"Η ανέκδοτη μετάφραση επιλεγμένων quaestiones του Υπομνήματος του Δομινικανού Hervaeus Natalis στις Sententiae του Πέτρου Λομβαρδού από τον Πρόχορο Κυδώνη" (original) (raw)

2020, Ἄρτος Ζωῆς

Εισαγωγή Α´. Hervaeus Natalis (†1308) - Υπόμνημα στις Sententiae του Πέτρου Λομβαρδού: Redactio prima (reportatio; 1302/03) & Redactio secunda (ordinatio; 1304/07). Β´. Εξάρτηση του Hervaeus (κυριότερα στην δική του reportatio) από το Υπόμνημα στις Sententiae του Πέτρου Λομβαρδού του Ιακώβου του Metz (redactio prima; 1301/02). Γ´. Hervaeus έγινε Magister s. paginae (καθηγητής Αγίας Γραφής) το 1307, provincialis τής Γαλλίας το 1309, επικεφαλής του τάγματος το 1318, και κύριο κίνητρο της αγιοποίησης του Θωμά το 1323. Δ´. Ο Hervaeus εγκαινίασε ένα ρεύμα Δομινικανών οι οποίοι άρχισαν να προσλαμβάνουν καίρια μη θωμικά (έως αντι-θωμικά) στοιχεία της φιλοσοφίας τού Ιωάννη Σκώτου τού Δουνς (†1308) με τρόπο τέτοιο, ώστε να φτιάξουν ένα είδος χαλαρού θωμισμού. 1. Η χειρόγραφη παράδοση της ελληνικής μετάφρασης επιλεγμένων quaestiones από τα βιβλία I και ΙΙ του Υπομνήματος στις Sententiae του Hervaeus από τον Πρόχορο Κυδώνη Α´. Δύο μόνο κώδικες μαρτυρούν την ενασχόληση του Πρόχορου με τον Hervaeus: ο Vaticanus graecus 609 και Vaticanus graecus 1102. 1. Vat. gr. 1102 – ff. 139-142v, περιέχεται η μετάφραση του De aeternitate mundi του Θωμά από τον Πρόχορο & ff. 142v-145, 147, 236-250 και 265-270 (με τίτλο γραμμένο από το χέρι του Δημήτριου Κυδώνη) περιέχεται το “Ἑρβαίου Περὶ τῆς τοῦ κόσμου ἀϊδιότητος, ἑρμηνευθὲν παρὰ τοῦ αὐτοῦ” μεταφρασμένο από τον Hervaeus (Υπόμνημα, Liber II, distinctio I, qq. 1-2 και distinctio II, q. 1). 2. Vat. gr. 609 – ff. 192-201 & 210 (Υπόμνημα, Liber I, distinctio, I, qq. 1-4, & 7 + distinctiones 9-17). Β´. ο Γρηγόριος Παλαμάς στράφηκε εναντίον της θέσης του Βαρλαάμ, χρησιμοποιώντας επιχειρήματα παραπλήσια μ’ αυτά με τα οποία ορισμένοι Φραγκισκανοί θεολόγοι υποστήριξαν τον πάπα Ιωάννη τον εικοστό δεύτερο. Για παράδειγμα, ο Geraldus Odonis (scripsit 1333) προκάλεσε γενική κατάπληξη, υποστηρίζοντας την ύπαρξη επιστημονικής θεολογικής γνώσης μέσα στην ψυχή και θεωρώντας παράλληλα την ατελή «μακαριοποιό θέα» του Θεού ως το τέλος της παρούσας ζωής, θέα σαν αυτήν του Παύλου και του πρωτομάρτυρα Στέφανου, οι οποίοι είδαν την «δόξα του Κυρίου». Π. χ., Πώς ο θεός βλέπεται εν αινίγματι...διακυρήττω ότι... [δούμεν] εν αινίγματι...διά της θέας της επιστήμης, σοφίας, και γνώσεως...διά μέσω έρευνας και άλλων από το αγίο πνεύμα...Έχομεν ούτως τέτοια διά αγίου πνεύματος...η γνώση/θεογνωσία εξαρτώνται από την υποκείμενη τάξη της επιρροής κατά την θεϊκη δικαιοσύνη σχετικά με τα γϊηινά πράγματα. Τις γνώσεις/θεογνώσιες εκείνες...είχαν οι της Αγιας Θεολογίας διδάσκαλοι ως από την (θεϊκη) επιρροή (infusio)...Πρώτον, η θέα (του θεού) πρέπει να πηγάζει από την επιστήμη. Δεύτερον, η θέα του θεού πρέπει να πηγάζει από επίκτιτη επιστήμη...