Tonia Vassilakou | University of West Attica / Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής (original) (raw)
Tonia Vassilakou is Professor of Special Population Groups’ Nutrition and Public Health in the Department of Public Health Policy, School of Public Health, University of West Attica. She is a member of the Dean’s Office of the School of Public Health, the Head of Section Epidemiology, Prevention and Quality of Life of her Dept. and a member of the National Nutrition Policy Committee since 2016 .
She holds a Degree on Food Science and Technology from the Agricultural University of Athens (1988) and she pursued her PhD at the Medical School of the University of Athens (1995). Her PhD concerned the secular trends of lipids availability in Greece in relation to the generic consumption pattern.
She has been working at the Department of Nutrition and Dietetics of Harokopio University (2000-2004) and at the National School of Public Health from 1988 until 2019, when the School was merged with the University of West Attica as the Department of Public Health Policy.
She is the Director of the MSc. Program in Public Health held by the Department of Public Health Policy. She has been teaching and/or coordinating the modules of the MSc. Program: Public Health Policy, Contemporary Challenges in Public Health, Nutrition - Physical Activity and Quality of Life, Public Health in School, Principles in Public Health, Principles in Nutrition, Nutrition and the NCDs, Nutrition and Physical Activity among children and adolescents and Public Health. She has been teaching in undergraduate and as an invited lecturer in postgraduate courses organized by the Medical School of Thessaloniki, the Medical School of Athens, the Harokopio University and the Nursing School of the National and Kapodistrian University of Athens. She has been the supervisor of more than 80 master dissertations, she is the supervisor of one doctoral thesis and a member of the advisory committee for three more doctoral thesis.
She has been coordinating and participating in several research projects (EURONUT-SENECA, COST, DAFNE, EPIC, INTERREG, GreekCF) in the areas of her research interests, specifically on nutritional knowledge and behavior of children and adolescents, childhood obesity, nutritional status among elderly persons and other population groups, quality of life of menopausal women, definition and health benefits of the mediterranean diet and nutrition surveillance, in collaboration with research institutes, universities and public health organizations and bodies in Greece and Europe.
Over the last years, she has written 1 book, has contributed to 7 chapters of greek and international books and textbooks, has published more than 45 high impact original research scientific papers in national and international peer-reviewed journals (with more than 1800 citations) and more than 65 abstracts in national and international scientific conferences with reviewers. She is the Guest Editor for the Special Issue on “Childhood Malnutrition” of the peer-reviewed Open Access Journal “Children” by MDPI.
She is a member of the European Food Safety Authority (EFSA) Focal Point for Greece, a member of the Research Team for the survey Health Statistics in Greece conducted by the Greek Statistics Authority and a member of many Greek and international scientific societies.
Web page: https://php.uniwa.gr/profile/vasilakoy-nair-tonia/
LinkedIn: https://www.linkedin.com/in/tonia-vassilakou-2000348b/
ORCID: https://orcid.org/my-orcid
ResearchGate: https://www.researchgate.net/profile/Tonia\_Vassilakou
less
Uploads
Papers by Tonia Vassilakou
Children (Basel), Feb 23, 2023
