Λαζάρ, Δ., Κόπακα, Κ., 2020, Υφαντικά βάρη και σφονδύλια από τη νήσο Γαύδο, στο Π. Καραναστάση, Α., Τζιγκουνάκη, Χ., Τσιγωνάκη (επιμ.), Αρχαιολογικό Έργο Κρήτης 4, Πρακτικά της 4ης Συνάντησης, Ρέθυμνο, 24-27 Νοεμβρίου 2016, Α΄, 691-703. (original) (raw)
Related papers
Αρχαιολογικό Πρόγραμμα Αβδήρων και Ξάνθης (ΑΠΑΞ): πρώτο έτος της επιφανειακής έρευνας
Zenodo (CERN European Organization for Nuclear Research), 2020
Αρχοντικό Τσιατσιαπά στην Καστοριά, τοιχογραφία µε απεικόνιση πόλης Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις του ελληνικού νόμου (Ν. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται απολύτως η άνευ γραπτής άδειας του εκδότη και του συγγραφέα κατά οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή, εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, μηχανική ή άλλη) και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου.
Η ανασκαφική έρευνα στο Ιερό της Δωδώνης
2016
Οι άφθονες πληροφορίες που παρέχει για το Ιερό της Δωδώνης (σχέδ. 1) η αρχαία ελληνική παράδοση μαρτυρούν για τη μεγάλη φήμη του κατά την αρχαιότητα1. Ή ταν λοιπόν επόμενο η θέση του να αποτελέσει αντι κείμενο αναζήτησης πολλών ξένων περιηγητών και Ελλήνων λογίων πο λύ πριν από την αποκάλυψή του με τις ανασκαφές2. Τη θέση του Ιερού της Δωδώνης βεβαίωσε πρώτος ανασκαφικά ο Κ. Καραπάνος το 18753, επί Τουρκοκρατίας. Οι έρευνες αυτές επεκτάθηκαν σε χώρο 2000 τ. μ. και επικεντρώθηκαν κυρίως σε μνημεία εμφανή. Α πο κάλυψαν το περίγραμμα της τοιχοποιίας των περισσότερων μνημείων του Ιερού επιφανειακά και δεν εξήντλησαν την ανασκαφή ως το φυσικό έδαφος. Οι ανασκαφές του Καραπάνου, αν και πλούσιες σε κινητά ευρή ματα, υπήρξαν φτωχές σε συμπεράσματα, όπως όλες οι παλιές ανασκα φές που είχαν παραβλέψει τη στρωματογραφία. Είναι όμως σημαντικό ότι τα αποκαλυφθέντα ερείπια, σε συνδυασμό με τα εν μέρει ορατά τότε αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, αποτέλεσαν τη βάση για την πρώτη τοπογρα φική αποτύπωση του Ιερού. Με την πάροδο του χρόνου, οι προσχώσεις του Τομάρου κάλυψαν τον ανεσκαμμένο χώρο, ώστε, κατά το τέλος του τελευταίου τέταρτου του αι ώνα, τα περιγράμματα των αρχαίων οικοδομημάτων να μην διακρίνονται πια4. Μετά την απελευθέρωση της Ηπείρου το 1913, τις ανασκαφές ανέλαβε 1. Ενδεικτικά βλ. Ομήρου, Ιλλιάς, Π 231-235, Οδύσσεια, ξ 327-330, π 402 κεξ., τ 296-Η ανασκαφική έρευνα στο Ιερό της Δωδώνης
Για μια νέα σύμπραξη της Παιδαγωγικής του Θεάτρου και του Μουσείου
Epistēmēs Metron Logos, 2019
Στην παρούσα εργασία επιχειρείται η αποτίμηση της σύμπραξης δυοδιεπιστημονικών πεδίων, της Παιδαγωγικής του Θεάτρου και τηςΜουσειακής Αγωγής. Θεωρώντας ότι το σύγχρονο μουσείο και ηανάγκη να προσελκύσει ένα πιο διευρυμένο κοινό το οδηγούν να αναθεω-ρεί παρόντα μοντέλα εξήγησης και ερμηνείας των συλλογών του, προτεί-νουμε μια δημιουργική προσέγγιση των μουσειακών εκθεμάτων. Ειδικό-τερα, η θεατρική προσέγγιση αποτελεί γόνιμο εκπαιδευτικό περιβάλλονκαι μέσον ενδυνάμωσης της συνάντησης του μουσειακού αντικειμένου καιτων επισκεπτών, τους οποίους εμπλέκει με τρόπο βιωματικό, μέσω θεατρι-κών ρόλων, στην βαθιά κατανόηση του μουσειακού κόσμου, των αιτιωδώνσχέσεων και της συνολικής πραγματικότητας, η οποία βρίσκεται πίσω απότα μουσειακά εκθέματα.
