Irene Gerogianni | Athens School of Fine Arts (original) (raw)
Uploads
Books by Irene Gerogianni
Book Chapters by Irene Gerogianni
Articles in Peer-Reviewed Journals by Irene Gerogianni
Arts, 2022
Euripides’ The Bacchae is a Greek tragedy that relies on its capacity to give double vision, by c... more Euripides’ The Bacchae is a Greek tragedy that relies on its capacity to give double vision, by confusing and dismembering the senses. This idea of doubling is taken to the extreme in the Berlin Schaubühne production Die Bakchen, directed by Klaus Michael Grüber in 1974, which formed part of the Antikenprojekt, realized along with Peter Stein. For theatre historians, Grüber’s Die Bakchen delivered a completely new concept of theatre—a theatre of images—capable to bewitch and fascinate the spectators, but distant from a hermeneutic approach with reference to the dramatic text. What is often missed here, however, is the specificity of the visual aspect of the production, which features references to historical works of classical and Renaissance art, as well as to modern sculpture, Arte Povera and conceptual, as well as performance, art pieces. In fact, the idea of doubling seems to be translated by Grüber into an intertextual, intermedial play between the text, the performance on stage, and the visual arts. As a result, the different aspects of the production look familiar and unfamiliar at the same time, not merely by the uneasy separation of theatre and text, but also by the double’s interplay between vision and knowledge.
Ιστορία της Τέχνης, 2019
Το εγχείρημα Η έκθεση «Περιβάλλον-Δράση. Τάσεις της ελληνικής τέχνης σήμερα» πραγματοποιήθηκε από... more Το εγχείρημα Η έκθεση «Περιβάλλον-Δράση. Τάσεις της ελληνικής τέχνης σήμερα» πραγματοποιήθηκε από τις 22 Μαΐου έως τις 5 Ιουνίου 1981, στους χώρους του Ζαππείου. Η οργάνωση ανήκε στην Εταιρία Ελλήνων Τεχνοκριτών και αποτελούσε προϊόν επιμέλειας μιας ομάδας εργασίας η οποία περιλάμβανε το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρίας-τον Πρόεδρο Αλέξανδρο Ξύδη, τη Γενική Γραμματέα Βεατρίκη Σπηλιάδη και τους συμβούλους Ελένη Βαροπούλου, Σοφία Καζάζη και Γιώργο Σίμο-Πετρή-καθώς και τα μέλη Μαρία Κοτζαμάνη 1 , Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, Νέλλη Μισιρλή και Ντόρα Ηλιοπούλου-Ρογκάν. Η έκθεση αποτελούσε την πρώτη από μια σειρά προγραμματισμένων εκθέσεων με σαφή εκπαιδευτικό προσανατολισμό που θα πραγματοποιούνταν σε τακτά χρονικά διαστήματα από την Εταιρία Ελλήνων Τεχνοκριτών έως το τέλος του 1983. Στην προσπάθειά της να «παρουσιάσει σ' ένα όσο γίνεται ευρύτερο κοινό τις πιο σύγχρονες τάσεις της ελληνικής τέχνης» 2 , η Εταιρία είχε κατανείμει-για λόγους μεθοδολογικούς-τις τάσεις σε έξι ενότητες: Περιβάλλον-Δράση• Γλυπτική-Κατασκευές-Συναρμογές (Assemblages)• Φωτογραφία-Βίντεο• Ρεαλισμός• Εξπρεσιονισμός• Νεο-σουρεαλισμός 3. Κατά το Διοικητικό της Συμβούλιο οι ενότητες αυτές «αντιστοιχούσαν στα κυριότερα διεθνή ρεύματα της σύγχρονης τέχνης» 4 .
Despite the centrality of looking to the experience of performance art, relatively little has bee... more Despite the centrality of looking to the experience of performance art, relatively little has been published on the visual as a condition of the production of meaning in this particular art form. Tracing the theoretical roots of performance art's vocabulary to linguistics, anthropology and theories of poststructuralism, it comes as no surprise that the concepts of 'theatricality' and 'performativity' have increasingly gained ground in the history of performance art. However, the act of looking, or looking away, should also be accounted for through an understanding of 'visuality', a third term that highlights the contingency of meaning making. For this, this essay affirms the anthropological paradigm, by focusing on situations of visual extremity in both ritual contexts and performance art, as a series of instances where the problems of vision are thrown into particular relief. However, it shall also strive to underline the differences between the two, just as Bataille has, especially on the ground of the creation and undermining of social orders.