Σκοπός: Οι Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών μπορούν να είναι πολύτιμες για τη διερεύνηση των ... more Σκοπός: Οι Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών μπορούν να είναι πολύτιμες για τη διερεύνηση των διατροφικών συνηθειών, ιδιαίτερα σε χώρες στις οποίες δεν είναι δυνατό να οργανωθούν διατροφικές έρευνες, καθώς επίσης και για την εφαρμογή μιας εθνικής διατροφικής στρατηγικής. Από την ανάλυση των στοιχείων των Ερευνών Οικογενειακών Προϋπολογισμών είναι δυνατό να προσδιοριστούν διαφορές των διατροφικών συνηθειών διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων σε συνάρτηση με τα κοινωνικό-οικονομικά χαρακτηριστικά των νοικοκυριών που τις απαρτίζουν. Οι σκοποί της ανάλυσης των πρωτογενών στοιχείων των Ελληνικών Ερευνών Οικογενειακών Προϋπολογισμών των ετών 1981/1982 και 1987/1988 ήταν οι ακόλουθοι: 1. να διερευνηθεί εάν και κατά πόσο ορισμένα κοινωνικό - οικονομικά χαρακτηριστικά (αστικότητα, υπηρεσίες περιφερειακής ανάπτυξης, μέγεθος και σύνθεση του νοικοκυριού, καθώς επίσης και η εκπαίδευση και το επάγγελμα του αρχηγού του νοικοκυριού) και η χρονική στιγμή της συλλογής των στοιχείων επηρεάζουν τη διαθεσιμότητα των λιπιδίων σε κάθε πληθυσμιακή ομάδα. 2. να μελετηθεί η διαχρονική εξέλιξη της διαθεσιμότητας των λιπιδίων και των κύριων ομάδων τροφίμων στο χρονικό διάστημα μεταξύ των δύο ερευνών στο σύνολο των νοικοκυριών και στις διάφορες πληθυσμιακές υποομάδες ξεχωριστά. 3. να συγκριθούν τα στοιχεία της διαθεσιμότητας των τροφίμων, όπως αυτά προκύπτουν από τις Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών με δεδομένα από άλλες έρευνες που έχουν διενεργηθεί σε μικρότερες πληθυσμιακές ομάδες στην Ελλάδα, και 4. να συγκριθούν τα στοιχεία της διαθεσιμότητας των λιπιδίων με σχετικά δεδομένα από άλλες έγκυρες εθνικές ή διεθνείς πηγές. Υλικό και μέθοδοι: Οι Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών διενεργούνται από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας ανά 6-7 χρόνια. Για την επιλογή του δείγματος χρησιμοποιείται η μέθοδος της πολυσταδιακής στρωματοποιημένης τυχαίας δειγματοληψίας με ενιαίο γενικό κλάσμα δειγματοληψίας 0.2 % και καλύφθηκε αντιπροσωπευτικό δείγμα των νοικοκυριών όλης της χώρας. Στις Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών των ετών 1981/1982 και 1987/1988 έλαβαν μέρος 6,037 και 6,486 νοικοκυριά αντίστοιχα. Αν και ο πρωταρχικός σκοπός των Ερευνών Οικογενειακών Προϋπολογισμών είναι η αξιολόγηση ορισμένων οικονομετρικών στοιχείων, στο πλαίσιο αυτών των ερευνών συλλέγονται σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τη διαθεσιμότητα των τροφίμων, με την έννοια τόσο της αξίας όσο και της ποσότητας. Η περίοδος αναφοράς για την απόκτηση των περισσότερων τροφίμων είναι μία εβδομάδα. Στην έρευνα της περιόδου 1987/1988 συλλέχθηκαν στοιχεία για την ποσότητα και την αξία 88 και 129 ειδών τροφίμων αντίστοιχα. Για την ανάλυση των πρωτογενών στοιχείων των Ερευνών Οικογενειακών Προϋπολογισμών των ετών 1981/1.982 και 1987/1988 χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πρόγραμμα SPSS/PC. Τα πρωτογενή στοιχεία περιελάμβαναν κοινωνικό-οικονομικά και διατροφικά δεδομένα. Αποτελέσματα: Το καταναλωτικό πρότυπο της Ελλάδας μεταβάλλεται με μεγάλη ταχύτητα. Η αναλογία της δαπάνης για τρόφιμα ως προς το σύνολο των δαπανών έχει μειωθεί σημαντικά (από 42.8 % σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας του 1957 σε 29.9 % σύμφωνα με την έρευνα του 1987/1988). Σύμφωνα με το νόμο του Engel αυτή η μείωση αποτελεί ενδεικτικό στοιχείο της βελτίωσης του εισοδήματος μιας χώρας. Κατά τα τελευταία χρόνια παρατηρήθηκε γενικά μείωση της αναλογίας της δαπάνης για οινοπνευματώδη ποτά και καπνό ως προς το σύνολο των δαπανών, αν και υπάρχουν μικρές αυξομειώσεις αυτού του ποσοστού από έρευνα σε έρευνα. Τα κύρια χαρακτηριστικά των διατροφικών συνηθειών του Ελληνικού πληθυσμού σύμφωνα με τα στοιχεία των Ερευνών Οικογενειακών Προϋπολογισμών είναι η ιδιαίτερα υψηλή κατανάλωση φρέσκων φρούτων, λαχανικών, ψωμιού και ελαιολάδου. Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι η διαθεσιμότητα του γάλακτος και του κρέατος είναι αρκετά υψηλή. Από την ανάλυση των στοιχείων και των δύο ερευνών προκύπτουν σημαντικές διαφορές της διαθεσιμότητας των τροφίμων μεταξύ των διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων. Η κυριότερη μεταβολή των διατροφικών συνηθειών στην Ελλάδα στο χρονικό διάστημα 1981/1982 και 1987/1988 συνίσταται στη σημαντική αύξηση της διαθεσιμότητας του ψωμιού κατά 24% και στην ταυτόχρονη μείωση της διαθεσιμότητας του αλεύρου. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει την αισθητή μείωση της παρασκευής σπιτικού ψωμιού. Η διαθεσιμότητα του γάλακτος αυξήθηκε κατά 8 % κατά τη διάρκεια της ίδιας χρονικής περιόδου, ενώ η διαθεσιμότητα των οσπρίων, της πατάτας, των φρέσκων λαχανικών και της ζάχαρης παρουσίασε μικρή μείωση. Το ελαιόλαδο αποτελεί το κύριο λιπίδιο που καταναλώνεται από τα Ελληνικά νοικοκυριά, ενώ η σημασία των ζωικών λιπών και των σπορέλαιων είναι περιορισμένη. Όμως είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι στο χρονικό διάστημα 1981/1982 έως 1987/1988 η διαθεσιμότητα των σπορέλαιων πενταπλασιάστηκε, ενώ ταυτόχρονα η αναλογία της διαθεσιμότητας του ελαιολάδου ως προς το σύνολο της διαθεσιμότητας των λιπιδίων έχει μειωθεί σε όλες σχεδόν τις πληθυσμιακές ομάδες. Η αύξηση της διαθεσιμότητας των σπορέλαιων οδήγησε τελικά σε μικρή αύξηση τη…
Nutrition and Cancer, May 21, 2014
Journal of The American College of Nutrition, Apr 27, 2015
Whole grain consumption has long been associated with human health. However, its relationship wit... more Whole grain consumption has long been associated with human health. However, its relationship with breast cancer remains not well understood and appreciated. The aim of this work was to evaluate the association between whole grain consumption and breast cancer in women. A case-control study was designed. Two hundred and fifty consecutive, newly diagnosed breast cancer female patients (56 ± 12 years) and 250 one-to-one age-matched controls were enrolled. A standardized, validated questionnaire assessing various sociodemographic, clinical, lifestyle, and dietary characteristics was applied through face-to-face interviews. Moreover, data on regular consumption of whole grains (i.e., never/rarely, 1-6 times/week, >7 times/week) were recorded. Overall dietary habits were assessed through the level of adherence to the Mediterranean diet using the MedDietScore (theoretical range 0-55). Whole grain consumption of more than 7 times/week was associated with a 0.49-fold (odds ratio = 0.49; 95% confidence interval, 0.29, 0.82) lower likelihood of having breast cancer, after adjustments were made. This study suggested that whole grain consumption more than 7 times/week was consistently associated with reduced risk of breast cancer.
European Heart Journal, Aug 2, 2013
International Journal of Molecular Sciences
The International Society of Pediatric and Adolescent Diabetes (ISPAD) recommends metformin (MET)... more The International Society of Pediatric and Adolescent Diabetes (ISPAD) recommends metformin (MET) use for metabolic disturbances and hyperglycemia, either in combination with insulin therapy or alone. A caveat of MET therapy has been suggested to be biochemical vitamin B12 deficiency, as seen mainly in studies conducted in adults. In the present case–control study, children and adolescents of different weight status tiers on MET therapy for a median of 17 months formed the cases group (n = 23) and were compared with their peers not taking MET (n = 46). Anthropometry, dietary intake, and blood assays were recorded for both groups. MET group members were older, heavier, and taller compared with the controls, although BMI z-scores did not differ. In parallel, blood phosphorus and alkaline phosphatase (ALP) concentrations were lower in the MET group, whereas MCV, Δ4-androstenedione, and DHEA-S were higher. No differences were observed in the HOMA-IR, SHBG, hemoglobin, HbA1c, vitamin B12...
