610-641)· παράλληλα, ήταν μητέρα της πρωτογέννητης Επιφαν(ε)ίας - Ευδοκίας και του πρωτότοκου (εκ των υιών) και διαδόχου του τελευταίου, βραχύβιου αυτοκράτορος Ηρακλείου - Κωνσταντίνου Γ´ (641). Η μελέτη επανεξετάζει τις αρκετά γνωστές αναφορές που απαντούν στη βυζαντινή γραμματεία (όπου κατονομάζεται ανακριβώς ως "Φαβία") αλλά και στην παλαιότερη και νεότερη βιβλιογραφία για τη συγκεκριμένη ιστορική προσωπικότητα. Ωστόσο, λαμβάνει παράλληλα υπόψη τις αναφορές για την ίδια που απαντούν (μεταξύ άλλων) σε ισπανο-αφρικανικά κείμενα των μέσων του 8ου αι., σε κατάλογο του Οικουμενικού πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νικηφόρου Α´ από τα τέλη του 8ου αι., σε μεταγενέστερες χειρόγραφες παραδόσεις καταλόγου του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου του από τις αρχές του 11ου αι. (διασώζονται σε κώδικες του 15ου αι.), σε μεταγενέστερα ιβηρικά ή γαλλο-ιβηρικά χρονικά του 12ου αι.· επίσης, περαιτέρω πληροφορίες για το πρόσωπό της που μπορούν να αντληθούν από παπύρους, συναξάρια και ποικίλα υλικά ευρήματα (επιγραφές, εικόνες, κοσμήματα, ίσως νομίσματα κ.ά.). Το συγκεκριμένο υλικό συνήθως δεν συνυπολογιζόταν έως τώρα στην ειδική ή σχετική έρευνα για την ίδια.
Domus Byzantinus : A Periodical of Medieval Greek History and Civilization / Βυζαντινός Δόμος: περιοδικό μεσαιωνικής ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού 29 (2021) [Μελέτες στη μνήμη του Benjamin C. Hendrickx] 245-262, 2021
During the 11th c. CE the high-ranking civic officials (e.g. judges: "kritai" or "praitores") of ... more During the 11th c. CE the high-ranking civic officials (e.g. judges: "kritai" or "praitores") of the Opsician Theme (e.g. the administrative unit that covered most of northwest Byzantine Asia Minor / Anatolia) had completely overshadowed or even partially replaced the senior military officers (e.g. generals: "strategoi" and later "dukes"); the former exercised by then a variety of duties, in addition to their purely judicial powers. The holders of the office of "krites Opsikiou" usually descended from distinguished families of that time, although normally they were not associated with the traditionally powerful Roman clans of central and northern Asia Minor, who held large landholdings and direct access to provincial troops; on the contrary, they originated mainly from the governmental, bureaucratical and financial circles of the so-called (at that time) "politikon genos" of Constantinople. The Opsician judges were highly educated men and held prestige, special administrative and economic powers, wide intervention capacities and social influence in their areas and beyond, as well as access or direct contact with the Byzantine emperor himself. The latter treated them as his personal envoys in the region of their appointment, which was considered to hold particular importance for the economy of the Empire and the safety of its political and strategic core. The once prominent, glorified, imperial and God protected ("basilikon" and "theophylakton") Opsician Theme had declined as a strictly military unit during the 11th c. The wider area that covered administratively had been gradually transformed by then in an exclusively economic, fiscal and judicial district, which was characterized by a dense residential network and developed productive and other infrastructures. Mighty actors such as the state, the crown and members of the imperial families, prominent officials of the Byzantine capital (such as the "charistikarios", "despot[es]" of monasteries, villages and peasants and active local patron Michael Psellos), veteran militaries and local ecclesiastical seats and monasteries. The latter subject, however, will be the main research topic of a major forthcoming publication by the same author.
To λεγόμενο "θέμα Οψικίου" κάλυπτε διοικητικά και στρατιωτικά το μεγαλύτερο γεωγραφικό τμήμα της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας κατά τη μέση βυζαντινή περίοδο. Από τα τέλη του 10ου και κατά τον 11ο αι. ανώτατοι πολιτικοί αξιωματούχοι ("κριταί" ή "πραίτωρες") είχαν πλέον επισκιάσει εντελώς ή και μερικώς υποκαταστήσει τους "στρατηγούς" στην κορυφή της διοικητικής ιεραρχίας του συγκεκριμένου θέματος: οι ίδιοι ασκούσαν μάλιστα ποικίλα και πολλαπλά καθήκοντα, πέραν των αμιγώς δικαστικών αρμοδιοτήτων τους. Οι φορείς του συγκεκριμένου αξιώματος κατάγονταν συνήθως από διακεκριμένες οικογένειες της εποχής, χωρίς όμως να συνδέονται με τις παραδοσιακές ισχυρές φαμίλιες της κεντρικής και βόρειας Μικράς Ασίας με τις μεγάλες γαιοκτησίες και τις άμεσες προσβάσεις στα επαρχιακά στρατεύματα· τουναντίον, μάλλον προέρχονταν κυρίως από τους κύκλους του τότε λεγόμενου "πολιτικοῦ γένους" της βυζαντινής πρωτεύουσας. Διέθεταν υψηλή μόρφωση, κύρος, ευρείες παρεμβατικές δυνατότητες και ιδιαίτερη κοινωνική επιρροή καθώς και πρόσβαση ή επαφή με τον αυτοκράτορα. Ο τελευταίος τους αντιμετώπιζε ως προσωπικούς απεσταλμένους του στην περιφέρεια διορισμού τους, η οποία θεωρείτο ιδιαίτερης σπουδαιότητας. Το παλαιό και κάποτε προβεβλημένο, ένδοξο και βασιλικό "θέμα Ὀψικίου" είχε πια παρακμάσει ως αμιγώς στρατιωτικό σώμα. Η ευρύτερη περιοχή που κάλυπτε διοικητικά είχε πλέον μετατραπεί κατά την ίδια περίοδο σε μία αμιγώς οικονομική, φορολογική και δικαστική περιφέρεια, η οποία χαρακτηριζόταν από πυκνό οικιστικό δίκτυο και αναπτυγμένες παραγωγικές και λοιπές υποδομές· σε αυτήν δραστηριοποιούνταν και επένδυαν ποικιλοτρόπως ισχυροί παράγοντες όπως το κράτος, το στέμμα και μέλη των αυτοκρατορικών οικογενειών, διακεκριμένοι αξιωματούχοι της πρωτεύουσας (όπως ο "χαριστικάριος", "δεσπότης μονών" και χωρίων και δραστήριος τοπικός πάτρωνας Μιχαήλ Ψελλός), παλαίμαχοι στρατιωτικοί αλλά και οψικιανές εκκλησιαστικές έδρες και μονές. Το συγκεκριμένο θέμα πρόκειται ωστόσο να αποτελέσει κύριο ερευνητικό θέμα μείζονος προσεχούς δημοσίευσης του γράφοντος.