Articles in Art Journals by Irene Gerogianni
τεύχος 2 -µάρτιος 2006 αθηναϊκήεπιθεώρησησύγχρονηςτέχνης ·. ¶∞ƒ∞Ãøƒ∏™∏: °∫∞ §∂ƒπ ∞¢ ¶ÂÚȯfiÌÂÓ· ... more τεύχος 2 -µάρτιος 2006 αθηναϊκήεπιθεώρησησύγχρονηςτέχνης ·. ¶∞ƒ∞Ãøƒ∏™∏: °∫∞ §∂ƒπ ∞¢ ¶ÂÚȯfiÌÂÓ· ™¯Â‰È¿ÛÌ·Ù· ™˘Ó¤ÓÙ¢ÍË ∏ ÃÚÈÛÙÈ¿Ó· ™Ô ‡ÏÔ˘ ÌÈÏ¿ÂÈ ÛÙÔÓ ∞˘ÁÔ˘ÛÙ›ÓÔ ∑ÂÓ¿ÎÔ ∏ÌÈÙÂÏ‹˜ ÌÔÓÙÂÚÓÈÛÌfi∏ ¢¤ÛÔÈÓ· ∑¢ÎÈÏË ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙËÓ ¤ÎıÂÛË ÙÔ˘ Marcus Amm H ÎÚÈÙÈ΋ ıˆڛ· Î·È Ë Ù¤¯ÓË ÙÔ˘ '70 ÛÙËÓ ∂ÏÏ¿‰· ∏ ∂ÈÚ‹ÓË °ÂÚÔÁÈ¿ÓÓË ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙËÓ ¤ÎıÂÛË ÙÔ˘ ∂ıÓÈÎÔ ‡ ªÔ˘ÛÂ›Ô ™ ‡Á¯ÚÔÓ˘ ∆¤¯ÓË√ È Ù›ÙÏÔÈ ÙˆÓ ÂÈÎfiÓˆÓ Â›Ó·È ÂÓ‰ÂÈÎÙÈÎÔ› ∏ £¤ÏÁÂÈ· ¶·¿ ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙËÓ ¤ÎıÂÛË ÙÔ˘ µ·Û›ÏË ¶ÔÏ˘¯ÚÔÓ¿ÎË Sublime Re-placements O ÃÚÈÛÙfiÊÔÚÔ˜ ª·Ú›ÓÔ˜ ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙËÓ ¤ÎıÂÛË ÙÔ˘ µ·ÁÁ¤ÏË °Îfiη ∞ÓÒ‰˘Ó˜ ·ÔÎÚȤ˜ √ £ÂfiÊÈÏÔ˜ ∆Ú·ÌÔ ‡Ï˘ ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙËÓ ¤ÎıÂÛË Ù˘ ¢‹ÌËÙÚ·˜ µ¿ÌÈ·ÏË Christopher Condo & George Wool ∏ ™Ù·˘ÚÔ ‡Ï· ∆Û‚¿ ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙËÓ ¤ÎıÂÛË ÙÔ˘ Christopher Wool Î·È ÙÔ˘ George Condo ∂ÈÛΤ"ÂÈ∏ ∫·ÙÂÚ›Ó· ¡›ÎÔ˘ Û˘Ó·ÓÙ¿ ÙÔÓ Sebastien Marteau µÈ‚ÏÈÔÎÚÈÙÈ΋ √ °ÈÒÚÁÔ˜ ∆˙ÈÚÙ˙ÈÏ¿Î˘ ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙÔ ‚È‚Ï›Ô ∏ ÔÓÂÈÚÈ΋ ˘Ê‹ Ù˘ Ú·ÁÌ·ÙÈÎfiÙËÙ·˜ÙÔ˘ ÃÚ‹ÛÙÔ˘ µ·Î·ÏfiÔ˘ÏÔ0 3 08 14 16 24 26 30 34 36 40
Articles in Conference Proceedings by Irene Gerogianni
Η προσωποποίηση του έθνους ως «πολιτικό σώμα» αποτελεί μία από τις παλαιότερες και πιο ισχυρές με... more Η προσωποποίηση του έθνους ως «πολιτικό σώμα» αποτελεί μία από τις παλαιότερες και πιο ισχυρές μεταφορές στην πολιτική σκέψη. Στο κέντρο της μεταφοράς βρίσκεται η αναλογία πως, όπως και το υλικό σώμα, το πολιτικό σώμα μπορεί να δεχθεί επίθεση, να τραυματιστεί, ή να ασθενήσει. Στην Ελλάδα, οι αναπαραστάσεις του πάσχοντος πολιτικού σώματος έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο στο λόγο που παράχθηκε τόσο από τη δικτατορία των συνταγματαρχών, όσο και από εξωτερικούς παράγοντες, τις ημέρες και τους μήνες που ακολούθησαν το πραξικόπημα. Για τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, το έθνος παρουσιάστηκε ως ασθενής στη χειρουργική κλίνη ή στο γύψο, ενώ για τον Αμερικανό Πρέσβη Phillips Talbot, το πραξικόπημα περιγράφηκε ως βιασμός της δημοκρατίας. Στο παραπάνω πλαίσιο θα τοποθετηθεί το έργο της Μαρίας Καραβέλα και του Θόδωρου, δύο καλλιτεχνών οι οποίοι ξεκίνησαν να παρουσιάζουν επιτελεστικά περιβάλλοντα και περφόρμανς στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Και οι δύο, χρησιμοποίησαν τη μεταφορά και τους σωματικούς τόπους της για να παράξουν αντιδικτατορικές (ανα)παραστάσεις του πολιτικού σώματος. Έτσι, στο έργο της Καραβέλα, το σώμα εμφανίζεται κατασκευασμένο από γύψο, φυλακισμένο, κακοποιημένο και εκτεθειμένο, συχνά ύποπτα απόν από το χώρο που μέχρι πρότινος καταλάμβανε, ενώ το έργο του Θόδωρου αποτελεί μια εκτεταμένη σπουδή στις συνδέσεις ανάμεσα στο ανδρισμό, την τέχνη και τη βία, η οποία περιστρέφεται γύρω από την εμβληματική μορφή της «ματράκ-φαλλού.»