British Food Journal, 2021
PurposeThe purpose of this paper is to investigate the key determinants of dietary choices of the... more PurposeThe purpose of this paper is to investigate the key determinants of dietary choices of the Greek population during a period of financial austerity.Design/methodology/approachData from the 2016 “Health and Welfare” Greek national cross-sectional survey, in a representative sample of 2,003 individuals, were examined. The survey was conducted via computer-assisted telephone interviews. Sociodemographic characteristics and diet knowledge were examined as potential determinants of four dietary behaviours (fruit, fish, red meat and fast food consumption).FindingsFindings showed significant gender differences against men (64.4% were overweight and obese; 57.6% and 18.4% reported red meat and fast food consumption more than twice a week, respectively). Age and financial affordability were the most significant determinants of fruit consumption. Fish consumption was determined by age, financial affordability, and family status (unmarried, living with the parents). Gender, age, family s...
Children (Basel), Aug 6, 2022
Acta Paediatrica, Jan 2, 2007
Aim: To assess breastfeeding practices, focusing on the prevalence and the determinants of exclus... more Aim: To assess breastfeeding practices, focusing on the prevalence and the determinants of exclusive breastfeeding during hospital stay. Methods: A cross‐sectional study of 1603 healthy women, who delivered healthy infants weighing more than 2500 g, was conducted in the area of Athens, Greece. Participants completed a self‐administered questionnaire on the day they were discharged from the maternity ward. Classification of breastfeeding and recall period from birth to discharge were in accordance with the WHO criteria. Hierarchical logistic regression analysis was used to study determinants of exclusive breastfeeding initiation. Results: Breastfeeding initiation was reported by 96.1% of the participants. However, exclusive breastfeeding was initiated only in 19.1% and predominant breastfeeding in 7.2% of the cases. The univariate analysis showed that maternal younger age, low educational level, unemployment, vaginal delivery, infant birthweight >3000 g, multiparity, early initiation of breastfeeding, rooming‐in and awareness on the existence of breastfeeding centres were associated with higher rates of exclusive breastfeeding. Logistic regression analysis revealed that rooming‐in (OR 3.72, p<0.01), demand feeding (OR 2.18, p<0.01), type of delivery (OR 1.61, p<0.01) and the source of information received about breastfeeding are more important determinants of exclusive breastfeeding than the socio‐demographic parameters.
JAR life, 2017
Background: Malnutrition is a serious problem, which cannot be easily detected among free-living ... more Background: Malnutrition is a serious problem, which cannot be easily detected among free-living elderly people, and may lead to various health and social problems and deteriorate their quality of life. Objectives: To determine the prevalence of malnutrition and malnutrition risk among free-living elderly in the community of an urban municipality of Attica and to identify socio-economic, health and dietary factors that may increase malnutrition risk. Design: Cross-sectional. Setting: Elderly people attending the Open Care Community Centers at N. Philadelphia (an urban municipality of Attica). Participants: 151 free-living people aged over 65 years (78 women and 73 men). Measurements: Mini Nutritional Assessment (MNA) questionnaire was completed, as well as socio-demographic, medical history, physical activity and alcohol consumption data was collected through a personal interview with the participants. Results: None of the individuals was found to be malnourished, but 25,8% of the sample was at risk of malnutrition. After performing backward regression analysis recent appetite (p<0,009) and weight loss (p<0,003), latest development of psychological stress or acute disease (p<0,0001), number of full-course meals (p<0,0001), protein intake index (p<0,002), minimum daily consumption of 2 portions of fruits or vegetables (p<0,0001), daily consumption of liquids (p<0,004), individual's self-evaluation of health (p<0,0001) and nutritional status (p<0,0001) all correlated significantly with MNA Screening Score. Conclusions: A significant number of free-living elderly persons were found at risk of malnutrition. Several dietary variables were found to correlate significantly with malnutrition risk. Early identification of nutritional risk of malnutrition in the community could ameliorate the nutritional status of seniors and consequently their health and quality of life.