2014
<jats:p>Στην παρούσα διατριβή εξετάζεται η ποικιλόμορφη και πολυδιάστατη παρουσία του αρχαίου θεάτρου στο καβαφικό έργο· πιο συγκεκριμένα επιχειρείται η συγκεντρωτική καταγραφή και φιλολογική ανάλυση όλων των έργων του ποιητή που συνδέονται, άμεσα ή έμμεσα, με το αρχαίο θέατρο. Όπως διαπιστώνεται, η προσέγγιση του αρχαίου θεάτρου από τον Καβάφη εξελίσσεται σταδιακά κατά την ποιητική διαδρομή του από το Ρομαντισμό στον Παρνασσισμό και το Συμβολισμό (περίοδος κατά την οποία εντοπίζονται και τα περισσότερα από τα ποιήματα της συγκεκριμένης θεματικής), και στη συνέχεια στο Ρεαλισμό, καθώς ο ποιητής ακολουθεί την ιστορική εξέλιξη του θεάτρου από την κλασική περίοδο (5ος αι. π.Χ.) έως την ελληνιστική / ελληνορωμαϊκή περίοδο (4ος αι. π.Χ. - 1ος αι. μ.Χ.) και την ύστερη αρχαιότητα (4ος - 5ος αι. μ.Χ.), μια φθίνουσα πορεία προς την παρακμή. Παρά το γεγονός ότι η εξέταση των έργων της πρώιμης ποιητικής περιόδου (1882;-1903), όπως και των έργων της ώριμης ποίησής του (1913-1929), αποκαλύπτει την απουσία μιας ενιαίας μεθόδου προβολής και «χρήσης» του αρχαίου θεάτρου από τον Καβάφη -σχεδόν κάθε αναφορά εστιάζει σε κάποιο διαφορετικό σημείο από ένα σύνολο ετερόκλιτων στοιχείων (κείμενα, θεματικές, χώρος, τεχνικές κ.λπ.)-, ωστόσο βασικό συνδετικό στοιχείο των έργων της ωριμότητας αποτελεί η σταθερή ένταξη του αρχαίου θεάτρου σ' ένα ευρύτερο πλαίσιο παρακμής -με έμφαση στο ερωτικό στοιχείο-, σε τέτοιο, μάλιστα, βαθμό, ώστε να μετατρέπεται πλέον σε βασικό σύμβολο παρακμής. Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας εξετάστηκαν, επιπλέον, και άλλα επιμέρους θέματα, όπως η επαφή του Καβάφη με το αρχαίο θέατρο ως αναγνώστη και θεατή (γνώση και χρήση εκδόσεων αρχαίων κειμένων και σχετικών μελετών, παρακολούθηση παραστάσεων αρχαίου δράματος, ενδιαφέρον για τις Δελφικές Εορτές, γνωριμία με ηθοποιούς της εποχής του κ.λπ.), η ιδιάζουσα στάση του απέναντι στην αρχαία τραγωδία, που καταδεικνύεται από την προφανή απροθυμία του να συμπεριλάβει ποιήματα που σχετίζονται με αυτή στην επίσημη ποίησή του, και η ποιητική «αναμέτρησή» του με τον Αισχύλο, τον σημαντικότερο εκπρόσωπο του αρχαίου δράματος στο έργο του. Παράλληλα, μελετήθηκαν ειδικότερα ζητήματα της ιστορίας του αρχαίου θεάτρου, που απαντούν στην ποίησή του: η σχέση αρχαίου θεάτρου και σοφιστικής· η θέση του θεάτρου στη σύγκρουση Χριστιανισμού - ειδωλολατρίας (και ο ρόλος του Ιουλιανού του Παραβάτη)· η θέση των ηθοποιών στην κοινωνία των πρώτων χριστιανικών αιώνων έως και την ύστερη αρχαιότητα. Επιπλέον, στη διατριβή ερευνάται η ευρύτερη αφομοίωση στοιχείων του αρχαίου θεάτρου στην ποίηση του Καβάφη, κυρίως στα ιστορικά ποιήματά του: απόηχος τραγικών μοτίβων και θεμάτων, όπως και επιμέρους στοιχεία τεχνικής (τραγική ειρωνεία, περιπέτεια, από μηχανής θεοί, χορός, αγγελιαφόροι, βωβά πρόσωπα κ.ά.). Τέλος, εξετάζεται η ειδικότερη σύνδεση στην καβαφική ποίηση του αρχαίου θεάτρου με το τελετουργικό στοιχείο.</jats:p>
Ηθική και πολιτική αρετολογία στη σοφόκλεια Αντιγόνη
2009
Σε μία εποχή όπου η πολιτική αρετή θεωρείται δεδομένη, χωρίς όμως να είναι, ενώ η ηθική αρετή έχει αποδεσμευτεί από κάθε πολιτική χροιά, είναι επιτακτική η ανάγκη να ιδωθεί ο πολίτης υπό το πρίσμα μιας ηθικής και πολιτικής αρετολογίας. Σε συνέχεια του παραπάνω προβληματισμού, η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία «Ηθική και πολιτική αρετολογία στη Σοφόκλεια Αντιγόνη» επιχειρεί να ερμηνεύσει γνωρίσματα ηθικής και πολιτικής αρετολογίας μέσα από την τόσο γνωστή αρχαία ελληνική τραγωδία. Λαμβάνοντας υπόψη την Αριστοτέλεια φιλοσοφία, η εργασία διερευνά τις συνθήκες κάτω από τις οποίες συγκρούονται ηθική και πολιτική μέσα στην «Αντιγόνη». Επιπλέον, η εργασία αποτελεί απόπειρα προσέγγισης του βαθμού στον οποίο το ένα (ηθική) θα μπορούσε να συμπληρώνει το άλλο (πολιτική), προκειμένου να καταστήσουν «σπουδαίο» άρχοντα έναν «αγαθό» άνθρωπο-πολίτη.