Evangelos Kourdis, Maria Papadopoulou και Loukia Kostopoulou (eds.), The Fugue of the Five Senses and the Semiotics of the Shifting Sensorium. Selected Proceedings of the XI International Conference of the Hellenic Semiotics Society, 2019
For Greek artists working from the 1960s to the 1980s, the absence of modernist roots in the visu... more For Greek artists working from the 1960s to the 1980s, the absence of modernist roots in the visual arts within the country, either as sings of continuity or as signs of rupture, but certainly as points of reference, provoked a feeling that performance artist Dimitris Alithinos describes as the sense of the “adolescent who has never met his blood relatives.” Because of this, performance art in Greece did not just stay within visual arts territory but also moved into other spaces, such as experimental music. The latter, framed within the discourse of the avant-garde, provided a context for a number of performance art practices in Greece that coincided with the activity of the Association of Greek Contemporary Music and the Contemporary Music Studio of the Goethe-Institut Athen. Around the central figure of the architect and musicologist Yiannis Papaioannou, artists such as Gregory Semitecolo, Stathis Logothetis, Nikos Zoumboulis and Titsa Grekou collaborated with composers like Theodoros Antoniou, Günther Becker, Anestis Logothetis and Jani Christou. However, as becomes evident through his critical writings, Papaioannou's notion of the total work of art was closer to “neo-pre-modernist” theories that traced the history of performance art to ancient rituals, rather than the 1970s concept of the gesamtkunstwerk, which aimed to emphasise collaboration over authorship and perfomativity over musikperformance. To illustrate the difference between the two sets of ideas, the work of Thanasis Hondros and Alexandra Katsiani is introduced as an example of a performance art practice that sought to break the barriers between the visual arts and music, through the corrosion of both forms.
Τις δεκαετίες του 1970 και 1980, πολυάριθμες περφόρμανς Ελλήνων καλλιτεχνών αποκτούν δημοσιακά πα... more Τις δεκαετίες του 1970 και 1980, πολυάριθμες περφόρμανς Ελλήνων καλλιτεχνών αποκτούν δημοσιακά παρεμβατικό χαρακτήρα, «ξεχειλίζοντας», τρόπον τινά, από τους καθιερωμένους χώρους τέχνης —τις γκαλερί και τα μουσεία— στο δημόσιο χώρο. Καλλιτέχνες όπως η Μαρία Καραβέλα, ο Γρηγόρης Σεμιτέκολο, ο Δημήτρης Αληθεινός, ο Κωνσταντίνος Ξενάκης, χρησιμοποιούν τον διαλεκτικό χώρο της δημόσιας σφαίρας όχι ως απλό σκηνικό παραπέτασμα στις δράσεις του, αλλά κυρίως ως θέμα, με στόχο τη χαρτογράφηση, τη σηματοδότηση και την τελική ανάκτηση του δημόσιου χώρου. Σημαντική, φυσικά, είναι η πολιτική πραγματικότητα των δύο δεκαετιών: η παρακαταθήκη του Μάη του ’68 και οι ακτιβιστικές καταβολές των δημόσιων επιτελεστικών παρεμβάσεων, η δικτατορία ως κατάληψη η ίδια του δημόσιου χώρου, το πέρασμα προς τη δημοκρατία και ο «συγκρουσιακός αγωνισμός» κατά τη Chantal Mouffe. Αντίθετα, λοιπόν, με τον ορισμό του Claude Lefort, σύμφωνα με τον οποίο ο δημόσιος χώρος αποτελεί ένα πεδίο κενό που διατίθεται σε οποιονδήποτε θέλει να του αποδώσει νόημα, οι ελληνικές δημόσιες περφόρμανς στοχεύουν στην ανάδειξη των δυνάμεων εκείνων που διασταυρώνονται στο δημόσιο χώρο ως φορείς συνεχούς μεταβολής και διαμόρφωσής του. Καταλαμβάνοντας τον κατεξοχήν τόπο αντίληψης της έννοιας της δημοκρατίας —και της απουσίας της, τη δημόσια σφαίρα, θίγουν την ύπαρξη ορίων τόσο κατά τη διάρκεια ενός απολυταρχικού καθεστώτος, όσο και εν καιρώ δημοκρατίας, σε πολιτικό, κοινωνικό, αλλά και καλλιτεχνικό επίπεδο.