Children (Basel), Feb 3, 2021
Journal of Clinical Sport Psychology, 2023
Children (Basel), Mar 2, 2023
Children (Basel), Jan 23, 2023
Children (Basel), Feb 23, 2023
Σκοπός: Οι Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών μπορούν να είναι πολύτιμες για τη διερεύνηση των ... more Σκοπός: Οι Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών μπορούν να είναι πολύτιμες για τη διερεύνηση των διατροφικών συνηθειών, ιδιαίτερα σε χώρες στις οποίες δεν είναι δυνατό να οργανωθούν διατροφικές έρευνες, καθώς επίσης και για την εφαρμογή μιας εθνικής διατροφικής στρατηγικής. Από την ανάλυση των στοιχείων των Ερευνών Οικογενειακών Προϋπολογισμών είναι δυνατό να προσδιοριστούν διαφορές των διατροφικών συνηθειών διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων σε συνάρτηση με τα κοινωνικό-οικονομικά χαρακτηριστικά των νοικοκυριών που τις απαρτίζουν. Οι σκοποί της ανάλυσης των πρωτογενών στοιχείων των Ελληνικών Ερευνών Οικογενειακών Προϋπολογισμών των ετών 1981/1982 και 1987/1988 ήταν οι ακόλουθοι: 1. να διερευνηθεί εάν και κατά πόσο ορισμένα κοινωνικό - οικονομικά χαρακτηριστικά (αστικότητα, υπηρεσίες περιφερειακής ανάπτυξης, μέγεθος και σύνθεση του νοικοκυριού, καθώς επίσης και η εκπαίδευση και το επάγγελμα του αρχηγού του νοικοκυριού) και η χρονική στιγμή της συλλογής των στοιχείων επηρεάζουν τη διαθεσιμότητα των λιπιδίων σε κάθε πληθυσμιακή ομάδα. 2. να μελετηθεί η διαχρονική εξέλιξη της διαθεσιμότητας των λιπιδίων και των κύριων ομάδων τροφίμων στο χρονικό διάστημα μεταξύ των δύο ερευνών στο σύνολο των νοικοκυριών και στις διάφορες πληθυσμιακές υποομάδες ξεχωριστά. 3. να συγκριθούν τα στοιχεία της διαθεσιμότητας των τροφίμων, όπως αυτά προκύπτουν από τις Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών με δεδομένα από άλλες έρευνες που έχουν διενεργηθεί σε μικρότερες πληθυσμιακές ομάδες στην Ελλάδα, και 4. να συγκριθούν τα στοιχεία της διαθεσιμότητας των λιπιδίων με σχετικά δεδομένα από άλλες έγκυρες εθνικές ή διεθνείς πηγές. Υλικό και μέθοδοι: Οι Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών διενεργούνται από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας ανά 6-7 χρόνια. Για την επιλογή του δείγματος χρησιμοποιείται η μέθοδος της πολυσταδιακής στρωματοποιημένης τυχαίας δειγματοληψίας με ενιαίο γενικό κλάσμα δειγματοληψίας 0.2 % και καλύφθηκε αντιπροσωπευτικό δείγμα των νοικοκυριών όλης της χώρας. Στις Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών των ετών 1981/1982 και 1987/1988 έλαβαν μέρος 6,037 και 6,486 νοικοκυριά αντίστοιχα. Αν και ο πρωταρχικός σκοπός των Ερευνών Οικογενειακών Προϋπολογισμών είναι η αξιολόγηση ορισμένων οικονομετρικών στοιχείων, στο πλαίσιο αυτών των ερευνών συλλέγονται σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τη διαθεσιμότητα των τροφίμων, με την έννοια τόσο της αξίας όσο και της ποσότητας. Η περίοδος αναφοράς για την απόκτηση των περισσότερων τροφίμων είναι μία εβδομάδα. Στην έρευνα της περιόδου 1987/1988 συλλέχθηκαν στοιχεία για την ποσότητα και την αξία 88 και 129 ειδών τροφίμων αντίστοιχα. Για την ανάλυση των πρωτογενών στοιχείων των Ερευνών Οικογενειακών Προϋπολογισμών των ετών 1981/1.982 και 1987/1988 χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πρόγραμμα SPSS/PC. Τα πρωτογενή στοιχεία περιελάμβαναν κοινωνικό-οικονομικά και διατροφικά δεδομένα. Αποτελέσματα: Το καταναλωτικό πρότυπο της Ελλάδας μεταβάλλεται με μεγάλη ταχύτητα. Η αναλογία της δαπάνης για τρόφιμα ως προς το σύνολο των δαπανών έχει μειωθεί σημαντικά (από 42.8 % σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας του 1957 σε 29.9 % σύμφωνα με την έρευνα του 1987/1988). Σύμφωνα με το νόμο του Engel αυτή η μείωση αποτελεί ενδεικτικό στοιχείο της βελτίωσης του εισοδήματος μιας χώρας. Κατά τα τελευταία χρόνια παρατηρήθηκε γενικά μείωση της αναλογίας της δαπάνης για οινοπνευματώδη ποτά και καπνό ως προς το σύνολο των δαπανών, αν και υπάρχουν μικρές αυξομειώσεις αυτού του ποσοστού από έρευνα σε έρευνα. Τα κύρια χαρακτηριστικά των διατροφικών συνηθειών του Ελληνικού πληθυσμού σύμφωνα με τα στοιχεία των Ερευνών Οικογενειακών Προϋπολογισμών είναι η ιδιαίτερα υψηλή κατανάλωση φρέσκων φρούτων, λαχανικών, ψωμιού και ελαιολάδου. Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι η διαθεσιμότητα του γάλακτος και του κρέατος είναι αρκετά υψηλή. Από την ανάλυση των στοιχείων και των δύο ερευνών προκύπτουν σημαντικές διαφορές της διαθεσιμότητας των τροφίμων μεταξύ των διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων. Η κυριότερη μεταβολή των διατροφικών συνηθειών στην Ελλάδα στο χρονικό διάστημα 1981/1982 και 1987/1988 συνίσταται στη σημαντική αύξηση της διαθεσιμότητας του ψωμιού κατά 24% και στην ταυτόχρονη μείωση της διαθεσιμότητας του αλεύρου. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει την αισθητή μείωση της παρασκευής σπιτικού ψωμιού. Η διαθεσιμότητα του γάλακτος αυξήθηκε κατά 8 % κατά τη διάρκεια της ίδιας χρονικής περιόδου, ενώ η διαθεσιμότητα των οσπρίων, της πατάτας, των φρέσκων λαχανικών και της ζάχαρης παρουσίασε μικρή μείωση. Το ελαιόλαδο αποτελεί το κύριο λιπίδιο που καταναλώνεται από τα Ελληνικά νοικοκυριά, ενώ η σημασία των ζωικών λιπών και των σπορέλαιων είναι περιορισμένη. Όμως είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι στο χρονικό διάστημα 1981/1982 έως 1987/1988 η διαθεσιμότητα των σπορέλαιων πενταπλασιάστηκε, ενώ ταυτόχρονα η αναλογία της διαθεσιμότητας του ελαιολάδου ως προς το σύνολο της διαθεσιμότητας των λιπιδίων έχει μειωθεί σε όλες σχεδόν τις πληθυσμιακές ομάδες. Η αύξηση της διαθεσιμότητας των σπορέλαιων οδήγησε τελικά σε μικρή αύξηση τη…
Nutrition and Cancer, May 21, 2014
Journal of The American College of Nutrition, Apr 27, 2015
Whole grain consumption has long been associated with human health. However, its relationship wit... more Whole grain consumption has long been associated with human health. However, its relationship with breast cancer remains not well understood and appreciated. The aim of this work was to evaluate the association between whole grain consumption and breast cancer in women. A case-control study was designed. Two hundred and fifty consecutive, newly diagnosed breast cancer female patients (56 ± 12 years) and 250 one-to-one age-matched controls were enrolled. A standardized, validated questionnaire assessing various sociodemographic, clinical, lifestyle, and dietary characteristics was applied through face-to-face interviews. Moreover, data on regular consumption of whole grains (i.e., never/rarely, 1-6 times/week, &amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;amp;gt;7 times/week) were recorded. Overall dietary habits were assessed through the level of adherence to the Mediterranean diet using the MedDietScore (theoretical range 0-55). Whole grain consumption of more than 7 times/week was associated with a 0.49-fold (odds ratio = 0.49; 95% confidence interval, 0.29, 0.82) lower likelihood of having breast cancer, after adjustments were made. This study suggested that whole grain consumption more than 7 times/week was consistently associated with reduced risk of breast cancer.
European Heart Journal, Aug 2, 2013
International Journal of Molecular Sciences
The International Society of Pediatric and Adolescent Diabetes (ISPAD) recommends metformin (MET)... more The International Society of Pediatric and Adolescent Diabetes (ISPAD) recommends metformin (MET) use for metabolic disturbances and hyperglycemia, either in combination with insulin therapy or alone. A caveat of MET therapy has been suggested to be biochemical vitamin B12 deficiency, as seen mainly in studies conducted in adults. In the present case–control study, children and adolescents of different weight status tiers on MET therapy for a median of 17 months formed the cases group (n = 23) and were compared with their peers not taking MET (n = 46). Anthropometry, dietary intake, and blood assays were recorded for both groups. MET group members were older, heavier, and taller compared with the controls, although BMI z-scores did not differ. In parallel, blood phosphorus and alkaline phosphatase (ALP) concentrations were lower in the MET group, whereas MCV, Δ4-androstenedione, and DHEA-S were higher. No differences were observed in the HOMA-IR, SHBG, hemoglobin, HbA1c, vitamin B12...