War in Eleventh Century Byzantium, eds. Georgios Theotokis, Marek Meško, Routledge (Taylor & Francis Group), ISBN 9780367192549, Abingdon, Oxon - New York 2020, pp. 37-65, 2020
The article explores in depth the military factors and events of the insurrection of 1057 in Byza... more The article explores in depth the military factors and events of the insurrection of 1057 in Byzantine Asia Minor and especially the bloody and decisive battle of Hades (August 20); these events led to the abdication of the Emperor Michael VI Bringas (or "Stratiotikos", "Elder") –a member of the central bureaucratic "politikon genos"– and the simultaneous rise of Isaakios Komnenos –a primary leader of the revolt and prominent member of the military aristocracy of Asia Minor ("stratiotikon genos")– to the imperial throne. The paper focuses mainly on the presentation, clarification and analysis of the origins, composition, numbers, equipment, preparation, mobilization and deployment of opponent forces, of the rival commanders, of the battlefield topography, and –finally– of the conduct, outcome and casualties of the battle of Hades. Moreover, it argues that apart from its heavy death toll, the latter had also further and deeper implications, especially in military terms and matters. Modern research evaluates indeed rightly the events of 1057 as a turning point in the political history of the Byzantine Empire during the 11th c. AD (i.e., predominance of the aristocracy in state governance etc.). In our opinion though, the rather neglected military repercussions of the conflict were arguably even more important: the casualties sustained by the Anatolian imperial units in 1057 crippled severely the military strength and the morale of the remaining Eastern field army; therefore, they were crucial to the penetration and establishment of various Turkish tribes into Asia Minor and the subsequent collapse of Byzantine sovereignty in this geographical area during the 1070s.
Το άρθρο μελετά σε βάθος τους στρατιωτικούς κυρίως παράγοντες του μικρασιατικού στασιαστικού κινήματος του 1057 και ειδικά την κρίσιμη μάχη του Άδη (20 Αυγούστου του ιδίου έτους). Η τελευταία σύγκρουση οδήγησε στην εκθρόνιση του Βυζαντινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Στ΄ Βρίγγα (ή «Στρατιωτικού» ή «Γέροντος»), εκπρόσωπο του λεγόμενου "πολιτικού γένους" που ασκούσε εκείνη την περίοδο την κρατική διακυβέρνηση, και στην παράλληλη άνοδο του Ισαακίου (Α΄) Κομνηνού, βασικού ηγήτορα της εξέγερσης και επικεφαλής της μικρασιατικής «στρατιωτικής πληθύος», στον αυτοκρατορικό θρόνο. H μελέτη εστιάζει κυρίως στην παρουσίαση και ανάλυση της προέλευσης, της σύνθεσης, των αριθμών, του εξοπλισμού, της προετοιμασίας, της κινητοποίησης και της ανάπτυξης των αντίπαλων δυνάμεων, των εκατέρωθεν διοικητών• επίσης, στοχεύει στον προσδιορισμό της ακριβούς θέσης και τοπογραφίας του πεδίου μάχης (στην περιοχή της βιθυνικής Νίκαιας) και φυσικά στη διεξαγωγή, το αποτέλεσμα και τις ανθρώπινες απώλειες της καθαυτό σύγκρουσης. Το άρθρο υποστηρίζει ωστόσο παράλληλα ότι, πέρα από το βαρύ φόρο αίματος, η μάχη ενείχε και επιπρόσθετες και βαθύτερες συνέπειες. Η σύγχρονη έρευνα αποτιμά βεβαίως ορθά τα γεγονότα του 1057 ως σημείο καμπής για την πολιτική ιστορία του Βυζαντίου κατά τον 11ο αι. και εξής (επικράτηση των αριστοκρατικών οικογενειών στην κρατική διακυβέρνηση κλπ.). Οι εξελίξεις, ο αντίκτυπος και οι επιπτώσεις του κινήματος σε καθαρά στρατιωτικό επίπεδο δεν είχαν ωστόσο μελετηθεί επαρκώς έως τώρα, αν και στην πραγματικότητα υπήρξαν κατά τη γνώμη μας ακόμη σπουδαιότερα των πολιτικών προεκτάσεων του τελευταίου: Οι απώλειες λ.χ. που υπέστησαν οι μικρασιατικές αυτοκρατορικές δυνάμεις κατά τα 1057 έπληξαν δραστικά τη στρατιωτική ισχύ και το ηθικό του εναπομείναντος ανατολικού στρατού κρούσης (εκστρατείας) του Βυζαντίου• κατά συνέπεια, υπήρξαν αποφασιστικής σημασίας για τις διεισδύσεις και τις εγκαταστάσεις διαφόρων τουρκικών φύλων και ομάδων στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας αλλά και για την επακόλουθη κατάρρευση της βυζαντινής κυριαρχίας στη συγκεκριμένη ζωτικής σημασίας περιοχή κατά τη δεκαετία του 1070.
Γ΄ Ἐπιστημονικὸ Συμπόσιο «Βυζαντινὴ Μακεδονία»: Θεολογία - Ἱστορία - Φιλολογία - Δίκαιο - Ἀρχαιολογία - Τέχνη, Θεσσαλονίκη 14-15 Μαΐου 2016 [Eταιρεία Μακεδονικών Σπουδών. Μακεδονική Βιβλιοθήκη 111], Θεσσαλονίκη, 2019
The paper argues that during the so-called “middle Byzantine period” populations of Slavic and ot... more The paper argues that during the so-called “middle Byzantine period” populations of Slavic and other ethnic origin settled in geographical areas located to the east of Thessaloniki. Moreover, it supports that we could place those settlements with even more precision in the lakes of the Mygdonian basin, in the eastern (mainly) areas of Chalkidiki and at the southern part of the Strymon valley.
In our view, the above installations took place in two distinct time frameworks: (a) The so-called «ἔθνος τοῦ Ῥυγχίνου» ή «Σκλάβοι τοῦ Ῥυγχίνου» («Rhynchinoi», an obvious exonym) along with some other population groups of Slavic or other / mixed racial origin that are generally referred but not specifically mentioned in the sources («λοιπὰ βάρβαρα γένη», «προσπαρακείμενα ἔθνη», «οἱ περὶ αὐτῶν», «πλησιόχωροι Σκλαβήνοι») remained permanently, after the early 620’s and before the mid 670’s, in the valley of the modern Richios river (hence the names «Rhynchinos», «Rhynchinoi»), near the excavated fort of Rentina, and in other surrounding and neighboring areas stretching (from west to east) from the Volvi lake to the village of Λητή / Lete (the so-called “Strymonites”, also an exonym, settled in the Strymon valley). (b) During the mid 10th c. AD, probably after 943 and before 959/60, a rather small population of “Βulgarian-Slavs” («Σκλάβων Βουλγάρων») farmers settled in the region of Hierissos.
The above installations can be traced in a variety of written reports, possibly in limited material findings from the aforementioned geographical areas, but mainly in the place names and anthroponyms of Slavic origin that occur mainly in medieval Athonite documents from the 9th c. AD and following. The descendants of the Slavs coexisted rather peacefully with native Greek-speaking populations and assimilated over time within the Byzantine state framework and the local economic and cultural (religious, linguistic etc.) environment.