Conference Papers by Irene Gerogianni
ΣΤ΄ Συνέδριο Ιστορίας της Τέχνης Περίοδοι Κρίσης και Αλλαγές Παραδείγματος. Διοργάνωση Εταιρεία Ελλήνων Ιστορικών της Τέχνης, 2019
International Conference, Rome, April 8-9 2019, Villa Medici and Bibliotheca Hertziana
Συνέδριο Τέχνη και Ιδεολογία. 100 χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση. Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών., 2017
Συνέδριο Αρχαιολογικοί Διάλογοι: Πόλεις/Αστικό τοπίο. Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων., 2018
Arts, 2022
Euripides’ The Bacchae is a Greek tragedy that relies on its capacity to give double vision, by c... more Euripides’ The Bacchae is a Greek tragedy that relies on its capacity to give double vision, by confusing and dismembering the senses. This idea of doubling is taken to the extreme in the Berlin Schaubühne production Die Bakchen, directed by Klaus Michael Grüber in 1974, which formed part of the Antikenprojekt, realized along with Peter Stein. For theatre historians, Grüber’s Die Bakchen delivered a completely new concept of theatre—a theatre of images—capable to bewitch and fascinate the spectators, but distant from a hermeneutic approach with reference to the dramatic text. What is often missed here, however, is the specificity of the visual aspect of the production, which features references to historical works of classical and Renaissance art, as well as to modern sculpture, Arte Povera and conceptual, as well as performance, art pieces. In fact, the idea of doubling seems to be translated by Grüber into an intertextual, intermedial play between the text, the performance on stage, and the visual arts. As a result, the different aspects of the production look familiar and unfamiliar at the same time, not merely by the uneasy separation of theatre and text, but also by the double’s interplay between vision and knowledge.
Ιστορία της Τέχνης, 2019
Το εγχείρημα Η έκθεση «Περιβάλλον-Δράση. Τάσεις της ελληνικής τέχνης σήμερα» πραγματοποιήθηκε από... more Το εγχείρημα Η έκθεση «Περιβάλλον-Δράση. Τάσεις της ελληνικής τέχνης σήμερα» πραγματοποιήθηκε από τις 22 Μαΐου έως τις 5 Ιουνίου 1981, στους χώρους του Ζαππείου. Η οργάνωση ανήκε στην Εταιρία Ελλήνων Τεχνοκριτών και αποτελούσε προϊόν επιμέλειας μιας ομάδας εργασίας η οποία περιλάμβανε το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρίας-τον Πρόεδρο Αλέξανδρο Ξύδη, τη Γενική Γραμματέα Βεατρίκη Σπηλιάδη και τους συμβούλους Ελένη Βαροπούλου, Σοφία Καζάζη και Γιώργο Σίμο-Πετρή-καθώς και τα μέλη Μαρία Κοτζαμάνη 1 , Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, Νέλλη Μισιρλή και Ντόρα Ηλιοπούλου-Ρογκάν. Η έκθεση αποτελούσε την πρώτη από μια σειρά προγραμματισμένων εκθέσεων με σαφή εκπαιδευτικό προσανατολισμό που θα πραγματοποιούνταν σε τακτά χρονικά διαστήματα από την Εταιρία Ελλήνων Τεχνοκριτών έως το τέλος του 1983. Στην προσπάθειά της να «παρουσιάσει σ' ένα όσο γίνεται ευρύτερο κοινό τις πιο σύγχρονες τάσεις της ελληνικής τέχνης» 2 , η Εταιρία είχε κατανείμει-για λόγους μεθοδολογικούς-τις τάσεις σε έξι ενότητες: Περιβάλλον-Δράση• Γλυπτική-Κατασκευές-Συναρμογές (Assemblages)• Φωτογραφία-Βίντεο• Ρεαλισμός• Εξπρεσιονισμός• Νεο-σουρεαλισμός 3. Κατά το Διοικητικό της Συμβούλιο οι ενότητες αυτές «αντιστοιχούσαν στα κυριότερα διεθνή ρεύματα της σύγχρονης τέχνης» 4 .
Despite the centrality of looking to the experience of performance art, relatively little has bee... more Despite the centrality of looking to the experience of performance art, relatively little has been published on the visual as a condition of the production of meaning in this particular art form. Tracing the theoretical roots of performance art's vocabulary to linguistics, anthropology and theories of poststructuralism, it comes as no surprise that the concepts of 'theatricality' and 'performativity' have increasingly gained ground in the history of performance art. However, the act of looking, or looking away, should also be accounted for through an understanding of 'visuality', a third term that highlights the contingency of meaning making. For this, this essay affirms the anthropological paradigm, by focusing on situations of visual extremity in both ritual contexts and performance art, as a series of instances where the problems of vision are thrown into particular relief. However, it shall also strive to underline the differences between the two, just as Bataille has, especially on the ground of the creation and undermining of social orders.
