Αρχαιολογική Υπηρεσία και έρευνα (original) (raw)

Η ανασκαφική έρευνα στο Ιερό της Δωδώνης

2016

Οι άφθονες πληροφορίες που παρέχει για το Ιερό της Δωδώνης (σχέδ. 1) η αρχαία ελληνική παράδοση μαρτυρούν για τη μεγάλη φήμη του κατά την αρχαιότητα1. Ή ταν λοιπόν επόμενο η θέση του να αποτελέσει αντι κείμενο αναζήτησης πολλών ξένων περιηγητών και Ελλήνων λογίων πο λύ πριν από την αποκάλυψή του με τις ανασκαφές2. Τη θέση του Ιερού της Δωδώνης βεβαίωσε πρώτος ανασκαφικά ο Κ. Καραπάνος το 18753, επί Τουρκοκρατίας. Οι έρευνες αυτές επεκτάθηκαν σε χώρο 2000 τ. μ. και επικεντρώθηκαν κυρίως σε μνημεία εμφανή. Α πο κάλυψαν το περίγραμμα της τοιχοποιίας των περισσότερων μνημείων του Ιερού επιφανειακά και δεν εξήντλησαν την ανασκαφή ως το φυσικό έδαφος. Οι ανασκαφές του Καραπάνου, αν και πλούσιες σε κινητά ευρή ματα, υπήρξαν φτωχές σε συμπεράσματα, όπως όλες οι παλιές ανασκα φές που είχαν παραβλέψει τη στρωματογραφία. Είναι όμως σημαντικό ότι τα αποκαλυφθέντα ερείπια, σε συνδυασμό με τα εν μέρει ορατά τότε αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, αποτέλεσαν τη βάση για την πρώτη τοπογρα φική αποτύπωση του Ιερού. Με την πάροδο του χρόνου, οι προσχώσεις του Τομάρου κάλυψαν τον ανεσκαμμένο χώρο, ώστε, κατά το τέλος του τελευταίου τέταρτου του αι ώνα, τα περιγράμματα των αρχαίων οικοδομημάτων να μην διακρίνονται πια4. Μετά την απελευθέρωση της Ηπείρου το 1913, τις ανασκαφές ανέλαβε 1. Ενδεικτικά βλ. Ομήρου, Ιλλιάς, Π 231-235, Οδύσσεια, ξ 327-330, π 402 κεξ., τ 296-Η ανασκαφική έρευνα στο Ιερό της Δωδώνης

Αρχαιολογικό Πρόγραμμα Αβδήρων και Ξάνθης (ΑΠΑΞ): πρώτο έτος της επιφανειακής έρευνας

Zenodo (CERN European Organization for Nuclear Research), 2020

Αρχοντικό Τσιατσιαπά στην Καστοριά, τοιχογραφία µε απεικόνιση πόλης Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις του ελληνικού νόμου (Ν. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται απολύτως η άνευ γραπτής άδειας του εκδότη και του συγγραφέα κατά οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή, εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, μηχανική ή άλλη) και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου.

Η λειτουργία της αισχρολογίας στους Αχαρνής και την Ειρήνη του Αριστοφάνη

2008

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ Η αντιμετώπιση της αριστοφανικής αισχρολογίας όχι απλώς ως ενός παραδοσιακού στοιχείου της Αρχαίας Κωμωδίας που συνδέεται με την καταγωγή της, αλλά ως δραματουργικού στοιχείου που σχετίζεται με την πλοκή και λειτουργεί αποκαλυπτικά για τον χαρακτήρα των δραματικών προσώπων, εδραιώθηκε κυρίως με το βιβλίο της T. M. De Wit-Τak «Lysistrata»:Vrede, Vrouw en Obsceniteit bij Aristophanes το 1967 1 και την επόμενη χρονιά με το άρθρο της «The function of obscenity in Aristophanes' Thesmophoriazusae and Ecclesiazusae» 2. Ενδεικτικό της απήχησης των απόψεων αυτών είναι ότι το 1973 ο V. Marston, στην διατριβή του Aristophanes' Use of Obscenity, τις εφαρμόζει και τις επιβεβαιώνει στους Αχ., τους Ιππ., τους Όρν., τους Βατρ. και τον Πλ. (98-101). Το 1975 εκδόθηκε η μελέτη του J. Henderson Maculate Muse 3 , η οποία, έπειτα και από την επανέκδοσή της το 1991, παραμένει το βασικό εγχειρίδιο για την αισχρολογία στον Αρ. και την Αρχαία Κωμωδία γενικότερα. Ο Henderson ανιχνεύει την προέλευση της αισχρολογίας στον ιωνικό Ίαμβο και στις τελετές που ήταν αφιερωμένες στον Διόνυσο και την Δήμητρα (13-20). Διαχωρίζει την αισχρολογία από την πορνογραφία και πιστεύει πως η ευχαρίστηση για τους θεατές πήγαζε από την έκθεση στο όνειδος δραματικών ή εξωδραματικών προσώπων, συνεπώς εμπεριέχει ένα είδος επιθετικότητας, την οποία άλλωστε εκφράζει, αλλά δίχως φυσική βία (7-12). Είναι ο πρώτος που συντάσσει τυπολογία της αισχρολογίας (30-55). Υιοθετώντας τις αρχές της Wit-Τak 1 Bλ. αγγλική περίληψη του βιβλίου, §III.3 2 Παλαιότερα οι μελετητές είχαν εστιάσει το ενδιαφέρον τους στην διερεύνηση της αισχρολογίας ως στοιχείου που θα αποκάλυπτε την σχέση της Αρχαίας Κωμωδίας με θρησκευτικές τελετουργίες και με την Δωρική Φάρσα ή την Μεγαρική Κωμωδία. Βλ. F. M.

Για μια νέα σύμπραξη της Παιδαγωγικής του Θεάτρου και του Μουσείου

Epistēmēs Metron Logos, 2019

Στην παρούσα εργασία επιχειρείται η αποτίμηση της σύμπραξης δυοδιεπιστημονικών πεδίων, της Παιδαγωγικής του Θεάτρου και τηςΜουσειακής Αγωγής. Θεωρώντας ότι το σύγχρονο μουσείο και ηανάγκη να προσελκύσει ένα πιο διευρυμένο κοινό το οδηγούν να αναθεω-ρεί παρόντα μοντέλα εξήγησης και ερμηνείας των συλλογών του, προτεί-νουμε μια δημιουργική προσέγγιση των μουσειακών εκθεμάτων. Ειδικό-τερα, η θεατρική προσέγγιση αποτελεί γόνιμο εκπαιδευτικό περιβάλλονκαι μέσον ενδυνάμωσης της συνάντησης του μουσειακού αντικειμένου καιτων επισκεπτών, τους οποίους εμπλέκει με τρόπο βιωματικό, μέσω θεατρι-κών ρόλων, στην βαθιά κατανόηση του μουσειακού κόσμου, των αιτιωδώνσχέσεων και της συνολικής πραγματικότητας, η οποία βρίσκεται πίσω απότα μουσειακά εκθέματα.