Τhe testimony of linguistic evidence for the historical continuity and the wider implications of ... more Τhe testimony of linguistic evidence for the historical continuity and the wider implications of medieval Slavic settlements in the southern part of the Balkan peninsula is of extreme importance, considering also the scarcity of written sources for the so-called “Dark centuries of Byzantium” (7th - 9th c. AD). The linguistic residues of the Slavic presence in this area can be identified separately into (a) proper names (toponyms of settlements and places, hydronyms, ethnonyms, anthroponyms etc.) and (b) common noun loans (or common names) in Medieval and Modern Greek language. The paper includes an introductory part on toponymy and linguistic research regarding mainly the Greek areas (definition, origin and sources of medieval place names and anthroponyms of Slavic or “mixed” etymology). It also analyzes the factors and the necessary scientific methods and criteria for the analysis and use of the above material. Moreover, it contains an overview of the contribution of older and contemporary scholars regarding this subject. It highlights some new data from the research of toponyms. Finally, taking into account the testimony of the rather limited common noun loans of Slavic origin in Greek language, it summarizes the main historical conclusions resulting from the study of linguistic evidence of medieval Slavic installations in Greece.
This paper describes the last historical period (mid. - second half of 11th c. AD) of the so-call... more This paper describes the last historical period (mid. - second half of 11th c. AD) of the so-called Anatolic Theme, a Byzantine military and civilian district in central Asia Minor. The article also contains detailed prosopographical catalogues of the known officials of the Theme during the above time based on sigillographic and written testimonies.
This paper collects and evaluates all available data from the Byzantine and Eastern (Armenian, Ar... more This paper collects and evaluates all available data from the Byzantine and Eastern (Armenian, Arabic, Syrian, Turkish) sources that demonstrate that the Battle of Mantzikert (August 26, 1071 AD) was not, at least in diplomatic terms, a great disaster for the Byzantine state, as is usually supported. During the negotiations and in the official peace treaty that followed at the Turkish military camp near the area of the battlefield (late August - early September), the concessions of the defeated and captured Byzantine emperor Romanos ΙV Diogenes to the victor Seljuk sultan Alp Arslan were rather limited. Consequently, Byzantium did not officially concede or lost lands of considerable size to its eastern border in 1071 AD.
Annual Journal of the Centre of Church Studies Year X Number 10 The Centre of Church Studies Inte... more Annual Journal of the Centre of Church Studies Year X Number 10 The Centre of Church Studies International Centre for Orthodox Studies Niš, 2013 259 Γεώπγιορ Α. Λεβενιώτηρ Η χρονολόγεσε των σλαβικών εγκαταστάσεων στε Χερσόνεσο του Αίμου και ε βυδαντινή κυριαρχία στεν ευρύτερε περιοχή κατά τον 7 ο αι. Πεπίληψη: H εξγαζία εμεηάδεη ζπλδπαζηηθά ηηο πιεξνθνξίεο ησλ αθεγεκαηηθώλ θαη ινηπώλ γξαπηώλ πεγώλ, ηα αξραηνινγηθά επξήκαηα θαη άιια ηζηνξηθά ηεθκήξηα, γηα λα ππνζηεξίμεη όηη ε κόληκε εγθαηάζηαζε ησλ ζιαβηθώλ θύισλ λνηίσο ηνπ Γνύλαβε πξαγκαηνπνηήζεθε κεηά ηηο αξρέο ηνπ 7 νπ αη. κ.Χ. Δπίζεο επηρεηξεί λα θαηαδείμεη όηη ν βπδαληηλόο θξαηηθόο έιεγρνο ζπλέρηζε λα πθίζηαηαη αδηάιεηπηνο, παξά ηα όπνηα πξνβιήκαηα, ζηηο λνηηόηεξεο πεξηνρέο ησλ Βαιθαλίσλ, όπνπ ηα ζιαβηθά θύια αλαγλώξηζαλ ζύληνκα ηελ απηνθξαηνξηθή θπξηαξρία, αιιά αθόκε θαη ζηηο βνξεηόηεξεο θαη αλαηνιηθόηεξεο πεξηθέξεηεο ηεο Χεξζνλήζνπ ηνπ Αίκνπ, δειαδή ζηνλ Κάησ Γνύλαβε, ηνπιάρηζηνλ κέρξη ηε βνπιγαξηθή εγθαηάζηαζε ηνπ 680/81 κ.Χ.
Γ. Α. Λεβενιώτης -Η διοικητική οργάνωση της Μακεδονίας και η Θεσσαλονίκη κατά την πρώιμη και μέση... more Γ. Α. Λεβενιώτης -Η διοικητική οργάνωση της Μακεδονίας και η Θεσσαλονίκη κατά την πρώιμη και μέση βυζαντινή περίοδο Ἐρῶ 17 (Ιανουάριος -Μάρτιος 2014) 63-67 Γ. Α. Λεβενιώτης -Η διοικητική οργάνωση της Μακεδονίας και η Θεσσαλονίκη κατά την πρώιμη και μέση βυζαντινή περίοδο Ἐρῶ 17 (Ιανουάριος -Μάρτιος 2014) 63-67 Γ. Α. Λεβενιώτης -Η διοικητική οργάνωση της Μακεδονίας και η Θεσσαλονίκη κατά την πρώιμη και μέση βυζαντινή περίοδο Ἐρῶ 17 (Ιανουάριος -Μάρτιος 2014) 63-67 Γεώργιος Α. Λεβενιώτης λέκτορας βυζαντινής ιστορίας (Φιλοσοφική Σχολή, ΑΠΘ)
Γ. Α. Λεβενιώτης, Βώνος ή Βόνος, στο: Νέο βιογραφικό λεξικό του Βυζαντίου. Τόμοι Β΄ και Γ΄, επιμ.... more Γ. Α. Λεβενιώτης, Βώνος ή Βόνος, στο: Νέο βιογραφικό λεξικό του Βυζαντίου. Τόμοι Β΄ και Γ΄, επιμ. Α. Γ. Κ. Σαββίδης, Εκδόσεις Παπαζήση, ISBN-13:978-960-02-4190-7, Αθήνα 2024, σ. 314-320
A detailed prosopographical study of the so-called Bonus, an Eastern Roman high government official, military (magistros) and close associate of the Emperor Heraclius (610-641), who who was in charge of the defense of Constantinople during the Avar–Persian siege of 626 (in Greek).
Λεπτομερής προσωπογραφική / βιογραφική / ιστορική μελέτη (βασισμένη στις πηγές και τη διεθνή εξειδικευμένη βιβλιογραφία) του λεγόμενου Βώνου ή Βόνου ή Βώνοσου (τέλη 6ου αι.-627), υψηλόβαθμου κεντρικού κρατικού αξιωματούχου, στρατιωτικού (μάγιστρος) και έμπιστου υφιστάμενου του αυτοκράτορα Ηρακλείου Α΄ (610-641), ο οποίος υπήρξε επικεφαλής της επιτυχούς βυζαντινής άμυνας κατά την αβαροσλαβική πολιορκία της Κωνσταντινούπολης (29 Ιουλίου - 7 Αυγούστου 626).
Γ. Α. Λεβενιώτης, Ευδοκία-Φαβία ή Αιλία [Φαβία] Φλαβία, στο: Νέο βιογραφικό λεξικό του Βυζαντίου.... more Γ. Α. Λεβενιώτης, Ευδοκία-Φαβία ή Αιλία [Φαβία] Φλαβία, στο: Νέο βιογραφικό λεξικό του Βυζαντίου. Τόμοι Β΄ και Γ΄, επιμ. Α. Γ. Κ. Σαββίδης, Εκδόσεις Παπαζήση, ISBN-13:978-960-02-4190-7, Αθήνα 2024, σ. 368-375
A lengthy and in-depth prosopographical and historical analysis of the life of the empress (augusta) Aelia Flavia (or Fabia), also kwown as Eudocia (ca. 585/90-612), first wife (610-612) of emperor Heraclius (610-641) and mother of his son and successor Heraclius-Constantine III (in Greek).