τεύχος 2 -µάρτιος 2006 αθηναϊκήεπιθεώρησησύγχρονηςτέχνης ·. ¶∞ƒ∞Ãøƒ∏™∏: °∫∞ §∂ƒπ ∞¢ ¶ÂÚȯfiÌÂÓ· ... more τεύχος 2 -µάρτιος 2006 αθηναϊκήεπιθεώρησησύγχρονηςτέχνης ·. ¶∞ƒ∞Ãøƒ∏™∏: °∫∞ §∂ƒπ ∞¢ ¶ÂÚȯfiÌÂÓ· ™¯Â‰È¿ÛÌ·Ù· ™˘Ó¤ÓÙ¢ÍË ∏ ÃÚÈÛÙÈ¿Ó· ™Ô ‡ÏÔ˘ ÌÈÏ¿ÂÈ ÛÙÔÓ ∞˘ÁÔ˘ÛÙ›ÓÔ ∑ÂÓ¿ÎÔ ∏ÌÈÙÂÏ‹˜ ÌÔÓÙÂÚÓÈÛÌfi∏ ¢¤ÛÔÈÓ· ∑¢ÎÈÏË ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙËÓ ¤ÎıÂÛË ÙÔ˘ Marcus Amm H ÎÚÈÙÈ΋ ıˆڛ· Î·È Ë Ù¤¯ÓË ÙÔ˘ '70 ÛÙËÓ ∂ÏÏ¿‰· ∏ ∂ÈÚ‹ÓË °ÂÚÔÁÈ¿ÓÓË ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙËÓ ¤ÎıÂÛË ÙÔ˘ ∂ıÓÈÎÔ ‡ ªÔ˘ÛÂ›Ô ™ ‡Á¯ÚÔÓ˘ ∆¤¯ÓË√ È Ù›ÙÏÔÈ ÙˆÓ ÂÈÎfiÓˆÓ Â›Ó·È ÂÓ‰ÂÈÎÙÈÎÔ› ∏ £¤ÏÁÂÈ· ¶·¿ ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙËÓ ¤ÎıÂÛË ÙÔ˘ µ·Û›ÏË ¶ÔÏ˘¯ÚÔÓ¿ÎË Sublime Re-placements O ÃÚÈÛÙfiÊÔÚÔ˜ ª·Ú›ÓÔ˜ ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙËÓ ¤ÎıÂÛË ÙÔ˘ µ·ÁÁ¤ÏË °Îfiη ∞ÓÒ‰˘Ó˜ ·ÔÎÚȤ˜ √ £ÂfiÊÈÏÔ˜ ∆Ú·ÌÔ ‡Ï˘ ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙËÓ ¤ÎıÂÛË Ù˘ ¢‹ÌËÙÚ·˜ µ¿ÌÈ·ÏË Christopher Condo & George Wool ∏ ™Ù·˘ÚÔ ‡Ï· ∆Û‚¿ ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙËÓ ¤ÎıÂÛË ÙÔ˘ Christopher Wool Î·È ÙÔ˘ George Condo ∂ÈÛΤ"ÂÈ∏ ∫·ÙÂÚ›Ó· ¡›ÎÔ˘ Û˘Ó·ÓÙ¿ ÙÔÓ Sebastien Marteau µÈ‚ÏÈÔÎÚÈÙÈ΋ √ °ÈÒÚÁÔ˜ ∆˙ÈÚÙ˙ÈÏ¿Î˘ ÁÚ¿ÊÂÈ ÁÈ· ÙÔ ‚È‚Ï›Ô ∏ ÔÓÂÈÚÈ΋ ˘Ê‹ Ù˘ Ú·ÁÌ·ÙÈÎfiÙËÙ·˜ÙÔ˘ ÃÚ‹ÛÙÔ˘ µ·Î·ÏfiÔ˘ÏÔ0 3 08 14 16 24 26 30 34 36 40
Η προσωποποίηση του έθνους ως «πολιτικό σώμα» αποτελεί μία από τις παλαιότερες και πιο ισχυρές με... more Η προσωποποίηση του έθνους ως «πολιτικό σώμα» αποτελεί μία από τις παλαιότερες και πιο ισχυρές μεταφορές στην πολιτική σκέψη. Στο κέντρο της μεταφοράς βρίσκεται η αναλογία πως, όπως και το υλικό σώμα, το πολιτικό σώμα μπορεί να δεχθεί επίθεση, να τραυματιστεί, ή να ασθενήσει. Στην Ελλάδα, οι αναπαραστάσεις του πάσχοντος πολιτικού σώματος έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο στο λόγο που παράχθηκε τόσο από τη δικτατορία των συνταγματαρχών, όσο και από εξωτερικούς παράγοντες, τις ημέρες και τους μήνες που ακολούθησαν το πραξικόπημα. Για τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, το έθνος παρουσιάστηκε ως ασθενής στη χειρουργική κλίνη ή στο γύψο, ενώ για τον Αμερικανό Πρέσβη Phillips Talbot, το πραξικόπημα περιγράφηκε ως βιασμός της δημοκρατίας. Στο παραπάνω πλαίσιο θα τοποθετηθεί το έργο της Μαρίας Καραβέλα και του Θόδωρου, δύο καλλιτεχνών οι οποίοι ξεκίνησαν να παρουσιάζουν επιτελεστικά περιβάλλοντα και περφόρμανς στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Και οι δύο, χρησιμοποίησαν τη μεταφορά και τους σωματικούς τόπους της για να παράξουν αντιδικτατορικές (ανα)παραστάσεις του πολιτικού σώματος. Έτσι, στο έργο της Καραβέλα, το σώμα εμφανίζεται κατασκευασμένο από γύψο, φυλακισμένο, κακοποιημένο και εκτεθειμένο, συχνά ύποπτα απόν από το χώρο που μέχρι πρότινος καταλάμβανε, ενώ το έργο του Θόδωρου αποτελεί μια εκτεταμένη σπουδή στις συνδέσεις ανάμεσα στο ανδρισμό, την τέχνη και τη βία, η οποία περιστρέφεται γύρω από την εμβληματική μορφή της «ματράκ-φαλλού.»