Τρίτον, η θέα του θεού πρέπει να πηγάζει από την της επιρροής επιστήμη (Περί της πολλαπλάσιασμενης θέας του θεού, 1, conclusio 2). Γ´. (1.) Ο Βάρλααμ και Hervaeus αρνούνται ότι οι προκείμενες των θεολογικών συλλογισμών είναι αυτερά επιστημονικές, (2.) ενώ ο Πρόχορος φαίνεται να είναι ανοιχτός στην δυνατότητα, (3.) αλλά ο Δημήτριος και ο Παλαμάς υποστηρίζουν την επιστημονική φύση τών λεγομένων προκειμενών, παρόλο που οι δικοί τους λόγοι για τέτοιο συμπέρασμα ειναι διαφορετικοί. (α´) ο Δημέτριος κατά το σύστημα των πρότερων θωμιστών, (β´) αλλά ο Παλαμάς σύμφωνα με κάποιους Φραγγισκανούς που υποστιρίζουν μία επιστομονική γνώση από θεϊκή θέα. Δ´. Vat. gr. 609 – ff. 1-7a περιέχει μια ἐρωταπόκρισιν για τη μετάσταση της Παναγίας, τα φύλλα 8v-131v και 147-172v περιέχουν τη μετάφραση της Pars prima τής Summa Theologiae από τον Δημήτριο Κυδώνη, στο μέσω του οποίων είναι μετάφραση του De differentiis topicis του Βοήθιου από τον Πρόχορο (ff. 132-135). Τα ff. 140-146v περιέχουν το κείμενο του Πρόχορου εναντίον του Συνοδικού τόμου του 1351, ενώ τα επόμενα φύλλα του 609 περιέχουν μεταφράσεις δύο έργων του Αυγουστίνου από τον Πρόχορο: του De vita beata και του De libero arbitrio, και των επιλεγμένων επιστολών (ff. 173-209v), αλλά, στο μέσο των οποίων, ff. 192-201 & 210 περιέχουν excerpta από το Υπόμνημα του Hervaeus. Μετά, βρίσκονται επιλεγμένα excerpta από τους πατέρες κατά του Παλαμά (ff. 211-217v). Στο τέλος του Vat. gr. 609, περιέχεται ένα μικρό έργο του Πρόχορου, δηλαδή, Αντιρρητκός λόγος των αναθεματιζόντων τους λέγοντας αυτό σκιάν ὴ ίνδαλμα (ff. 217v-218). Ε´. Το πρώτο σετ quaestiones (1-4 και 7) που επέλεξε ο Πρόχορος από το πρώτο Βιβλίο είναι μόνο από την πρώτη distinctio. Η πρώτη quaestio επιγράφεται: «Αν η θεολογία είναι επιστήμη». Η δεύτερη quaestio ρωτάει αν είναι το αντικείμενο μιας επιστήμης αυτό που την καθιστά θεωρητική ή πρακτική. Η τρίτη quaestio επιγράφεται: «Αν η επιστήμη είναι έξη του νου η οποία είναι αποτέλεσμα συμπερασμάτων από αψευδείς προκείμενες». ο Πρόχορος προδίδει τα κίνητρά του παραλείποντας τις quaestiones 5 και 6: «Αν η θεολογία είναι μία και μόνο επιστήμη» και «Αν η θεολογία είναι υπάλληλη προς κάποια επιστήμη ανώτερή της» (π.χ., όπως η γεωμετρία, που εξαρτάται από τα μαθηματικά). Ο Πρόχορος πηγαίνει μετά στην quaestio 7: «Αν το υποκείμενο της θεολογίας είναι ο Θεός». ο Πρόχορος πηδάει μετά στο Πρώτο βιβλίο, distinctiones IX-XVII (Vat. gr. 609, ff. 174-179v), όπου η Θωμιστική διδασκαλία του Ερβαίου για το Filioque αποτελεί για τον Πρόχορο τη βάση για να ανασκευάσει τις παραδοχές των Παλαμικών που ανιστρατεύονταν το Filioque. Συμπεράσματα Τα Γραφικά χωρία που επικαλείται ο Παλαμάς, η διδασκαλία του περί αποδεικτικού συλλογισμού στη θεολογία και τα επιχειρήματά του, μοιάζουν όλα πάρα πολύ με τρέχουσες στην εποχή του quaestiones disputatae, που μαρτυρούνται αποκλειστικά σε (λατινικά) Υπομνήματα στις Sententiae και σε Quaestiones Quodlibet. Αυτό αφορά τόσο το θέμα της φύσης της μακαριοποιού θέας του Θεού στην