Λεπτομερής βιογραφική / προσωπογραφική / ιστορική μελέτη για την Ρωμαία αυγούστα / αυτοκράτειρα του Βυζαντίου Αελία Φλαβία (ή Φαβία), γνωστή και ως Ευδοκία (περ. 585/90-612), πρώτη σύζυγο (610-612) του αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-641) και μητέρα του υιού και διαδόχου του Ηρακλείου-Κωνσταντίνου Γ΄, η οποία απεβίωσε το 612 από "επιληψία". Η μελέτη βασίζεται σε εξαντλητική συγκριτική μελέτη όλων των διαθέσιμων πηγών (πολλές εκ των οποίων, ειδικά για την Αιλία Φλαβία, επισημαίνονται και εξετάζονται για πρώτη φορά) και του συνόλου της διεθνούς εξειδικευμένης ή σχετικής βιβλιογραφίας.
Γ. Α. Λεβενιώτης, Ιμέριος, στο: Νέο βιογραφικό λεξικό του Βυζαντίου. Τόμοι Β΄ και Γ΄, επιμ. Α. Γ.... more Γ. Α. Λεβενιώτης, Ιμέριος, στο: Νέο βιογραφικό λεξικό του Βυζαντίου. Τόμοι Β΄ και Γ΄, επιμ. Α. Γ. Κ. Σαββίδης, Εκδόσεις Παπαζήση, ISBN-13:978-960-02-4190-7, Αθήνα 2024, σ. 462-484
A detailed analysis (in Greek) of the life and career of Byzantine admiral Himerios (early 10th c. AD) based on a comparative study of the primary sources and modern bibliography.
Λεπτομερής ανάλυση του βίου και της σταδιοδρομίας του Βυζαντινού ναυάρχου Ιμερίου (αρχές 10ου αι.), η οποία βασίζεται σε συγκριτική μελέτη όλων των διαθέσιμων πηγών και της διεθνούς βιβλιογραφίας.
Description of the life and action of Genoese military captain Giovanni Giustiniani Longo, who de... more Description of the life and action of Genoese military captain Giovanni Giustiniani Longo, who defended -as protostrator of the Byzantine army- Constantinople in 1453 against the Ottomans of Sultan Mehmed II the Conqueror (detailed lexical entry with sources, modern bibliography and references).
Biography and career of the distinguished Byzantine admiral and logothetes tou dromou Himerios (o... more Biography and career of the distinguished Byzantine admiral and logothetes tou dromou Himerios (or Himerius, early 10th c. AD) based on available data (detailed lexical entry with sources, modern bibliography and references).
Abstracts of the Free Communications, Thematic Sessions, Round Tables and Posters. The 24th International Congress of Byzantine Studies Venice and Padua, 22-27 August 2022, ed. L. Farina - E. Despotakis, Venezia 2022, p. 157
In this paper, we focus on the rather neglected Battle of Marcianople that initiated the Gothic W... more In this paper, we focus on the rather neglected Battle of Marcianople that initiated the Gothic War of 377-382. First, the literary tradition for the Thervingian revolt and for the battle itself was traced, evaluated and arranged according to the quality and quantity of evidence. Remarkably, a rich kaleidoscope of references in Late Antique and Medieval (Latin and Byzantine) texts exists. So, primary sources supplemented by modern secondary bibliography and relevant archaeological findings provide much insight into the issue. In summary, based on those data and criteria the following conclusions were reached: a plausible, overall timetable for the historic events during 376-377 was established; the outbreak of the revolt and the battle was especially settled in early 377. The topography was surveyed as well. Perhaps the Thervingi refugees entered Late Roman territory from several fords across the Lower Danube basin, but their southward trek to Marcianople commenced from Durostorum, maybe by two local, almost parallel routes. Based on the road system of the region, two probable locations for the battlefield were pinpointed ca. 13.5 km/8.3 miles to the north or west of the ancient city (modern Reka Devnya, Bulgaria). The collaboration between the Thervingi and Greuthungi Goths even before this battle was also assessed and ruled out through textual analysis. The battle was analysed in regard to opponent forces, strategy and tactics, military equipment, battle phases and outcome, and human and material loss. Finally, the repercussions of this obscure battle were studied, because it served as a prelude to the well-known Battle of Adrianople and also marked the start of the Barbarian Invasions and the Migration Period.
Abydos was an ancient and medieval Greek city (πόλις) with a long and continuous historical life ... more Abydos was an ancient and medieval Greek city (πόλις) with a long and continuous historical life (ca. mid. 7th c. BC - early 14th c. AD). The city situated on the Asiatic coast of Hellespont (Dardanelles), in the cape Nara area, near modern Çanakkale. Its busy port (λιμήν or ἐμπόριον) and customs office (δημόσιον τελωνεῖον or δεκατευτήριον or κομμέρκιον Ἀβύδου) had a continuous and large commercial and tax-collecting activity. An imperial storehouse (ἀποθήκη) also functioned there between 7th and 8th c. AD. Abydos was also an important administrative, military (as a seat of an archon or komes and later paraphylax, strategos and katepano Abydou) and ecclesiastical center (ἐπισκοπή and later μητρόπολις) in northwestern Asia Minor. This short publication notes the various institutions and organizational frameworks that supported the above functions from Late antiquity (period of Roman domination) to late Byzantine times.
Most contemporary historical maps and publications represent and describe an almost complete coll... more Most contemporary historical maps and publications represent and describe an almost complete collapse of Byzantine sovereignty in the Balkans during the 7th and 8th centuries AD, that is, after the Slavic and Proto-Bulgarian establishments in the same area. This brief paper argues though that the existing historical information and archaeological findings contradict the above picture and notion and demonstrate a very different political and military situation in the Balkan Peninsula during the above centuries.
This online manual (lessons in Greek language) serves academic teaching purposes. It examines the... more This online manual (lessons in Greek language) serves academic teaching purposes. It examines the historical geography of the Byzantine Empire ("Romania" or "Rhomaion politeia"); in other words, the natural landscape, districts and settlements of the Eastern Mediterranean world during the Middle Ages.
After a short introductory presentation of the synthesizing discipline of Historical Geography and the extent (and changes) of the geographic knowledge in the Mediterranean world during the Late Antiquity and subsequent medieval centuries, it focuses on the study of the following subjects and topics: areas and landscapes of Byzantium (i.e. Balkans, Islands, Asia Minor, Armenia, Northern Mesopotamia, Syria, Palestine, Northern Africa, Italy) - climate conditions and changes to the natural environment after the Late Antiquity - economic exploitation of land and sea - communication network (land and sea routes) - frontiers, administrative division, territorial annexes and losses of Byzantium - ecclesiastical organization and monachism, urban and rural settlements and place-names - population (nations and languages) - sources and bibliography for the historical geography of Byzantium.