Evangelos Kourdis, Maria Papadopoulou και Loukia Kostopoulou (eds.), The Fugue of the Five Senses and the Semiotics of the Shifting Sensorium. Selected Proceedings of the XI International Conference of the Hellenic Semiotics Society, 2019
For Greek artists working from the 1960s to the 1980s, the absence of modernist roots in the visu... more For Greek artists working from the 1960s to the 1980s, the absence of modernist roots in the visual arts within the country, either as sings of continuity or as signs of rupture, but certainly as points of reference, provoked a feeling that performance artist Dimitris Alithinos describes as the sense of the “adolescent who has never met his blood relatives.” Because of this, performance art in Greece did not just stay within visual arts territory but also moved into other spaces, such as experimental music. The latter, framed within the discourse of the avant-garde, provided a context for a number of performance art practices in Greece that coincided with the activity of the Association of Greek Contemporary Music and the Contemporary Music Studio of the Goethe-Institut Athen. Around the central figure of the architect and musicologist Yiannis Papaioannou, artists such as Gregory Semitecolo, Stathis Logothetis, Nikos Zoumboulis and Titsa Grekou collaborated with composers like Theodoros Antoniou, Günther Becker, Anestis Logothetis and Jani Christou. However, as becomes evident through his critical writings, Papaioannou's notion of the total work of art was closer to “neo-pre-modernist” theories that traced the history of performance art to ancient rituals, rather than the 1970s concept of the gesamtkunstwerk, which aimed to emphasise collaboration over authorship and perfomativity over musikperformance. To illustrate the difference between the two sets of ideas, the work of Thanasis Hondros and Alexandra Katsiani is introduced as an example of a performance art practice that sought to break the barriers between the visual arts and music, through the corrosion of both forms.
Τις δεκαετίες του 1970 και 1980, πολυάριθμες περφόρμανς Ελλήνων καλλιτεχνών αποκτούν δημοσιακά πα... more Τις δεκαετίες του 1970 και 1980, πολυάριθμες περφόρμανς Ελλήνων καλλιτεχνών αποκτούν δημοσιακά παρεμβατικό χαρακτήρα, «ξεχειλίζοντας», τρόπον τινά, από τους καθιερωμένους χώρους τέχνης —τις γκαλερί και τα μουσεία— στο δημόσιο χώρο. Καλλιτέχνες όπως η Μαρία Καραβέλα, ο Γρηγόρης Σεμιτέκολο, ο Δημήτρης Αληθεινός, ο Κωνσταντίνος Ξενάκης, χρησιμοποιούν τον διαλεκτικό χώρο της δημόσιας σφαίρας όχι ως απλό σκηνικό παραπέτασμα στις δράσεις του, αλλά κυρίως ως θέμα, με στόχο τη χαρτογράφηση, τη σηματοδότηση και την τελική ανάκτηση του δημόσιου χώρου. Σημαντική, φυσικά, είναι η πολιτική πραγματικότητα των δύο δεκαετιών: η παρακαταθήκη του Μάη του ’68 και οι ακτιβιστικές καταβολές των δημόσιων επιτελεστικών παρεμβάσεων, η δικτατορία ως κατάληψη η ίδια του δημόσιου χώρου, το πέρασμα προς τη δημοκρατία και ο «συγκρουσιακός αγωνισμός» κατά τη Chantal Mouffe. Αντίθετα, λοιπόν, με τον ορισμό του Claude Lefort, σύμφωνα με τον οποίο ο δημόσιος χώρος αποτελεί ένα πεδίο κενό που διατίθεται σε οποιονδήποτε θέλει να του αποδώσει νόημα, οι ελληνικές δημόσιες περφόρμανς στοχεύουν στην ανάδειξη των δυνάμεων εκείνων που διασταυρώνονται στο δημόσιο χώρο ως φορείς συνεχούς μεταβολής και διαμόρφωσής του. Καταλαμβάνοντας τον κατεξοχήν τόπο αντίληψης της έννοιας της δημοκρατίας —και της απουσίας της, τη δημόσια σφαίρα, θίγουν την ύπαρξη ορίων τόσο κατά τη διάρκεια ενός απολυταρχικού καθεστώτος, όσο και εν καιρώ δημοκρατίας, σε πολιτικό, κοινωνικό, αλλά και καλλιτεχνικό επίπεδο.