παρούσα ζωή όσο και την δυνατότητα των Πατέρων και των θεολόγων που έχουν βιώσει ‘μυστική’ εμπειρία να συγκροτήσουν αποδεικτικούς συλλογισμούς δυνάμει της ενάργειας των προκειμένων τους, η οποία προκύπτει από την άμεση σύλληψη του αντικειμένου της θεολογίας, δηλαδή τη «δόξα του Θεού»). Ο Πρόχορος συμπίπτει με τον Παλαμά, στον βαθμό που και οι δύο επιχειρηματολογούν εναντίον θέσεων βαρλααμικών. Όσο κι αν ο Παλαμάς δέχεται πολύ πιο καθαρά (stricte, όχι largo) από τον Πρόχορο τον επιστημονικό χαρακτήρα των θεολογικών συμπερασμάτων, στην ουσία και οι δύο ήθελαν να υπερβούν τη θεολογική μεθοδολογία του Βαρλαάμ. Έτσι, τόσο ο Παλαμάς όσο και ο Δημήτριος και ο Πρόχορος νιώθουν ότι πρέπει δικαιολογήσουν το ότι δέχονται τον συλλογισμό ως μέσο θεολογίας. Ο Πρόχορος συμφωνεί με τον Παλαμά ότι τα πατερικά «λόγια» / «χρησμοί» (και ασφαλώς η Γραφή η ίδια) μπορούν να αποτελέσουν προκείμενες για τη συναγωγή θεολογικώς βέβαιων συμπερασμάτων. Στο πλαίσιο αυτό, η πραγματεία του Δημήτριου για το κύρος των Πατέρων της Εκκλησίας, όχι μόνον Ελλήνων αλλά και Λατίνων, μπορεί να θεωρηθεί ως προσπάθεια να πείσει τους συμπατριώτες του να δεχθούν ex necessitate Πατέρες όπως ο Αυγουστίνος ως αυθεντίες, και συνεπώς τους θεόπνευστους «χρησμούς» τους ως προκείμενες για θεολογικώς έγκυρα συμπεράσματα, όπως το Filioque. Το έργο αυτό πιθανόν γράφτηκε μετά το 1363/67 και πριν το 1371/73. Προσωπικά, θα χρονολογούσα την αυτόγραφη μετάφραση του Hervaeus μετά την άφιξη του Πρόχορου στην Κωνσταντινούπολη το 1368. Ενώ ο Δημήτριος μπορούσε να τον προμηθεύει με λατινικά χειρόγραφα από το κοινόβιο των Δομινικανών στο Πέρα, την εποχή που και ο ίδιος συνέγραφε το έργο του για το κύρος των Πατέρων της Εκκλησίας (c. 1363/67 – 1371/73). Ο Παλαμάς δύσκολα θα δεχόταν, σαν τον Πρόχορο και αρκετούς θωμιστές, προτάσεις που δεν προέρχονται από την Αποκάλυψη ως υλικό προς συγκρότηση απλανών θεολογικών συλλογισμών. Ο Παλαμάς δεν δεχόταν ότι η γνωστική διαδικασία της αφαίρεσης από τα αισθητά και της γενίκευσης, με βάση μόνο τις ανθρώπινες δυνάμεις, είναι έγκυρη (Πρός Ακίνδυνον A΄ 8-14). Επίσης, καθώς ο Παλαμάς δεχόταν τον χαρακτηρισμό της θεολογίας ως «πράξεως» από τον Ιωάννη Δαμασκηνό, η θεώρησή της από τον Πρόχορο ως καθαρά θεωρητικής (όχι συναισθηματικής ούτε πρακτικής), εξ αντικειμένου απομάκρυνε τον δεύτερο ακόμα περισσότερο από τον Παλαμά, ο οποίος έλεγε ότι μόνον η πρακτική θεολογία σώζει. Παρ’ όλ’ αυτά, ο αντίπαλος του Πρόχορου, εξ αιτίας του οποίου μετέφρασε Hervaeus, δεν ήταν ο Παλαμάς. Άλλωστε, ο Πρόχορος χοντρικά συμφωνεί με τον Παλαμά, σε αντίθεση με τους αντι-Λατίνους Παλαμικούς, οι οποίοι (για παράδειγμα, ο Νείλος Καβάσιλας) ακολούθησαν τη γραμμή των έργων του Βαρλαάμ κατά των Λατίνων, ότι δηλαδή η θεολογία δεν είναι επιστήμη με την αριστοτελική σημασία της λέξης. Ο Πρόχορος συγκρότησε μια δική του θεώρηση για την αξία του συλλογισμού ως θεολογικού εργαλείου, η οποία δεν συμπίπτει απολύτως με καμμία άλλη της εποχής του.