The manual is based mainly on specialized published works of professors Johannes Koder and Michalis Kordosis and secondly to other publications related to its study; it also includes rich visual material, such as maps, illustrations, photographs etc.
Εγχειρίδιο Βυζαντινής Ιστορίας, 4ος - 11ος αι. [Οnline Byzantine History, 4th - 11th c. AD]. Ηλεκ... more Εγχειρίδιο Βυζαντινής Ιστορίας, 4ος - 11ος αι. [Οnline Byzantine History, 4th - 11th c. AD]. Ηλεκτρονικό μάθημα ΙΒΥ 601: Βυζαντινή Ιστορία Ι (324-1081), Tμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Φιλοσοφική Σχολή ΑΠΘ, αναρτημένο στην επίσημη διαδικτυακή πλατφόρμα "Open Courses Auth" / "Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα ΑΠΘ": https://opencourses.auth.gr/courses/OCRS403/
Ιστορία πρώιμης βυζαντινής περιόδου, 4ος - αρχές 7ου αι. [History of the Early Byzantine Period, ... more Ιστορία πρώιμης βυζαντινής περιόδου, 4ος - αρχές 7ου αι. [History of the Early Byzantine Period, 4th - early 7th c. AD]. Πρώτο μέρος ηλεκτρονικού μαθήματος ΙΒΥ 601: Βυζαντινή Ιστορία Ι (324-1081), Tμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Φιλοσοφική Σχολή ΑΠΘ, αναρτημένου στην επίσημη διαδικτυακή πλατφόρμα "Open Courses Auth" / "Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα ΑΠΘ": https://opencourses.auth.gr/courses/OCRS403/
Ιστορία μέσης βυζαντινής περιόδου, μέσα 7ου - 11ος αι. [History of the Middle Byzantine Period, m... more Ιστορία μέσης βυζαντινής περιόδου, μέσα 7ου - 11ος αι. [History of the Middle Byzantine Period, mid. 7th - 11th c. AD]. Δεύτερο μέρος ηλεκτρονικού μαθήματος ΙΒΥ 601: Βυζαντινή Ιστορία Ι (324-1081), Tμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Φιλοσοφική Σχολή ΑΠΘ, αναρτημένου στην επίσημη διαδικτυακή πλατφόρμα "Open Courses Auth" / "Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα ΑΠΘ": https://opencourses.auth.gr/courses/OCRS403/
(ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαν... more (ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μικρά Ασία, Αρμενία, βόρεια Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, βόρεια Αφρική, Νησιά, Ιταλία, Βαλκάνια), δηλαδή οι περιοχές και τα οικιστικά τοπία του ανατολικού μεσογειακού χώρου κατά τον Mεσαίωνα. Περιφέρειες και τοπία - κλιματολογικές συνθήκες και αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον μετά την αρχαιότητα - οικονομική εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας - συγκοινωνιακό δίκτυο (χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι) - σύνορα, διοικητική διαίρεση, προσαρτήσεις και απώλειες εδαφών - εκκλησιαστική οργάνωση και μοναχισμός - οικισμοί και τοπωνύμια - πληθυσμός (εθνότητες και γλώσσες) - πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορική γεωγραφία του Βυζαντίου.
(ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαν... more (ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μικρά Ασία, Αρμενία, βόρεια Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, βόρεια Αφρική, Νησιά, Ιταλία, Βαλκάνια), δηλαδή οι περιοχές και τα οικιστικά τοπία του ανατολικού μεσογειακού χώρου κατά τον Mεσαίωνα. Περιφέρειες και τοπία - κλιματολογικές συνθήκες και αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον μετά την αρχαιότητα - οικονομική εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας - συγκοινωνιακό δίκτυο (χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι) - σύνορα, διοικητική διαίρεση, προσαρτήσεις και απώλειες εδαφών - εκκλησιαστική οργάνωση και μοναχισμός - οικισμοί και τοπωνύμια - πληθυσμός (εθνότητες και γλώσσες) - πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορική γεωγραφία του Βυζαντίου.
(ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαν... more (ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μικρά Ασία, Αρμενία, βόρεια Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, βόρεια Αφρική, Νησιά, Ιταλία, Βαλκάνια), δηλαδή οι περιοχές και τα οικιστικά τοπία του ανατολικού μεσογειακού χώρου κατά το μεσαίωνα. Περιφέρειες και τοπία - κλιματολογικές συνθήκες και αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον μετά την αρχαιότητα - οικονομική εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας - συγκοινωνιακό δίκτυο (χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι) - σύνορα, διοικητική διαίρεση, προσαρτήσεις και απώλειες εδαφών - εκκλησιαστική οργάνωση και μοναχισμός - οικισμοί και τοπωνύμια - πληθυσμός (εθνότητες και γλώσσες) - πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορική γεωγραφία του Βυζαντίου.
(ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαν... more (ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μικρά Ασία, Αρμενία, βόρεια Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, βόρεια Αφρική, Νησιά, Ιταλία, Βαλκάνια), δηλαδή οι περιοχές και τα οικιστικά τοπία του ανατολικού μεσογειακού χώρου κατά το μεσαίωνα. Περιφέρειες και τοπία - κλιματολογικές συνθήκες και αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον μετά την αρχαιότητα - οικονομική εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας - συγκοινωνιακό δίκτυο (χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι) - σύνορα, διοικητική διαίρεση, προσαρτήσεις και απώλειες εδαφών - εκκλησιαστική οργάνωση και μοναχισμός - οικισμοί και τοπωνύμια - πληθυσμός (εθνότητες και γλώσσες) - πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορική γεωγραφία του Βυζαντίου.
(ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαν... more (ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μικρά Ασία, Αρμενία, βόρεια Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, βόρεια Αφρική, Νησιά, Ιταλία, Βαλκάνια), δηλαδή οι περιοχές και τα οικιστικά τοπία του ανατολικού μεσογειακού χώρου κατά το μεσαίωνα. Περιφέρειες και τοπία - κλιματολογικές συνθήκες και αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον μετά την αρχαιότητα - οικονομική εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας - συγκοινωνιακό δίκτυο (χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι) - σύνορα, διοικητική διαίρεση, προσαρτήσεις και απώλειες εδαφών - εκκλησιαστική οργάνωση και μοναχισμός - οικισμοί και τοπωνύμια - πληθυσμός (εθνότητες και γλώσσες) - πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορική γεωγραφία του Βυζαντίου.
(ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαν... more (ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μικρά Ασία, Αρμενία, βόρεια Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, βόρεια Αφρική, Νησιά, Ιταλία, Βαλκάνια), δηλαδή οι περιοχές και τα οικιστικά τοπία του ανατολικού μεσογειακού χώρου κατά το μεσαίωνα. Περιφέρειες και τοπία - κλιματολογικές συνθήκες και αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον μετά την αρχαιότητα - οικονομική εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας - συγκοινωνιακό δίκτυο (χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι) - σύνορα, διοικητική διαίρεση, προσαρτήσεις και απώλειες εδαφών - εκκλησιαστική οργάνωση και μοναχισμός - οικισμοί και τοπωνύμια - πληθυσμός (εθνότητες και γλώσσες) - πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορική γεωγραφία του Βυζαντίου.
(ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαν... more (ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μικρά Ασία, Αρμενία, βόρεια Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, βόρεια Αφρική, Νησιά, Ιταλία, Βαλκάνια), δηλαδή οι περιοχές και τα οικιστικά τοπία του ανατολικού μεσογειακού χώρου κατά το μεσαίωνα. Περιφέρειες και τοπία - κλιματολογικές συνθήκες και αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον μετά την αρχαιότητα - οικονομική εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας - συγκοινωνιακό δίκτυο (χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι) - σύνορα, διοικητική διαίρεση, προσαρτήσεις και απώλειες εδαφών - εκκλησιαστική οργάνωση και μοναχισμός - οικισμοί και τοπωνύμια - πληθυσμός (εθνότητες και γλώσσες) - πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορική γεωγραφία του Βυζαντίου.
(ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζα... more (ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μικρά Ασία, Αρμενία, βόρεια Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, βόρεια Αφρική, Νησιά, Ιταλία, Βαλκάνια), δηλαδή οι περιοχές και τα οικιστικά τοπία του ανατολικού μεσογειακού χώρου κατά το μεσαίωνα. Περιφέρειες και τοπία - κλιματολογικές συνθήκες και αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον μετά την αρχαιότητα - οικονομική εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας - συγκοινωνιακό δίκτυο (χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι) - σύνορα, διοικητική διαίρεση, προσαρτήσεις και απώλειες εδαφών - εκκλησιαστική οργάνωση και μοναχισμός - οικισμοί και τοπωνύμια - πληθυσμός (εθνότητες και γλώσσες) - πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορική γεωγραφία του Βυζαντίου.
(ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαν... more (ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μικρά Ασία, Αρμενία, βόρεια Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, βόρεια Αφρική, Νησιά, Ιταλία, Βαλκάνια), δηλαδή οι περιοχές και τα οικιστικά τοπία του ανατολικού μεσογειακού χώρου κατά το μεσαίωνα. Περιφέρειες και τοπία - κλιματολογικές συνθήκες και αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον μετά την αρχαιότητα - οικονομική εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας - συγκοινωνιακό δίκτυο (χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι) - σύνορα, διοικητική διαίρεση, προσαρτήσεις και απώλειες εδαφών - εκκλησιαστική οργάνωση και μοναχισμός - οικισμοί και τοπωνύμια - πληθυσμός (εθνότητες και γλώσσες) - πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορική γεωγραφία του Βυζαντίου.
(ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαν... more (ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μικρά Ασία, Αρμενία, βόρεια Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, βόρεια Αφρική, Νησιά, Ιταλία, Βαλκάνια), δηλαδή οι περιοχές και τα οικιστικά τοπία του ανατολικού μεσογειακού χώρου κατά το μεσαίωνα. Περιφέρειες και τοπία - κλιματολογικές συνθήκες και αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον μετά την αρχαιότητα - οικονομική εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας - συγκοινωνιακό δίκτυο (χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι) - σύνορα, διοικητική διαίρεση, προσαρτήσεις και απώλειες εδαφών - εκκλησιαστική οργάνωση και μοναχισμός - οικισμοί και τοπωνύμια - πληθυσμός (εθνότητες και γλώσσες) - πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορική γεωγραφία του Βυζαντίου.
(ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαν... more (ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μικρά Ασία, Αρμενία, βόρεια Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, βόρεια Αφρική, Νησιά, Ιταλία, Βαλκάνια), δηλαδή οι περιοχές και τα οικιστικά τοπία του ανατολικού μεσογειακού χώρου κατά το μεσαίωνα. Περιφέρειες και τοπία - κλιματολογικές συνθήκες και αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον μετά την αρχαιότητα - οικονομική εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας - συγκοινωνιακό δίκτυο (χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι) - σύνορα, διοικητική διαίρεση, προσαρτήσεις και απώλειες εδαφών - εκκλησιαστική οργάνωση και μοναχισμός - οικισμοί και τοπωνύμια - πληθυσμός (εθνότητες και γλώσσες) - πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορική γεωγραφία του Βυζαντίου.
(ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαν... more (ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μικρά Ασία, Αρμενία, βόρεια Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, βόρεια Αφρική, Νησιά, Ιταλία, Βαλκάνια), δηλαδή οι περιοχές και τα οικιστικά τοπία του ανατολικού μεσογειακού χώρου κατά το μεσαίωνα. Περιφέρειες και τοπία - κλιματολογικές συνθήκες και αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον μετά την αρχαιότητα - οικονομική εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας - συγκοινωνιακό δίκτυο (χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι) - σύνορα, διοικητική διαίρεση, προσαρτήσεις και απώλειες εδαφών - εκκλησιαστική οργάνωση και μοναχισμός - οικισμοί και τοπωνύμια - πληθυσμός (εθνότητες και γλώσσες) - πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορική γεωγραφία του Βυζαντίου.
(ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαν... more (ΙΒΥ 312 - Ιστορική Γεωγραφία του Βυζαντίου): Στο μάθημα εξετάζεται ο γεωγραφικός χώρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μικρά Ασία, Αρμενία, βόρεια Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, βόρεια Αφρική, Νησιά, Ιταλία, Βαλκάνια), δηλαδή οι περιοχές και τα οικιστικά τοπία του ανατολικού μεσογειακού χώρου κατά το μεσαίωνα. Περιφέρειες και τοπία - κλιματολογικές συνθήκες και αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον μετά την αρχαιότητα - οικονομική εκμετάλλευση της γης και της θάλασσας - συγκοινωνιακό δίκτυο (χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι) - σύνορα, διοικητική διαίρεση, προσαρτήσεις και απώλειες εδαφών - εκκλησιαστική οργάνωση και μοναχισμός - οικισμοί και τοπωνύμια - πληθυσμός (εθνότητες και γλώσσες) - πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορική γεωγραφία του Βυζαντίου.
Γενική εισαγωγή - βιβλιογραφία - περιεχόμενα και στόχοι μαθήματος - ύλη εξετάσεων
Εισαγωγή: προβλήματα, συντελεστές και είδη πηγών της Βυζαντινής Ιστορίας
Περίγραμμα κύριων ιστορικών εξελίξεων: H Βυζαντινή αυτοκρατορία από τον 4ο έως τον 11ο αι. - Χαρτ... more Περίγραμμα κύριων ιστορικών εξελίξεων: H Βυζαντινή αυτοκρατορία από τον 4ο έως τον 11ο αι. - Χαρτογραφικές απεικονίσεις
Από την παλαιά στη δεύτερη Ρώμη (= Κωνσταντινούπολη): Ο μετασχηματισμός της ύστερης Ρωμαϊκής αυτο... more Από την παλαιά στη δεύτερη Ρώμη (= Κωνσταντινούπολη): Ο μετασχηματισμός της ύστερης Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (τέλη 3ου - αρχές 4ου αι.) και η απαρχή της λεγόμενης «πρώιμης βυζαντινής περιόδου»
Η περίοδος διαμόρφωσης του βυζαντινού κόσμου και η επικράτηση του χριστιανισμού (4ος αι.)
Η νέα αυτοκρατορία της Ρωμανίας (= Βυζαντίου) (5ος αι.)
Ο "αιώνας του Ιουστινιανού Α'" και η μερική ανάκτηση της πρώην ρωμαϊκής Δύσης (6ος αι.)