ΣΤ΄ Συνέδριο Ιστορίας της Τέχνης Περίοδοι Κρίσης και Αλλαγές Παραδείγματος. Διοργάνωση Εταιρεία Ελλήνων Ιστορικών της Τέχνης, 2019
International Conference, Rome, April 8-9 2019, Villa Medici and Bibliotheca Hertziana
Συνέδριο Τέχνη και Ιδεολογία. 100 χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση. Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών., 2017
Συνέδριο Αρχαιολογικοί Διάλογοι: Πόλεις/Αστικό τοπίο. Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων., 2018
Much has been written about the originality of performance art and the alleged ontological unique... more Much has been written about the originality of performance art and the alleged ontological uniqueness of the performance act. My aim in this paper is to assert the notion of authenticity, not as yet another reflection on the nature of performance art, but as a key strategy for the seduction of its audience. Taking Maria Karavela’s Kokkinia performance as a case study, I wish to explore how performance semiotics is either buttressed or hindered by a touch of “reality”. Maria Karavela was the first Greek visual artist to create politically charged environments and actions, with the view of communicating with the public in
times of censorship. Her Kokkinia performance, which was realised on 27 June 1979 at the St. Nicholas square of Kokkinia, revolved around the revival of scenes from the National Resistance and the period of the Greek Civil War, through word, song and theatre, photography and film, music and happenings, but also the active participation of local residents, non-actors. Karavela constructed this complex spectacle around two markers of reality: the fighters speaking on a documentary film about their struggles during both conflicts and the actually present women in black, the mothers of fighters lost in battle. These binary figures, the actual participants to the events re-enacted in this work of performance art, are treated by artist and viewers alike as signs of maximal authenticity. Indeed, they seem to formulate
a seductive message for the latter, who is not there to see —and especially not to be instructed—but to witness. What becomes clear, however, is that, in spite of the apparent open-ended character of the performance, Karavela’s viewer/participant would work his way through a prescribed emotional process, in order to reach a calculated conclusion.
As I wish to argue, the problematic use of these figures as signs accentuates the representational quality of the work, suggesting decisively that the borders between art and reality could never dissolve completely, no matter how “authentic” the experience of the viewer/witness is.
Είναι γεγονός πως η μέχρι σήμερα εξαιρετικά περιορισμένη έρευνα για την περφόρμανς στην Ελλάδα έχ... more Είναι γεγονός πως η μέχρι σήμερα εξαιρετικά περιορισμένη έρευνα για την περφόρμανς στην Ελλάδα έχει εστιάσει στην τελευταία ως μέσο αναπαράστασης, ενώ δεν έστρεψε την προσοχή της στη μελέτη της ως διαλεκτικής κατασκευής. Θα υποστηρίξω πως η παραπάνω παράληψη συχνά προκύπτει από την «υπερταύτιση» της περφόρμανς στην Ελλάδα με τον αντιδικτατορικό αγώνα, αλλά κυρίως από την προβληματική σχέση της ιστορικοτεχνικής έρευνας στην Ελλάδα με την έννοια του μοντέρνου και, κατά προέκταση, του μεταμοντέρνου. Μέσω της ανάλυσης της έκθεσης «Περιβάλλον-Δράση. Τάσεις της ελληνικής τέχνης σήμερα,» η οποία διοργανώθηκε το 1981 από την Εταιρία Ελλήνων Τεχνοκριτών, στόχος μου είναι να εξετάσω την πρώτη επίσημη απόπειρα θεωρητικής πλαισίωσης, αλλά κυρίως ιστορικοποίησης, της περφόρμανς στην Ελλάδα. Όπως αποδεικνύεται, στο πλαίσιο της έκθεσης, η περφόρμανς αναγνωρίζεται ως ρήξη τόσο με το πολιτικό, όσο και με το θεσμικό στοιχείο, στα όρια, όμως, της «ρυθμιστικής γραμματικής» του μοντερνισμού, κατά την οποία η μία ρήξη διαδέχεται την άλλη και όλα αποτελούν συνέχεια σε μία γραμμική πορεία. Στο ερμηνευτικό αυτό σχήμα, η περφόρμανς παρουσιάζεται ως πρωτοπορία η ίδια, και όχι ως μέσο που αμφισβήτησε την έννοια της πρωτοπορίας. Δεδομένου πως η περφόρμανς στην Ελλάδα ποτέ δεν συγκειμενοθετήθηκε, κατά την περίοδο της παραγωγής της, στο πλαίσιο μιας θεωρίας του μεταμοντερνισμού, το ενδιαφέρον εδώ έγκειται στη διαμόρφωσή της ως διαλεκτικής κατασκευής μέσω συγκρίσιμων σχημάτων και, παραδόξως, εντός του πλαισίου της «επιτελεστικής στροφής,» έστω κι αν δεν την αναγνώρισε ως τέτοια.