British Food Journal, 2021
PurposeThe purpose of this paper is to investigate the key determinants of dietary choices of the... more PurposeThe purpose of this paper is to investigate the key determinants of dietary choices of the Greek population during a period of financial austerity.Design/methodology/approachData from the 2016 “Health and Welfare” Greek national cross-sectional survey, in a representative sample of 2,003 individuals, were examined. The survey was conducted via computer-assisted telephone interviews. Sociodemographic characteristics and diet knowledge were examined as potential determinants of four dietary behaviours (fruit, fish, red meat and fast food consumption).FindingsFindings showed significant gender differences against men (64.4% were overweight and obese; 57.6% and 18.4% reported red meat and fast food consumption more than twice a week, respectively). Age and financial affordability were the most significant determinants of fruit consumption. Fish consumption was determined by age, financial affordability, and family status (unmarried, living with the parents). Gender, age, family s...
Children (Basel), Aug 6, 2022
Acta Paediatrica, Jan 2, 2007
Aim: To assess breastfeeding practices, focusing on the prevalence and the determinants of exclus... more Aim: To assess breastfeeding practices, focusing on the prevalence and the determinants of exclusive breastfeeding during hospital stay. Methods: A cross‐sectional study of 1603 healthy women, who delivered healthy infants weighing more than 2500 g, was conducted in the area of Athens, Greece. Participants completed a self‐administered questionnaire on the day they were discharged from the maternity ward. Classification of breastfeeding and recall period from birth to discharge were in accordance with the WHO criteria. Hierarchical logistic regression analysis was used to study determinants of exclusive breastfeeding initiation. Results: Breastfeeding initiation was reported by 96.1% of the participants. However, exclusive breastfeeding was initiated only in 19.1% and predominant breastfeeding in 7.2% of the cases. The univariate analysis showed that maternal younger age, low educational level, unemployment, vaginal delivery, infant birthweight >3000 g, multiparity, early initiation of breastfeeding, rooming‐in and awareness on the existence of breastfeeding centres were associated with higher rates of exclusive breastfeeding. Logistic regression analysis revealed that rooming‐in (OR 3.72, p<0.01), demand feeding (OR 2.18, p<0.01), type of delivery (OR 1.61, p<0.01) and the source of information received about breastfeeding are more important determinants of exclusive breastfeeding than the socio‐demographic parameters.
JAR life, 2017
Background: Malnutrition is a serious problem, which cannot be easily detected among free-living ... more Background: Malnutrition is a serious problem, which cannot be easily detected among free-living elderly people, and may lead to various health and social problems and deteriorate their quality of life. Objectives: To determine the prevalence of malnutrition and malnutrition risk among free-living elderly in the community of an urban municipality of Attica and to identify socio-economic, health and dietary factors that may increase malnutrition risk. Design: Cross-sectional. Setting: Elderly people attending the Open Care Community Centers at N. Philadelphia (an urban municipality of Attica). Participants: 151 free-living people aged over 65 years (78 women and 73 men). Measurements: Mini Nutritional Assessment (MNA) questionnaire was completed, as well as socio-demographic, medical history, physical activity and alcohol consumption data was collected through a personal interview with the participants. Results: None of the individuals was found to be malnourished, but 25,8% of the sample was at risk of malnutrition. After performing backward regression analysis recent appetite (p<0,009) and weight loss (p<0,003), latest development of psychological stress or acute disease (p<0,0001), number of full-course meals (p<0,0001), protein intake index (p<0,002), minimum daily consumption of 2 portions of fruits or vegetables (p<0,0001), daily consumption of liquids (p<0,004), individual's self-evaluation of health (p<0,0001) and nutritional status (p<0,0001) all correlated significantly with MNA Screening Score. Conclusions: A significant number of free-living elderly persons were found at risk of malnutrition. Several dietary variables were found to correlate significantly with malnutrition risk. Early identification of nutritional risk of malnutrition in the community could ameliorate the nutritional status of seniors and consequently their health and quality of life.
Children (Basel), Feb 3, 2021
Journal of Clinical Sport Psychology, 2023
Children (Basel), Mar 2, 2023
Children (Basel), Jan 23, 2023