Journal of Oriental and African Studies 33 (2024)
Bυζαντινά 36 (2018) 387-392
Βιβλιοκρισία Γ. Α. Λεβενιώτης, Bυζαντιακά. Επιστημονικό όργανο Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας 24 (... more Βιβλιοκρισία Γ. Α. Λεβενιώτης, Bυζαντιακά. Επιστημονικό όργανο Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας 24 (2004) 435-449
Βιβλιοκρισία Γ. Α. Λεβενιώτης, Bυζαντιακά. Επιστημονικό όργανο Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας 21 (... more Βιβλιοκρισία Γ. Α. Λεβενιώτης, Bυζαντιακά. Επιστημονικό όργανο Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας 21 (2001) 477-485
Οι περισσότεροι παλαιοί δυτικοί ιστορικοί αντιμετώπιζαν κάποτε το Βυζάντιο ως μια τρόπον τινά παρ... more Οι περισσότεροι παλαιοί δυτικοί ιστορικοί αντιμετώπιζαν κάποτε το Βυζάντιο ως μια τρόπον τινά παρηκμασμένη "ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία". Σήμερα ωστόσο είναι κοινώς αποδεκτό ότι η συμπάθεια ή αντιπάθεια για τους Βυζαντινούς, τους χριστιανούς ή τις αυτοκρατορίες γενικά δεν θα πρέπει να επηρεάσει την κρίση ενός ιστορικού για μία αυτοκρατορία με ιστορικό βίο 1200 ετών, στη διάρκεια των οποίων το Βυζαντινό κράτος ("Ρωμανία" ή "Ρωμαίων πολιτεία") και η βυζαντινή κοινωνία γνώρισαν εποχές παρακμής όσο και άνθισης και προόδου.
Η πρωτοτυπία του έργου του Warren Treadgold, καθηγητή Βυζαντινών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Saint Louis, έγκειται στο ότι συνδυάζει την αφήγηση των γεγονότων από τις απαρχές της αυτοκρατορίας μέχρι την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς (1453), με παράλληλες αναλύσεις που αφορούν στην κοινωνία, τους θεσμούς και τον πολιτισμό της, στη διάρκεια των πολλαπλών χρονικών φάσεων της Βυζαντινής Ιστορίας (όπως ο ίδιος πρωτότυπα και επιγραμματικά τις οριοθετεί και προσδιορίζει).
Ο W. Treadgold εξετάζει καταρχάς τα αίτια των πολλαπλών επιτυχιών και αποτυχιών αλλά και της εντυπωσιακής μακροβιότητας του Βυζαντίου. Ερμηνεύει επίσης τα παράδοξα της πολυκύμαντης ιστορίας του, καταδεικνύοντας με ποιους τρόπους η πολιτική ιδεολογία και η εσωτερική διοίκηση, η διπλωματία, η στρατιωτική οργάνωση και η ευρύτερη στρατηγική, οι πολιτισμικοί άξονες και οι κοινωνικές και θεσμικές αλλαγές του Βυζαντίου αλληλεπιδρούσαν με τα συνήθως εντελώς διαφορετικά ή κάποτε ακόμη και παρόμοια χαρακτηριστικά (αδυναμίες και πλεονεκτήματα) των εχθρών της αυτοκρατορίας.
Η μετάφραση του έργου από τον Γεώργιο Λεβενιώτη για τις εκδόσεις Θύραθεν επιχειρεί να παραμείνει όσο γίνεται περισσότερο πιστή στο πρωτότυπο κείμενο, αλλά παράλληλα λαμβάνει αναγκαστικά υπόψη τις σημαντικές διαφορές μεταξύ της ελληνικής και της αγγλικής γλώσσας σε όλους τους τομείς (φωνολογικό, συντακτικό και μορφολογικό). Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στην ορθή απόδοση των πολυάριθμων κυρίων ονομάτων και των τεχνικών όρων και στη μετάφραση και παράδοση ενός σαφούς και ρέοντος τελικού κειμένου, το οποίο θα διαβάζεται ευχάριστα, δεν θα κουράζει και θα είναι απολύτως κατανοητό από το ελληνικό αναγνωστικό κοινό.
Υποστηρικτικό υλικό της εισήγησής μου στο ΜΓ΄ (43ο) Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο της Ελληνικής Ισ... more Υποστηρικτικό υλικό της εισήγησής μου στο ΜΓ΄ (43ο) Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο της Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας (Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης, 29-31 Μαΐου 2024). Αντικείμενο της παρουσίασής μου ήταν η ποικίλη επιρροή που απέκτησε και άσκησε ο Μιχαήλ Ψελλός στη βορειοδυτική Μ. Ασία (ειδικά στην περιφέρεια του "θέματος Ὀψικίου") κατά τα μέσα περίπου του 11ου αι. (ca. τέλη δεκαετίας του 1040 με αρχές δεκαετίας του 1070) καθώς και οι ευρύτερες πολιτικές, διοικητικές (κρατικές και εκκλησιαστικές / μοναστικές), κοινωνικο-οικονομικές και λοιπές προϋποθέσεις / συνθήκες που επικρατούσαν στη συγκεκριμένη περιοχή κατά την προαναφερθείσα χρονική περίοδο.
.
Παρουσίαση συλλογικού τόμου στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης (HELEXPO, Kυριακή 19 Μαΐου 202... more Παρουσίαση συλλογικού τόμου στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης (HELEXPO, Kυριακή 19 Μαΐου 2024, 18:00 μ.μ., Περίπτερο 15, Εξώστης Ι). Συντονίστρια: Μελίνα Παϊσίδου - Ομιλητές: Αριστοτέλης Μέντζος, Γεώργιος Λεβενιώτης
Σύνδεσμος παρακολούθησης: https://www.youtube.com/watch?v=wBifIH2R5Cw Οπτικό υλικό διάλεξής μο... more Σύνδεσμος παρακολούθησης: https://www.youtube.com/watch?v=wBifIH2R5Cw
Οπτικό υλικό διάλεξής μου στο Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης (18.10.2023) στο πλαίσιο της σειράς διαλέξεων υπό την ευρύτερη θεματική "Η Βυζαντινή Ιστορία της Θεσσαλονίκης" που διοργανώνει το Τμήμα Προγραμμάτων & Δια Βίου Μάθησης του Δήμου Θεσσαλονίκης υπό την παράλληλη στήριξη / αιγίδα του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και της Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας.
Αντικείμενο της διάλεξης ήταν ο ακριβής προσδιορισμός των διαφόρων μεσαιωνικών σλαβικών εγκαταστάσεων που έλαβαν χώρα στα ανατολικά της Θεσσαλονίκης (κυρίως στις περιοχές της Βόλβης και της ανατολικής Χαλκιδικής), τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, το τοπωνυμικό και λοιπό αποτύπωμά τους στην ευρύτερη περιοχή και γενικά η ιστορική τους εξέλιξη έως το τέλος των μεσαιωνικών / βυζαντινών χρόνων. Τότε ο εκρωμαϊσμός και ο γλωσσικός εξελληνισμός των απογόνων των Σλάβων και λοιπών επήλυδων των 7ου / 8ου και 10ου αι. είχαν πλέον ολοκληρωθεί, κυρίως μέσω της συμβίωσής τους με το πολυάριθμο γηγενές ελληνικό στοιχείο, της διοικητικής, στρατιωτικής και οικονομικής ένταξής τους στο πλαίσιο των τοπικών και ευρύτερων αυτοκρατορικών θεσμών και λειτουργιών, του εκχριστιανισμού τους αλλά και της ευρύτερης πολιτισμικής, ιδεολογικής και θρησκευτικής επιρροής που ασκούσαν η όμορη Θεσσαλονίκη αλλά και η πολυσύχναστη Εγνατία οδός. Όλα αυτά καταδεικνύονται ποικιλοτρόπως από τις σωζόμενες αρχειακές μαρτυρίες (αγιορειτικά έγγραφα) και άλλες γραπτές πληροφορίες.