Με αφετηρία την περφόρμανς του Κοσταρικανού καλλιτέχνη Guillermo Vargas, με τίτλο Eres Lo Que Lee... more Με αφετηρία την περφόρμανς του Κοσταρικανού καλλιτέχνη Guillermo Vargas, με τίτλο Eres Lo Que Lees, κατά την οποία ο Vargas είχε δέσει στον τοίχο της γκαλερί έναν σκύλο, χωρίς φαγητό, η ανακοίνωση σκοπεύει να φέρει στην επιφάνεια το κενό που υπάρχει στη μελέτη των εικαστικών τεχνών και στο λόγο για την περφόρμανς για την κριτική αποτίμηση της ζωντανής τέχνης που ενσωματώνει το ζώο. Στόχος μου είναι να πειραματιστώ με τον Νεοϋλισμό ―όπως βασίστηκε στη φιλοσοφία των Jilles Deleuze and Félix Guattari, και διατυπώθηκε από τη Rosi Braidotti, την Karen Barad, και την Elisabeth Grosz― ως πιθανό θεωρητικό πλαίσιο για την ανάλυση της παραπάνω, αλλά και ως μέθοδο, που αποφεύγει τη φαινομενολογική ή εργασιοκεντρική περιγραφή των σχέσεων ανάμεσα στον άνθρωπο και το ζώο. Η διαδρομή αυτή θα μας οδηγήσει από τη γλωσσική στροφή στο Νεοϋλισμό, με ενδιάμεσες στάσεις τη σημειολογία, τη φαινομενολογία, την αποδόμηση και το μαρξισμό, για να καταλήξουμε σε μία νέα απόπειρα θεωρητικοποίησης του έργου του Vargas. Για το λόγο αυτό, η θεωρία του Νεοϋλισμού θα εξετασθεί δίνοντας έμφαση στις δυνητικές σχέσεις ανάμεσα σε σώματα, είτε πρόκειται για σώματα ανθρώπινα, μη-ανθρώπινα ή μετανθρώπινα.
The paper traces performative visual art practices that were connected to the -albeit ephemeral- ... more The paper traces performative visual art practices that were connected to the -albeit ephemeral- production of a drawn image in Greek art of the 1970s and 1980s. The regulating concept here is the idea of “performative drawing,” as a distinctive part within performance art work by Greek artists that took place in and out of the country at the time. Two distinct areas can be recognised in reference to this material, dividing works and artists in the ones that (re)present the human body —be it of the artist or of a guest performer— and those that sought to map out space —be it public or private.
On the first note, Yorgos Lazongas, an architect turned visual artist, creates obsessive drawings of a sculptural piece, the Nike of Samothrace, before turning to the live drawing of his co-performer’s female form in his Body-Text series. The artistic duo Nikos Zouboulis and Titsa Grekou use white latex to instantly mould images of their moving bodies, thus creating ephemeral sculptural reliefs. Dimitris Alitheinos, on the other hand, uses paint to mark up open spaces in Paris, while he creates a choreographed drawing in space, using dancers dressed in primary-coloured costumes, in an Athens performance. Pavlos also leaves his trail in space, drawing figures on gallery walls by the means of clear glue, which the public is invited to bring to life by throwing colourful confetti on.
The paper aims to explore these instances of “performative drawing” in 1970s and ’80s Greece, both in terms of their avant-gardeness within the local institution of art, and of the political reality of the country during the times of dictatorship and the years that followed the restitution of democracy.
Taking as a starting point Guillermo Vargas’s artwork Eres Lo Que Lees -a performance piece centr... more Taking as a starting point Guillermo Vargas’s artwork Eres Lo Que Lees -a performance piece centred around the bony body of a dog tied to a gallery wall allegedly without food- the paper aims to address the lack of theoretical tools, when discussing Vargas’s work, within the framework of structuralist and poststructuralist cultural theory. For this, several methods are put to the test, from semiotics to phenomenology, (post)marxism to discourse analysis of the body and the forces that mold its subjectivity, over to relational aesthetics. The inefficacy of all of the above to review similar work in a way that would escape the oppressively hierarchical binary politics generated by Humanism, should bring to our attention the void in visual arts and performance art discourses in theorising live art that incorporates the animal body. My aim here is to experiment with new materialist theories of posthumanist performativity, as a possible theoretical framework for the latter’s analysis, one that escapes the phenomenological, labour-centred account of a human-animal kinship, tied, as it is, to identity politics and power-centred readings of the body. In conclusion, as this critical crossing aims to demonstrate, performance art that incorporates the animal body is the ideal material-discursive configuration through which iterative intra-activity can give rise to the materialisation of multiple phenomena, be they human, nonhuman, or altogether posthuman.
Drawing on the tumultuous date 1968 and documenta 4 from the same year, artist Mary Zygouri and a... more Drawing on the tumultuous date 1968 and documenta 4 from the same year, artist Mary Zygouri and art historian Irene Gerogianni discuss the work of Maria Karavela (1938–2012)—a leading figure in Greek performance art known for her politically charged (re)presentations of history—and the contemporary reworking of one of her most complex pieces by Zygouri.
Performance art as well as an acknowledgement of the social movements that were gaining dynamic presence around the world were largely absent from documenta 4. Contemporary with—but largely detached from—the student revolts and other social upheavals, the exhibition was marked by internal crisis, with several founding members leaving the institution.
In a performative lecture held at a public school in the area of Nikaia, Gerogianni and Zygouri unfold the narratives created around Kokkinia 1979, Karavela’s emblematic project, which dealt with the history of the Greek Resistance and the Greek Civil War. The two speakers aim to detract from the absences within documenta 4 in order to highlight Karavela’s forceful presence within activist art practices of the time, as well as elucidate, through Zygouri’s own project The Round Up (2017), the political connotations of her work in relation to contemporary Greece and the present context of crisis.