Οπτικό υλικό διάλεξής μου για την προέλευση, την εμφάνιση και τις πρώτες εγκαταστάσεις των τουρκι... more Οπτικό υλικό διάλεξής μου για την προέλευση, την εμφάνιση και τις πρώτες εγκαταστάσεις των τουρκικών φύλων στη βυζαντινή Μικρά Ασία κατά τον 11ο αι. Η διάλεξη έλαβε χώρα στις 12.01.2023, στο πλαίσιο του Σεμιναρίου εξειδίκευσης πτυχιούχων ΑΕΙ 2022/23 του Τμήματος Βυζαντινής Ιστορίας του Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών του ΑΠΘ (τίτλος θεματικής: "Βυζάντιο και ξένοι λαοί: διεθνείς σχέσεις, μετοικήσεις, επιγαμίες", διεύθ. - οργάν. Αλεξάνδρα-Κυριακή Βασιλείου-Seibt)
Προβολή υλικού σε διάλεξη στο Σεμινάριο εξειδίκευσης πτυχιούχων ΑΕΙ 2020/21 (Κέντρο Βυζαντινών Ερ... more Προβολή υλικού σε διάλεξη στο Σεμινάριο εξειδίκευσης πτυχιούχων ΑΕΙ 2020/21 (Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών ΑΠΘ - Τμήμα Βυζαντινής Ιστορίας). Τίτλος θεματικής: "Μακεδονική Δυναστεία: Iστορία, Πολιτισμός", Διεύθυνση - οργάνωση : Αλεξάνδρα-Κυριακή Βασιλείου-Seibt (15.4.2021)
Προβολή υλικού σε διάλεξη στο Σεμινάριο εξειδίκευσης πτυχιούχων ΑΕΙ 2021/22 (Κέντρο Βυζαντινών Ερ... more Προβολή υλικού σε διάλεξη στο Σεμινάριο εξειδίκευσης πτυχιούχων ΑΕΙ 2021/22 (Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών ΑΠΘ - Τμήμα Βυζαντινής Ιστορίας). Τίτλος θεματικής: "Βυζαντινή αριστοκρατία: συγκρότηση, διάρθρωση, δράση", Διεύθυνση - οργάνωση: Αλεξάνδρα-Κυριακή Βασιλείου-Seibt (24.3.2022)
Παρουσίαση στη σειρά διαλέξεων "Η Βυζαντινή Ιστορία της Θεσσαλονίκης", Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκ... more Παρουσίαση στη σειρά διαλέξεων "Η Βυζαντινή Ιστορία της Θεσσαλονίκης", Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης 18.10.2023 (Δήμος Θεσσαλονίκης: Τμήμα Προγραμμάτων & Δια Βίου Μάθησης - Ελληνική Ιστορική Εταιρεία - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΑΠΘ)
Διεπιστημονικό μεταπτυχιακό σεμινάριο "Νίκος Οικονομίδης" (ακαδημ. έτος 2018/19): "Κωνσταντινούπο... more Διεπιστημονικό μεταπτυχιακό σεμινάριο "Νίκος Οικονομίδης" (ακαδημ. έτος 2018/19): "Κωνσταντινούπολη και επαρχίες (7ος - 12ος αι.)" [ΕΚΠΑ. Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας - Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών. Τομέας Βυζαντινών Ερευνών], ΕΙΕ, 6 Φεβρουαρίου - 15 Μαΐου 2019, συντονίστριες Κατερίνα Νικολάου - Αναστασία Δρανδάκη - Μαρία Λεοντσίνη
Ανακοίνωση / παρουσίαση στο : ΛΘ΄ (39ο) Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο Ελληνικής Ιστορικής Εταιρεία... more Ανακοίνωση / παρουσίαση στο : ΛΘ΄ (39ο) Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας (Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης, 23-25 Μαΐου 2018)
Ομιλία - παρουσίαση στο Aνοιχτό Λαϊκό Πανεπιστήμιο [Δήμος Θερμαϊκού. Αντιδημαρχία Παιδείας, Νεολα... more Ομιλία - παρουσίαση στο Aνοιχτό Λαϊκό Πανεπιστήμιο [Δήμος Θερμαϊκού. Αντιδημαρχία Παιδείας, Νεολαίας, Αλληλεγγύης και Πρόνοιας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Απασχόλησης), Περαία, 2ο Γυμνάσιο (οδ. Ανθέων), 29 Nοεμβρίου 2017
← ↖ © Euratlas 2009 Οι αυτοκρατορικζσ dioeceses (διοικιςεισ) ςτα κεντρικά Βαλκάνια κατά τον 6 ο α... more ← ↖ © Euratlas 2009 Οι αυτοκρατορικζσ dioeceses (διοικιςεισ) ςτα κεντρικά Βαλκάνια κατά τον 6 ο αι. Οι Δακία -Μακεδονία υπάγονταν ςτθν επαρχότθτα Ιλλυρικοφ, ενϊ θ Θράκθ ςτθν επαρχότθτα Ανατολισ © Cplakidas
Byzantine seafarers took to the sea in ships both large and small for many different purposes: fi... more Byzantine seafarers took to the sea in ships both large and small for many different purposes: fishing, trade, pilgrimage, warfare or piracy. Yet whether they sailed from the grand Theodosian Harbor or a remote island cove, all Byzantine sailors shared one thing in common: they practiced both seaside and shipboard religious rituals to request a safe return to shore. Recent harbor-side and underwater excavations provide important new evidence for Byzantine maritime religious practices, from pre and post-travel votives deposited ashore, to prayers or icons engraved on ships and cast overboard with their anchors. In this paper I report on preliminary results from a new survey of material evidence for Byzantine maritime religion, from remains of harbor-side churches in major Mediterranean port cities to votive inscriptions at dangerous promontories and protective amulets retrieved from shipwrecks. This evidence is significant for understanding the distinctive material culture of both the practical and ritual activities of Byzantine mariners, from Late Antiquity up to the First Crusade. However it also casts light on the long-term development of the Byzantine maritime network, which even in the 'dark ages' transmitted innovative technologies, exotic trade goods and successful techniques of obtaining divine favor far afield from Constantinople. One of the main drivers of continued maritime trade was the Church, which benefitted from material goods and the sailors who brought them. Most ships carried images and relics of maritime protector saints, while the entire bodies of saints Mark, Nicholas and Spyridon were eventually carried off by sea to lend blessings to new harbors. Ruins of seaside shrines and wrecks of humble fishing boats alike can help to reconstruct the harbor-side festivals, shipboard rituals and religious culture which Byzantine mariners once disseminated all around the medieval Mediterranean.